Ο άνθρωπος που οραματίστηκε το Σύμπαν
Ηλίας Μαγκλίνης
Ηταν το 1977 όταν ο Στίβεν Ουάινμπεργκ μπήκε στα σπίτια των απλών, καθημερινών ανθρώπων που ελάχιστη σχέση έχουν με τη φυσική. Εκείνη τη χρονιά, ο φυσικός που έμελλε να τιμηθεί με το Νομπέλ δύο χρόνια αργότερα (1979 – το μοιράστηκε με τους Αμπντούς Σαλάμ και Σέλντον Γκλάσοου) εξέδωσε το μεγάλο του μπεστ σέλερ «Τα τρία πρώτα λεπτά. Μια σύγχρονη άποψη για την προέλευση του σύμπαντος» (εκδ. Ειρμός 1991, το 2005 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Octavision, ενώ σήμερα το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ροπή). Μια εκλαϊκευμένη, αν και απαιτητική, αφήγηση πάνω στο μυστήριο (ή μάλλον, στα μυστήρια) της Μεγάλης Εκρηξης που γέννησε το σύμπαν μας.
Εως τότε, ο Ουάινμπεργκ, ο οποίος πέθανε στις αρχές της εβδομάδας στα 88 του χρόνια, έχαιρε πολύ μεγάλης εκτίμησης στον χώρο της φυσικής διεθνώς, αλλά το ευρύ κοινό τον γνώριζε ελάχιστα. Αγνοούσε μάλλον την πλευρά εκείνη ενός επιστήμονα για τον οποίο το τεχνικό κομμάτι είναι μοναχά ένα (θεμελιώδες) μέρος της δουλειάς του. Αγνοούσε την πλευρά του στοχαστή, του αφηγητή, του ανθρώπου που είναι ανήσυχος και περίεργος, διακρίνοντας τις φιλοσοφικές προεκτάσεις που προέκυπταν συνεχώς από τη νέα φυσική του εικοστού αιώνα: ο χρόνος, ο χώρος, η συνείδηση, η προέλευση των πάντων, η αναζήτηση της τελικής θεωρίας ή «θεωρίας των πάντων» και πάει λέγοντας. Ο Ουάινμπεργκ είχε τον τρόπο να στήνει γέφυρες ανάμεσα στην κλειστή κοινότητα των επιστημόνων και στην ανοιχτή κοινότητα των «λαϊκών» δίχως να κάνει την παραμικρή υποχώρηση ως προς την επιστημονική υπόσταση του λόγου του.
Γεννημένος το 1933 στη Νέα Υόρκη από γονείς Εβραίους μετανάστες, σπούδασε στο Κορνέλ και στο Πρίνστον, ενώ έκανε και ένα πέρασμα από το περιώνυμο Ινστιτούτο Νιλς Μπορ στην Κοπεγχάγη. Ακολούθησαν το Κολούμπια και το Μπέρκλεϊ, για να καταλήξει Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Οστιν, στο Τέξας. Τα κύρια πεδία των ερευνών του ήταν η κοσμολογία, η γενική σχετικότητα, αλλά και η σωματιδιακή φυσική. Μάλιστα, ο Ουάινμπεργκ ήταν από τους φυσικούς που είδαν με πολύ θετικό μάτι την (αναπόδεικτη έως σήμερα – και πιθανώς για πάντα…) Θεωρία των Χορδών.
Το Νομπέλ Φυσικής απονεμήθηκε στον Ουάινμπεργκ το 1979 για τη συμβολή του στη θεωρητική ενοποίηση του ηλεκτρομαγνητισμού και της ασθενούς πυρηνικής δύναμης, που οδήγησε αργότερα στην καθιέρωση του περίφημου Καθιερωμένου Προτύπου. Το ΚΠ περιγράφεται από τη συμμετρία SU(2) x U(1) x SU(3) όπου το SU(2) x U(1) αντιστοιχεί στην ηλεκτρασθενή θεωρία και το QCD στην ισχυρή πυρηνική περιγράφοντας τα κουάρκ και τα γκλουόνια.
Αυτά μπορεί να μη λένε πολλά (ή και τίποτε απολύτως) σε κάποιον που δεν είναι φυσικός (όπως τον γράφοντα), και αυτό το γνώριζε καλά ο ίδιος ο Ουάινμπεργκ. Η αρθρογραφία και η κριτικογραφία του (κυρίως στο The New York Review of Books) και, βέβαια, τα έξοχα βιβλία του για το πλατύ κοινό, όπως «Τα πρώτα τρία λεπτά», υπήρξαν οι γέφυρες που αναζητούσε ο ίδιος, ώστε να καταστήσει θέματα και ζητήματα του φυσικού κόσμου προσιτά και κατανοητά (αλλά πάνω απ’ όλα ελκυστικά) στον μέσο αναγνώστη.
Στη χώρα μας κυκλοφορούν και άλλα βιβλία του: το «Ονειρα για μια τελική θεωρία. Η αναζήτηση των θεμελιωδών νόμων της φύσης» (εκδ. Κάτοπτρο), στο οποίο ο Ουάινμπεργκ εξέφραζε την πίστη του ότι η φυσική είναι κοντά στην εύρεση του «ιερού δισκοπότηρου» της μιας και μόνης θεωρίας που θα εξηγεί τα πάντα, ενοποιώντας τον μακρόκοσμο (βαρύτητα) με τον μικρόκοσμο (κβάντα). Ακόμα όμως συνεχίζουν οι νόμοι που ισχύουν στο ένα να «κλωτσάνε» εκείνους του άλλου (και τούμπαλιν) και ο Ουάινμπεργκ χρειάστηκε κάπως να ανασκευάσει, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η τελική θεωρία μάλλον θα συμβεί όταν «αυτός δεν θα είναι πια εδώ» (έπεσε μέσα).
Υπάρχουν δύο ακόμη βιβλία στα ελληνικά του Ουάινμπεργκ που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ροπή (συνολικά τρία από αυτό τον εκδοτικό οίκο): «Πώς να εξηγήσουμε τον κόσμο. Το ταξίδι για την ανακάλυψη της σύγχρονης επιστήμης» και το πιο πρόσφατο «Σκέψεις με θέα τη λίμνη. Ο κόσμος μας και το σύμπαν».
Σε αυτό το βιβλίο, αναφερόμενος στην «τελική θεωρία των πάντων» αναφέρει πως θα μας «επιτρέψει να απαντήσουμε στα βαθύτερα ερωτήματα της κοσμολογίας: Είχε αρχή η σημερινή διαστολή του σύμπαντος; Τι καθόρισε τις αρχικές συνθήκες; Και αυτό που αποκαλούμε το σύμπαν μας, το διαστελλόμενο σύννεφο ύλης και ακτινοβολίας που εκτείνεται δισεκατομμύρια έτη φωτός προς κάθε κατεύθυνση, είναι πράγματι το μόνο που υπάρχει ή μήπως αποτελεί απλώς ένα μέρος ενός πολύ μεγαλύτερου “πολυσύμπαντος”, στο οποίο η διαστολή που παρατηρούμε αποτελεί ένα τοπικό επεισόδιο; Η ανακάλυψη μιας τελικής θεωρίας θα μπορούσε ταυτόχρονα να ασκήσει πολιτισμική επιρροή, συγκρίσιμη με εκείνη που έγινε αισθητή με τη γέννηση της σύγχρονης επιστήμης. Λέγεται ότι η εξάπλωση του επιστημονικού πνεύματος τον 17ο και τον 18ο αιώνα υπήρξε ένας από τους παράγοντες που συνέβαλαν ώστε να μη ρίχνονται πλέον οι μάγισσες στην πυρά. Η ανακάλυψη του τρόπου με τον οποίο το σύμπαν διέπεται από τις απρόσωπες αρχές μιας τελικής θεωρίας μπορεί να μην εξαλείψει τις ανυποχώρητες προκαταλήψεις της ανθρωπότητας, αλλά τουλάχιστον θα τις περιορίσει σε μεγάλο βαθμό».
Στο τελευταίο κεφάλαιο του «Τα πρώτα τρία λεπτά», ο Ουάινμπεργκ αναφέρει ότι το σύμπαν «αντιμετωπίζει μια μελλοντική δυσάρεστη κατάσταση, που θα χαρακτηρίζεται από αέναο ψύχος ή αφόρητη ζέστη», και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «το μέλλον φαντάζει το ίδιο δυσοίωνο».
Αυτή η «αρκετά τραγική θεώρηση της ανθρώπινης ζωής» ο Ουάινμπεργκ γράφει ότι δεν προήλθε από τους επιστήμονες αλλά ότι «εκφράζεται με όμορφο τρόπο στα σαιξπηρικά έργα, για παράδειγμα. Ο Πρόσπερος θα μπορούσε κάλλιστα να έχει κατά νου τη διάσπαση των πρωτονίων ή τις μαύρες τρύπες όταν περιγράφει ότι τα πάντα θα “διαλυθούν, και, όπως εξαφανίστηκε αυτό το άυλο θέαμα, θα σβήσουν όλα και δε θα μείνει ούτε ίχνος τους”. Οι έρωτες της Τιτάνιας και του Δημήτριου μας υπενθυμίζουν πόση τυχαιότητα κρύβεται στον προσδιορισμό αυτού που θα αποκτήσει αξία για εμάς. Και, για τους περισσότερους από εμάς, όπως και για τον Σαίξπηρ, καμία κοσμολογική ανησυχία δεν είναι εξίσου σημαντική με το γεγονός ότι για κάθε άτομο το σύμπαν ουσιαστικά θα πάψει να υφίσταται σε 102 χρόνια το πολύ. Οπως ο Γουιδέριος τραγουδά στον Κυμβελίνο, “αγόρια πλούσια και κορίτσια κάποτε θα χαθούν και, όπως οι φτωχοί, σε χώμα θα μεταβληθούν”. Η δική μας τραγωδία, όμως, δεν μοιάζει με την τραγωδία του Λιρ ή του Οθέλου. Η τραγωδία τους περικλείεται στο κείμενο του Σαίξπηρ. Η δική μας τραγωδία έγκειται στο γεγονός ότι δεν υπάρχει κανένα σενάριο. Ή μάλλον, πρέπει να γράψουμε το σενάριο μόνοι μας»…
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου