Ο αναπνευστήρας του Στίβεν Χόκινγκ
Αν κάτι εμπεδώθηκε σε αυτούς τους δύο μήνες που η πανδημία απειλεί ζωές, οικονομίες και θέτει σε αμφισβήτηση οικονομικά μοντέλα, πολιτικές θεωρίες και τον ίδιο τον καθημερινό τρόπο ζωής, είναι πως, μπροστά στον πραγματικά μεγάλο κίνδυνο, οι άνθρωποι (οι πολλοί άνθρωποι) έχουν να προστρέξουν μόνο στο κράτος πρόνοιας, στο κοινωνικό κράτος, στο δημόσιο σύστημα Υγείας.Το είδαμε στις ΗΠΑ, που, αν δεν έχεις χιλιάδες δολάρια να σωθείς, είσαι αναγκασμένος να αγωνιάς και να υπόκεισαι στην ύβρη ενός Προέδρου που αφού σου είπε ότι δεν υπάρχει πρόβλημα, ότι δεν μπορεί να σταματήσει η οικονομία, σου είπε να κάνεις ένεση χλωρίνης άμα αρρωστήσεις. Το είδαμε στη χτυπημένη από την παγκόσμια κρίση των προηγούμενων ετών Ευρώπη, που, παρά τα αδύναμα συστήματα δημόσιας Υγείας, αυτά ήταν και οι μόνες δομές που μπορούσαν να αντεπεξέλθουν, παρότι δεν κατάφεραν να αποτρέψουν δεκάδες χιλιάδες θανάτους.
Την προηγούμενη εβδομάδα, η οικογένεια του σπουδαίου Βρετανού αστροφυσικού Στίβεν Χόκινγκ, ο οποίος πέθανε το 2018, δώρισε τον αναπνευστήρα του στο νοσοκομείο Royal Papworth του Κέιμπριτζ, καθώς οι αναπνευστήρες είναι ένα βασικό υλικό που απαιτείται κατά την περίθαλψη ασθενών με κορωνοϊό. Βεβαίως, επρόκειτο για μια συμβολική κίνηση από την οικογένεια του επιστήμονα προς ένα νοσοκομείο που του είχε προσφέρει φροντίδα μέσα στις δεκαετίες που προχωρούσε η σπάνια νόσος του κινητικού νευρώνα που κατέληξε σε παράλυσή του και απώλεια της δυνατότητας ομιλίας.
Πέρα από την αυταπόδεικτη αξία του κάθε συμβολισμού, στην περίπτωση εκείνου που χρησιμοποίησε η οικογένεια Χόκινγκ έχει αυξημένη βαρύτητα. Το πιο απλό και αυτονόητο πράγμα σε μια σύγχρονη κοινωνία είναι προϋπόθεση για το πιο μεγάλο και σπουδαίο, όπως έδειξε μέσα από τη ζωή του ο συγγραφέας του «Χρονικού του Χρόνου». Έχοντας χάσει την εγγενή ικανότητα να μιλάει, ο Στίβεν Χόκινγκ χρησιμοποίησε από το 1986 μια μέθοδο που μέσω χρήσης ενός προγράμματος υπολογιστή και το πάτημα ενός διακόπτη του επέτρεπε να διαλέγει έτοιμες φράσεις ή γράμματα από μια τεράστια τράπεζα λέξεων. Συνδεδεμένος με την αναπηρική καρέκλα του, μπορούσε να χρησιμοποιεί την πασίγνωστη πλέον ρομποτική φωνή του για να επικοινωνεί μέχρι και 15 λέξεις το λεπτό. Αργά, υπομονετικά, αποφασιστικά. «Μπορώ να επικοινωνώ καλύτερα τώρα από ό,τι προτού χάσω τη φωνή μου», είχε πει.
Να συνεχίσουμε να μιλάμε...
Η αυτονόητη σημασία της ομιλίας και η ανάγκη για επικοινωνία με τους άλλους, μέσα από το παράδειγμα του Βρετανού επιστήμονα, είχε αποτυπωθεί εμπορικά το 1993 σε μόλις μερικές φράσεις του, με τη χρήση της ρομποτικής φωνής του στο σπικάζ για μια διαφήμιση της British Telecom που γι’ αυτόν τον λόγο έμελλε να μείνει στην Ιστορία. «Για εκατομμύρια χρόνια το ανθρώπινο είδος ζούσε ακριβώς όπως τα ζώα. Τότε κάτι συνέβη που απελευθέρωσε τη δύναμη της φαντασίας μας, μάθαμε να μιλάμε. Μάθαμε να ακούμε. Η ομιλία επέτρεψε την επικοινωνία των ιδεών μας, δίνοντας τη δυνατότητα στους ανθρώπους να δουλεύουν μαζί και να χτίσουν το ακατόρθωτο. Τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της ανθρωπότητας έγιναν πραγματικότητα επειδή οι άνθρωποι μιλούσαν και οι μεγαλύτερες αποτυχίες της επειδή δεν μιλούσαν. Δεν χρειάζεται να είναι έτσι. Οι υψηλότερες προσδοκίες μας μπορούν να γίνουν πραγματικότητα στο μέλλον, με την τεχνολογία στη διάθεσή μας, οι πιθανότητες είναι αμέτρητες, το μόνο που χρειάζεται να κάνουμε είναι να συνεχίσουμε να μιλάμε».
Συγκινημένος από το μήνυμα που κουβαλούσε η μηχανική φωνή, το 1994, ο κιθαρίστας των Pink Floyd Ντέιβιντ Γκίλμουρ χρησιμοποίησε αποσπάσματα σε ένα τραγούδι του δίσκου «Division Bell», όπου περιγράφει την αποξένωση, για να συμπεράνει, με τα λόγια του Χόκινγκ, ότι «το μόνο που χρειάζεται να κάνουμε, είναι να συνεχίσουμε να μιλάμε».
Η ικανότητα του ανθρώπου να ομιλεί είναι μια αυτονόητη προϋπόθεση της επικοινωνίας, που από εκεί και πέρα προσφέρει τη δυνατότητα για να μεγαλουργήσει η ζωή ή να καταστραφεί. Άρα, το μόνο που χρειάζεται να κάνουμε, είναι να συνεχίσουμε να μιλάμε. Όπως ένας αναπνευστήρας είναι μια απλή κατασκευή που όμως όταν είσαι άρρωστος αποτελεί προϋπόθεση για να μείνεις στη ζωή και από εκεί και πέρα να έχεις τη δυνατότητα να μεγαλουργήσεις ή να την καταστρέψεις. Άρα, το μόνο που χρειάζεται να κάνουμε, είναι να συνεχίσουμε να αναπνέουμε.
Το μήνυμα για το NHS
Έτσι, πέραν του τεράστιου συμβολισμού της, η κίνηση της οικογένειας Χόκινγκ να δωρίσει τον αναπνευστήρα του είχε ένα σαφές μήνυμα. Την ανάγκη ενίσχυσης (και) του βρετανικού ΕΣΥ, του NHS. Διότι, ενώ η χώρα χρειάζεται τουλάχιστον 18.000 αναπνευστήρες για την αντιμετώπιση της πανδημίας, όπως είπε ο υπουργός Υγείας, αυτή τη στιγμή εκτιμάται ότι διαθέτει περίπου 10.000, δηλαδή τις μισές.
Η κόρη του, Λούσι Χόκινγκ, δήλωσε ότι ο πατέρας της ήταν ένας ασθενής με αναπνευστήρα και «του ήταν πολύ σημαντικό το Royal Papworth, το οποίο και τον βοήθησε σε ορισμένες πολύ δύσκολες περιόδους». Εξ ου και δώρισαν έναν αναπνευστήρα, μειώνοντας έστω κατά έναν τις χιλιάδες που υπολείπονται. Εξ ου και, όπως είπε, μετά τον θάνατό του, επέστρεψαν όλον τον ιατρικό εξοπλισμό που χρησιμοποιούσε και ανήκε στο NHS, μαζί και με εξοπλισμό που είχε αγοράσει ο ίδιος. «Τώρα τα παραδίδουμε όλα στο ΕΣΥ με την ελπίδα να τους βοηθήσουν στη μάχη εναντίον του κορωνοϊού», είπε.
Πανδημία και Δημοκρατία
Αυτό που εμπεδώθηκε λοιπόν σ’ αυτούς τους δύο μήνες της παγκόσμιας πανδημίας είναι ότι όσο πιο δυνατές είναι αυτές οι δημόσιες δομές, τόσο πιο αποτελεσματικά και συνολικά μπορούν να προστατέψουν τον πληθυσμό. Όσο πιο διευρυμένη είναι αυτή η δυνατότητα, τόσο πιο θωρακισμένη είναι και η Δημοκρατία. Γιατί, σε περιπτώσεις κρίσεων όπως η σημερινή πανδημία, κάτι τέτοιο αποτρέπει σημαντικά την καταφυγή σε ακραία μέτρα αναστολής ελευθεριών, με ό,τι συνέπειες έχει αυτό άμεσα στις ατομικές ελευθερίες καθαυτές, αλλά και έμμεσα λόγω των οικονομικών και εργασιακών συνεπειών της κρίσης. Δηλαδή ένα κράτος που έχει λόγους να φοβάται για το πώς θα αντεπεξέλθει ο μηχανισμός του όταν παραστεί μαζικά η ανάγκη, θα λάβει περισσότερο δραστικές αποφάσεις αναστολής και περιστολής ελευθεριών των πολιτών του για να τους προστατέψει, σε σύγκριση με ένα κράτος που γνωρίζει ότι ο μηχανισμός που διαθέτει είναι ισχυρός και ενισχυμένος.
Άρα, το πάνδημο αίτημα για ενδυνάμωση του κοινωνικού κράτους, που εμπεδώθηκε, μπορεί να είναι ένα παγκόσμιο μήνυμα για ενδυνάμωση της Δημοκρατίας. Το μόνο που χρειάζεται να κάνουμε, είναι να συνεχίσουμε να αναπνέουμε και να μιλάμε.
Πηγή:Λιονάκης Νίκος
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου