Ο καθρέφτης μεταξύ ανατολής και δύσης


Η μεγάλη επανάσταση στην Αστρονομία ξεκίνησε κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα με το έργο του Κοπέρνικου «De Revolutionibus Orbium Coelestium» (1543). Τα ζητήματα Αστρονομίας, ωστόσο, απασχόλησαν έντονα και τους διανοητές του μουσουλμανικού κόσμου. Σχεδόν έναν αιώνα μετά, το 1660, ο Ούγγρος φιλόσοφος Ibrahim Efendi al-Zigetvari Tezkirec, ο οποίος είχε μεταστραφεί στον μωαμεθανισμό και τον σουφισμό, μετέφρασε ένα βιβλίο Αστρονομίας που είχε γράψει ο Γάλλος Νόελ Ντιρέτ το 1637.
Ο τίτλος του έργου ήταν «Novae motuum caelestium ephemerides Richelianae». Ο Ντιρέτ ήταν κοσμογράφος και εργαζόταν για τον Ρισελιέ. Το βιβλίο αυτό ταξιδεύει έως την Κωνσταντινούπολη στο πλαίσιο ανταλλαγής δώρων μεταξύ ισχυρών ανδρών. Ο Ρισελιέ έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη μάθηση και τη γνώση και αντάλλαξε το συγκεκριμένο βιβλίο με αραβικά και περσικά χειρόγραφα. Το βιβλίο αυτό έκανε αναφορά στο ηλιοκεντρικό σύστημα του Κοπέρνικου. Ωστόσο, ήταν περισσότερο ένα έργο Αστρολογίας παρά Αστρονομίας.


Πιο συγκεκριμένα, το έργο έχει μια συλλογή αστρολογικών συστημάτων, αστρονομικούς πίνακες για διάφορες τοποθεσίες, μεταξύ των οποίων και η Κωνσταντινούπολη, και προσεγγίζει την Αστρολογία μέσα από μυστικιστικά, ερμητικά και γεωμετρικά μονοπάτια. Μελετάει συστηματικά την έννοια του κενού, καθώς και την Ιατρική Αστρολογία, η οποία αποτελούσε αντικείμενο διδασκαλίας σε πανεπιστήμια της Ευρώπης, ακόμη και του Παρισίου, έως τον 15ο αιώνα. Παρόλο που ο Ντιρέτ χρησιμοποιεί τις μαθηματικές μεθόδους των διάσημων αστρονόμων Τίχο Μπράχε (1546 - 1601) και Γιοχάνες Κέπλερ (1571 - 1630), το ηλιοκεντρικό σύστημα του Κοπέρνικου έχει εντελώς περιθωριακό ρόλο. Ο Ντιρέτ θεωρεί πως ο Κοπέρνικος έχει υποπέσει σε λάθος σχετικά με την κίνηση της Γης. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, καθώς δείχνει ότι η αξιοποίηση μιας μαθηματικής μεθόδου δεν είναι υποχρεωτικό να ανταποκρίνεται σε μία και μοναδική φυσική πραγματικότητα. Αξίζει να σημειώσουμε ότι κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα ο ηλιοκεντρισμός δεν είχε γίνει αποδεκτός από όλους τους διανοητές της Ευρώπης. Ακόμη και μετά τις συγκλονιστικές αποδείξεις του Γαλιλαίου και του Νεύτωνα, υπήρχε μεγάλος αριθμός φυσικών φιλοσόφων και αστρονόμων που δεν αποδέχονταν την κίνηση της Γης γύρω από τον Ήλιο.
Το ερώτημα, επομένως, είναι απλό: Γιατί ο Ιμπραήμ Εφέντη μετέφρασε το συγκεκριμένο βιβλίο και όχι κάποιο άλλο; Ας ξεκινήσουμε από τον τίτλο που έδωσε στη μετάφρασή του. Το ονόμασε «Ο καθρέφτης της ουράνιας σφαίρας και ο σκοπός της συναίσθησης» (Sajanjalal-aflak fi ghayat al-idrak). Γιατί δεν μετέφρασε το κείμενο σύμφωνα με τον πρωτότυπο τίτλο του; Ενδεχομένως ήταν μια προσπάθεια του μεταφραστή να αποσπάσει το βιβλίο του Ντιρέτ από το ευρωπαϊκό πλαίσιο και να το οικειοποιηθεί στο μουσουλμανικό. Η μυστικιστική θρησκευτική διάσταση του Σουφισμού συνδεόταν με τα ιδανικά της συναίσθησης του πιστού, της φώτισης και του μοτίβου του καθρέφτη. Ο καθρέφτης είχε μια ιδιαίτερη αξία στο πολιτισμικό πλαίσιο του Ισλάμ. Συνδεόταν με τη μυστικιστική ποίηση και την τέχνη. Στον «καθρέφτη» του Μωάμεθ πίστευαν ότι μπορούσε κανείς να δει τον Θεό. Πρέπει να σημειωθεί ότι στο οθωμανικό πλαίσιο είναι αδύνατο να διακρίνει κανείς μεταξύ φυσικών φιλοσόφων και ποιητών, δερβίσηδων και διανοούμενων. Οι διακρίσεις μεταξύ επιστημών και θρησκευτικών πεποιθήσεων δεν αποτελούσαν επιλογή κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα. Αυτές οι διχοτομήσεις ανήκουν στο δικό μας πλαίσιο.
Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Εφέντη δεν διάβασε ποτέ τον ίδιο τον Κοπέρνικο, αλλά μόνο τις αναφορές του Ντιρέτ. Επομένως, η οικειοποίηση του έργου του Κοπέρνικου δεν έγινε με όρους αλήθειας του ηλιοκεντρισμού, ούτε με τους όρους της ανώτερης ευρωπαϊκής επιστήμης. Για την πρόσληψη του κοπερνίκειου συστήματος στην Ανατολή, ήταν καθοριστική η ακρίβεια των αστρονομικών υπολογισμών που παρείχε. Γιατί ήταν χρήσιμη η ακρίβεια; Όχι για τους λόγους που μπορούμε να φανταστούμε ως άνθρωποι που ανήκουμε στο πλαίσιο της νεωτερικότητας. Η ακρίβεια του κοπερνίκειου συστήματος ήταν χρήσιμη γιατί μπορούσε να αξιοποιηθεί για καλύτερες αστρολογικές προβλέψεις. Αυτό ήταν και το πιο σημαντικό επιχείρημα που οδήγησε στην έγκριση της μετάφρασης του βιβλίου από τον Εφέντη. Την έγκριση την έδωσε ο επικεφαλής αστρονόμος και αστρολόγος του σουλτάνου. Ο Εφέντη έπρεπε να πείσει για την αξία της μετάφρασης του συγκεκριμένου κειμένου και ο πρόλογός του είναι ενδεικτικός της ποιότητας των επιχειρημάτων του. Δεν επικαλέστηκε πουθενά το μυστικιστικό υπόβαθρο της Αστρολογίας, παρόλο που το κείμενο ήταν κατά βάση αστρολογικό. Κατάφερε, ουσιαστικά, να πείσει για την αξία της μετάφρασης μέσα από την κατασκευή ενός αλμανάκ. Με αυτό τον τρόπο έδειξε ότι είχε μια πρακτική εφαρμογή η οποία προϋποθέτει τις αστρολογικές πεποιθήσεις, αλλά δεν τις επικαλείται.
Τα κριτήρια αποδοχής της μετάφρασης από το επίσημο κράτος δεν είχαν να κάνουν με τη Φυσική Φιλοσοφία και τη θρησκεία αλλά με τις πρακτικές συνέπειες. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα γινόταν εξίσου ανταγωνιστική με τους δυτικούς αντιπάλους της. Τα κίνητρα ήταν κοσμικά, παρόλο που εκπορεύονταν από μια θεοκεντρική προσέγγιση για τον κόσμο. Άλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή η μετάφραση ήρθε ως αποτέλεσμα της ανταλλαγής δώρων μεταξύ Παρισίου και Κωνσταντινούπολης στο πλαίσιο διπλωματικών σχέσεων. Χαρακτηριστικό της κοσμικής δυναμικής που οδήγησε στη μετάφραση είναι και η σύντομη ιστορική αναδρομή του Εφέντη της μετάβασης της αρχαίας ελληνικής Αστρονομίας στους Άραβες. Δεν κάνει καμία αναφορά στις διαφορετικές θρησκείες μεταξύ αστρονόμων και τους αντιμετωπίζει ως κοσμοπολίτες της γνώσης, οι οποίοι αποτελούν μέρη μιας ιστορικής αλυσίδας της γνώσης. Θεωρούσε, δηλαδή, πως η γνώση περνούσε από τον έναν διανοητή στον άλλο χωρίς να επικαλείται τις διαφοροποιήσεις που μπορεί να προέκυπταν λόγω διαφορετικού θρησκευτικού πλαισίου. Τα παραπάνω υποδεικνύουν ότι οι λόγοι οικειοποίησης ενός έργου και όχι ενός άλλου δεν προκύπτουν αποκλειστικά από το έργο αλλά, πρωτίστως, από τους ανθρώπους που το οικειοποιούνται. Επίσης, ένα έργο μπορεί να εξυπηρετεί διαφορετικούς στόχους σε διαφορετικές περιοχές και εποχές ακόμη κι αν το περιεχόμενό του μένει το «ίδιο».
Άλλωστε, το συγκεκριμένο κείμενο βασίζεται στη Φυσική Φιλοσοφία της εποχής του, το διαβάζουν άνθρωποι που καταλαβαίνουν τι λέει και το αντιμετωπίζουν ως συμβατό της δικής τους διανοητικής κουλτούρας. Πρόκειται για ένα βιβλίο που μελετά την αρμονική σχέση μεταξύ φυσικής και θείας ύπαρξης. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Εφέντη μεταφράζει το βιβλίο με τρόπο που αναδεικνύει το μυστικιστικό του υπόβαθρο. Δεν επιχειρεί να βρει αιτιακούς συσχετισμούς μεταξύ των μαθηματικών μεθόδων που χρησιμοποιεί η Αστρονομία και των φυσικών φαινομένων που επιχειρεί να εξηγήσει η Αστρολογία. Αντιθέτως, θεωρεί αυτονόητη τη σχέση μεταξύ Αστρονομίας και Αστρολογίας.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υποστηριχτεί ότι υπήρχε κάποιου είδους παρακμή στις μουσουλμανικές περιοχές εκείνη την περίοδο, ούτε κάποιους είδους πνευματική στασιμότητα. Αντιθέτως, έχουμε να κάνουμε με ένα ιδιαίτερα γόνιμο διανοητικό περιβάλλον, με θεσμούς, μεθόδους και αυστηρά θεμέλια γνώσης. Πρόκειται για ένα περιβάλλον πολιτισμικά ισοδύναμο με εκείνο της Δύσης. Η εικόνα που θέλει να διακρίνουμε και να αξιολογούμε μεταξύ επιστήμης και μυστικισμού σε εποχές όπου τέτοιες διακρίσεις ήταν απλώς ασύλληπτες για τους ανθρώπους αποτελεί μια εικόνα που προκύπτει μέσα από τον καθρέφτη της δυτικής ματιάς. Μέσα σε έναν τέτοιο καθρέφτη υπάρχει προοπτική, αλλά είναι πάντα προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Δ.Π.

Πηγή: Η Αυγή

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις