Επιστημονικά όργανα στην Ελλάδα πριν και μετά το 1821
Η έκθεση «1821, πριν και μετά» του Μουσείου Μπενάκη συγκροτείται κυρίως από χρηστικά αντικείμενα του 18ου & 19ου αιώνα με τους ζωγραφικούς πίνακες, τους χάρτες εποχής, τα γλυπτά ακόμα και τις φωτογραφίες μετά το 1850 να λειτουργούν καθοδηγητικά για τον επισκέπτη.
Απ’ τα πολλά – πάρα πολλά αντικείμενα που εκτίθενται στους τρεις ορόφους του Μουσείου θα σχολιαστούν εκείνα τα πολύ λίγα που σχετίζονται με την τεχνολογία, άντε και με την επιστήμη που υπάρχει πίσω τους.
Η παλάντζα και το αλφάδι, τρίγωνο κτίστη με βαρίδι, αποτελούν παραδοσιακά εργαλεία εμπόρων και τεχνιτών και παραπέμπουν σε προ-γαλιλαιϊκή φυσική.
Το σύμβολο της ναυτοσύνης μετά τον 12ο αιώνα, αντιπροσωπεύεται απ’ την ορειχάλκινη πυξίδα του ναύαρχου Ανδρέα Μιαούλη (1769-1835)
Η συλλογή οργάνων παρατήρησης και μέτρησης, επίσης άμεσα συνδεδεμένων με την ναυτοσύνη και τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, ολοκληρώνονται με τρία τηλεσκόπια.
Το επινικελωμένο τηλεσκόπιο της Μπουμπουλίνας (1776-1825),
το τηλεσκόπιο του ναύαρχου Γιακουμάκη Τομπάζη (1782-1829)
και εκείνο του στρατηγού Γεώργιου Καραϊσκάκη (1780-1827)
Αυτή η πλούσια συλλογή συγκροτεί την εύλογη υπόθεση πως αυτή την περίοδο τα επιστημονικά όργανα που συντηρήθηκαν μέχρι σήμερα, είχαν απόλυτα χρηστικό χαρακτήρα.
Ελέγξαμε την εκπαιδευτική διάσταση αυτής της υπόθεσης στα καταγεγραμμένα όργανα φυσικής & χημείας της «Σχολής της Χίου», μετέπειτα «Γυμνάσιου Χίου» με διευθυντή απ’ το 1814 ως το 1820 τον αρχιμανδρίτη Ν. Βάμβα (1776 – 1855) και τον μέντορά του Αδαμάντιο Κοραή (1748 – 1833) να παραγγέλνει και να αποστέλλει τα πρώτα όργανα Φυσικής από το Παρίσι.
Η υπόθεση επιβεβαιώνεται αφού όργανα κατασκευασμένα την περίοδο που συζητάμε, είναι ένα τηλεσκόπιο και ένα κατοπτρικό μικροσκόπιο με πηγή το φυσικό φως.
Στην αντίστοιχη καταγραφή του Γυμνάσιου Σύρου που ιδρύθηκε ακολουθώντας το προσφυγικό ρεύμα των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου μετά την καταστροφή της Χίου και διευθύνθηκε όπως και το Γυμνάσιο Χίου απ’ τον Νεόφυτο Βάμβα, δεν αναφέρεται κανένα σχετικό όργανο αυτής της εποχής.
Απ’ τα όργανα που έφερε στη σχολή που ίδρυσε στην Άνδρο τη δεκαετία του 1830, το «Ορφανοτροφείο Άνδρου», ο Θεόφιλος Καΐρης (1784 – 1853), διασώζεται το τηλεσκόπιο της επόμενης φωτογραφίας, που χρησιμοποιήθηκε για αστρονομικές παρατηρήσεις των μαθητών της σχολής. Το τηλεσκόπιο εντάσσεται στις συλλογές της Καϊρείου Βιβλιοθήκης, στην Άνδρο.
Η υπόθεση πως τα όργανα που έφτασαν στη χώρα την περίοδο της Επανάστασης μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα και διασώθηκαν μέχρι σήμερα είχαν κυρίως χρηστική και λιγότερο επιστημονικά διερευνητική στόχευση επιβεβαιώνεται και απ’ την ταξινομία του Ελληνικού Αρχείου Επιστημονικών Οργάνων.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι αναφορές για πειράματα με ηλεκτροστατική γεννήτρια απ’ τον διευθυντή της Ακαδημίας Βουκουρεστίου Μανασσή Ηλιάδη (1730 – 1805). Αυτές οι επιδείξεις εξελίχθηκαν από το 1779 – 80, στο «Πειραματικόν Θέατρον» που δεν είναι αυτό που πιθανόν να νόμισες. Επρόκειτο για δημόσιες επιστημονικές πειραματικές επιδείξεις με τα εργαστήρια να ονομάζονταν τότε, «Ταμεία Φυσικής Ιστορίας».
Το ακόλουθο απόσπασμα απ’ το «Φυσικής Απάνθισμα» (Βιέννη, 1790) του Ρήγα (1757 – 1798) που υπήρξε ακροατής του «Πειραματικού Θεάτρου», περιγράφει μια ηλεκτροστατική μηχανή που ακολουθούσε την αρχή λειτουργίας αυτής που κατασκεύασε ο Otto von Guericke (1602 – 1686).
Την εποχή που ιστορούμε, «την τελευταίαν λέξιν της προόδου των ηλεκτροστατικών μηχανών» εκπροσωπούσαν οι γεννήτριες Ramsden, σημειώνει στον πρόλογο του «Φυσικής Απάνθισμα», (ΕΕΦ, 1971) ο καθηγητής Ηλεκτρονικής Φυσικής στο Φυσικό της Αθήνας, Μιχαήλ Αναστασιάδης (1909 – 1978).
η “επιστημοσύνη” της εποχής: ηλεκτροστατικές μηχανές Ramsden
Την κατασκεύασε ο εγγλέζος μαθηματικός & αστρονόμος Jesse Ramsden (1735 – 1800), το 1768. Ο Ramsden έγινε γνωστός ως κατασκευαστής οργάνων αστρονομίας, τοπογραφίας και ναυτοσύνης.
Σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης που παρήγαγαν επιστήμη, η Ramsden βγήκε απ’ τις αίθουσες διαλέξεων των πανεπιστημίων και βρέθηκε σε κοσμικά σαλόνια ακόμα και σε λαϊκές μπυραρίες ως όργανο επίδειξης των θαυμάτων του ηλεκτρισμού, πριν την ανάδειξη των μαγνητικών φαινομένων που απαιτούσαν τη στήλη του Volta.
Η προηγούμενη απεικόνιση της Ramsden βρίσκεται στο βιβλίο «Γραμματική των Φιλοσοφικών Επιστημών του Μπέντζαμιν Μαρτέν» (Βιέννη, 1799), σε μετάφραση του Άνθιμου Γαζή (1764 – 1828). Ο Benjamin Martin (1705 – 1782) υπήρξε άγγλος λεξικογράφος, εκλαϊκευτής της επιστήμης και κατασκευαστής επιστημονικών οργάνων.
Αναζητήσαμε τη διασπορά αυτής της μηχανής επίδειξης στο ευρύτερο ελλαδικό χώρο την περίοδο της Επανάστασης μέχρι το 1900 ως μια παράμετρο της υποδοχής και της διάδοσης των νέων ιδεών, εδώ του στατικού ηλεκτρισμού, την περίοδο που αναπτύσσεται ο ηλεκτρομαγνητισμός στα εργαστήρια της Δυτικής Ευρώπης και των ΗΠΑ.
Ο Άνθιμος Γαζής εξοπλίζει το 1805, τη Σχολή στις Μηλιές του Πηλίου με την πρώτη Ramsden που διαπιστώσαμε στον ελλαδικό χώρο. Το τμήμα της που διασώθηκε εικονίζεται στην αριστερή φωτογραφία (1). Στην δεξιά εικονίζεται μια απ’ τις δυό γεννήτριες που βρέθηκαν στην κατοχή της οικογένειας Τομπάζη (2). Ήταν δώρο του κορσικανού διπλωμάτη Carlo Andrea Pozzo di Borgo (1764 – 1842) στον καραβοκύρη Εμμανουήλ Τομπάζη (1784 – 1831), αδελφό του ναύαρχου Γιακουμάκη Τομπάζη, με την οποία έκανε ιδιωτικές επιδείξεις.
Απ’ τις Ramsden που παρουσιάζουμε, μονό αυτή του Τομπάζη φέρει την αυθεντική μονωτική βάση της οριζόντιας μεταλλικής ράβδου και της προσαρτημένης ψήκτρας. Στις υπόλοιπες είτε απουσιάζει είτε έχει αντικατασταθεί από σύγχρονο μονωτικό υλικό.
Απ’ τις Ramsden που έχουν αποκτηθεί την περίοδο 1850 – 1880, διασώζονται αυτή που προμηθεύτηκε το Γυμνάσιο Ναυπλίου (3), το 1850, και μια ακόμα απ’ το Γυμνάσιο Μυτιλήνης (4), προμήθεια του 1870.
Ο Παναγιώτης Λάζος μελετώντας τα αρχεία της Μεγάλης του Γένους Σχολής, στην Κωνσταντινούπολη διαπίστωσε καταγραφή δύο ηλεκτροστατικών μηχανών που δεν διασώζονται. Η μία ήταν Ramsden, αγορασμένη το 1857 και δωρισμένη στη Σχολή το 1865 απ’ τον αυτοκρατορικό αρχιτέκτονα Χατζη -Στεφανή Γαϊτανάκη (1821 – 1880). Στην απογραφή του σχολικού έτους 1878 – 79 ο Λάζος βρήκε τιμολόγιο επισκευής της μηχανής. Αυτό το εύρημα σκιαγραφεί την ευπάθεια και την ανάγκη τακτικής συντήρησης που απαιτούν διαχρονικά όλοι οι τύποι των ηλεκτροστατικών μηχανών.
Διασώζονται δύο ακόμα Ramsden αποκτημένες την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα.
Με τη μία είχε εξοπλιστεί το Ιωνίδειο Γυμνάσιο Πειραιά (5), το 1890 και με την άλλη το Γυμνάσιο Άμφισσας (6)
Διατηρείται ακόμα μια, που αποτελεί δωρεά του Ι. Αναστασίου Θεσσαλονικέως στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (7), υποθέτουμε μετά την ίδρυση του Πανεπιστήμιου το 1837.
Τα σχολικά εργαστήρια στην αρχή του 20ου αιώνα εξοπλίζονται και με άλλους τύπους ηλεκτροστατικών μηχανών, όπως αυτές που βρέθηκαν στο Γυμνάσιο Χανίων, πριν την επικράτηση των Wimshurst, που κατασκεύασε ο εγγλέζος J. Wimshurst (1832 – 1903), το 1880.
μπορεί το παρελθόν της εργαστηριακής εκπαίδευσης να σκιαγραφήσει το μέλλον της;
τα τεκμήρια δηλώνουν πως ό, τι κρίθηκε άξιο να διασωθεί απ’ τα εργαστήρια των ελληνικών σχολών πριν και μετά το 1821 ήταν κυρίως τα όργανα που είχαν χρηστική αξία.
Συναντήσαμε αναφορές σχετικά με τη διδακτική χρησιμότητα των ηλεκτρικών συσκευών στο περιοδικό του Ελληνικού Διαφωτισμού «Λόγιος Ερμής», που εκδιδόταν στη Βιέννη απ’ τον Α. Γαζή. Παραθέτουμε αυτήν που ανακοινώνει την έκδοση της «Πειραματικής Φυσικής» (Βιέννη, 1812), του Κωνσταντίνου Βαρδαλάχου (1753/55 – 1830)
Και μια ακόμα που παρουσιάζει την «Επιτομή Φυσικής», (Βιέννη, 1813) του Δημητρίου Δάρβαρη (1757 – 1823)
Παραθέτουμε επίσης την αναπαράσταση μιας Ramsden απ’ τις σημειώσεις των μαθημάτων του Θεόφιλου Καΐρη, μάλλον συνταγμένων από μαθητή του.
Δεν απαντήσαμε όμως αντίστοιχα τεκμήρια για τη εξάπλωση του πνεύματος της πειραματικής διδασκαλίας στις επόμενες γενιές δασκάλων. Ενώ τα βιβλία των διαφωτιστών διασώθηκαν, δεν αποδόθηκε ίδια επιμέλεια στα όργανα που εξασφαλίστηκαν για να εξυπηρετήσουν τα σχετικά πειράματα ηλεκτρισμού που περιγράφουν αυτά τα βιβλία.
Σε ένα κράτος που έχει αφετηρία το 1821, μικρό, φτωχό, χωρίς επιστημονικό και τεχνολογικό παρελθόν, είναι δύσκολο να καρπίσουν οι επιδείξεις στατικού ηλεκτρισμού, με τα αλεξικέραυνα να παίρνουν θέση στα κωδωνοστάσια των ναών πολύ αργότερα. Γι’ αυτό, όταν οι ενθουσιώδεις και ενημερωμένοι δάσκαλοι που εξασφάλισαν τους πόρους για να προμηθευτούν τις μηχανές Ramsden απομακρύνθηκαν απ’ τα εργαστήριά τους, χάθηκε και η τεχνογνωσία που ανέπτυξαν.
Ως εξαίρεση παραθέτουμε την περίπτωση του Βάμβα, που δίδασκε τη Χημεία με περιεχόμενο τα λάδια και τα σαπούνια της Χίου, σύμφωνα με τη μαρτυρία του αγγλικανού ιεραπόστολου και συγγραφέα William Jowett (1787 – 1855) που περιόδευσε την ευρύτερη περιοχή απ΄ την Κωνσταντινούπολη μέχρι την Ιερουσαλήμ. Η φήμη της χρηστικής διδασκαλίας του Βάμβα έφτασε μέχρι την Πόλη και οι τουρκικές αρχές ενίσχυσαν γι’ αυτό τον λόγο το σχολείο του με 20 φιορίνια.
Η ανάμνηση και μόνον αυτών των επιδείξεων, χωρίς την παράλληλη εμφάνιση αντίστοιχων τεχνολογικών εφαρμογών που θα διευκόλυναν την καθημερινή ζωή, δεν στάθηκε ικανή να κινητοποιήσει την ευρύτερη κοινότητα, διευθύνσεις σχολών και σχολείων, αλλά και τους μαθητευόμενους να απαιτήσουν τη συνέχεια αυτού του τρόπου διδασκαλίας και μάθησης.
Η αδυναμία οικοδόμησης εργαστηριακής παράδοσης εγκατέλειψε τα όργανα στην πατίνα της παρακμής, όπως η μηχανή Ramsden του Γυμνασίου Μυτιλήνης πριν την ανακατασκευή της
ή οι ορφανές ψήκτρες να μαρτυρούν την προμήθεια μιας Ramsden, στο Γυμνασίου Σύρου.
Ίσως και διότι οι βασικοί στόχοι της εκπαίδευσης ήταν η εθνική ομογενοποίηση και οι “χρήσιμες” γνώσεις που μπορούσαν να αξιολογηθούν τυπικά, εξασφαλίζοντας πιστοποιήσεις μόρφωσης που συνεπάγονταν κοινωνική ανέλιξη, σε ένα κράτος με μεγάλο αναλφαβητισμό και στη φάση οικοδόμησης συνεκτικής ταυτότητας.
Αυτή η τάση απεικονίζεται στην κατανομή των ωρών διδασκαλίας στα Αναλυτικά Προγράμματα του 1836, όπως την αποδελτίωσε ο Χρίστος Ξενάκης, επισημαίνοντας παράλληλα τη μετάφραση ή συγγραφή βιβλίων με πλούσια περιγραφή πειραμάτων αλλά τη διδασκαλία τους χωρίς εργαστήρια.
Η προσπάθεια για την εξασφάλιση αυτών των τυπικών πιστοποιήσεων μόρφωσης δεν στάθηκε ικανή να καλλιεργήσει παράλληλα εκείνο το διερευνητικό πνεύμα που είναι απαραίτητο για την ανάπτυξη γόνιμων επιστημονικών κοινοτήτων.
Ο χρησιμοθηρικός στόχος στην εκπαίδευση υποβόσκει και σήμερα, άρρητος αλλά κυρίαρχος.
Η ανάρτηση πάτησε στη δουλειά όσων αντιμετώπισαν τα παλαιά όργανα των σχολείων τους, όχι σαν σκουπίδια αλλά ως πηγές αναστοχασμού και εμπνεύσεων για τη διδασκαλία.
Είναι οι διαχρονικά πολλοί που φρόντισαν και αποδελτίωσαν τα όργανα του Γυμνασίου Χίου και τους μνημονεύουμε στο πρόσωπο του Αντώνη Μπουρνιά, εκείνοι που έκαναν το ίδιο στο Γυμνάσιο Σύρου με προεξάρχοντα τον Τζώρτζη Μακρυωνίτη, οι άλλοι που επιμελήθηκαν τη συλλογή στο Γυμνάσιο Μυτιλήνης, θα αναφέρουμε ενδεικτικά τον Πολύδωρο Τσέγγο, οι συνεργάτες του ΕΚΦΕ Χανίων, εδώ ο φίλος μας ο Δήμος Μαρκογιαννάκης.
Η Νικολέτα Ανδρικάκη μας γνώρισε την ιστορία του Γυμνάσιου Άμφισσας, ο Παναγιώτης Λάζος με την αρχειακή εργασία του στη Μεγάλη του Γένους Σχολή μας ενημέρωσε για το εργαστήριό της, η Ν. Ζυγούρη μας γνωστοποίησε τα σχετικά με την Ramsden του Ε. Τομπάζη, οι πολλοί απ’ το ΕΙΕ & το ΕΚΠΑ που επιμελήθηκαν το Ελληνικό Αρχείο Επιστημονικών Οργάνων μας επέτρεψαν να ελέγξουμε τη διασπορά των Ramsden στα σχολεία της χώρας και ο Χρίστος Ξενάκης με τη διατριβή του μας περιόδευσε στο «πείραμα ως μέθοδο έρευνας και γνώσης στα έργα των λογίων της προεπαναστατικής περιόδου».
Κλείνοντας επιστρέφουμε στην έκθεση του Μουσείου Μπενάκη, απ’ όπου ξεκινήσαμε.
Γνωρίζαμε το «Απάνθισμα Φυσικής» του Ρήγα απ’ την έκδοση της ΕΕΦ, φωτοτυπική αντιγραφή απ’ το αντίτυπο της Εθνικής Βιβλιοθήκης, με διαστάσεις μικρού μεγέθους βιβλίου 22 x 15cm. Στην έκθεση διαπιστώσαμε ότι η πρώτη έκδοση είχε διαστάσεις βιβλίου τσέπης, 18 x 13 cm, ίσως γιατί ο Ρήγας την προόριζε να ταξιδέψει όσο πιο πολύ γινόταν.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου