Νέο επεισόδιο στον επιστημονικό «πόλεμο» της μαύρης τρύπας
Δύο εναλλακτικές θεωρίες διασταυρώνουν τα ξίφη τους, προτείνοντας η καθεμία μία εναλλακτική θεωρία ως πιθανή εξήγηση για το «παράδοξο της χαμένης πληροφορίας» στις μαύρες τρύπες, ένα γρίφο που παραμένει άλυτος εδώ και 40 χρόνια περίπου.Η πρώτη θεωρία ανήκει στον Στίβεν Χόκινγκ και ανακοινώθηκε από τον Βρετανό φυσικό στις 25 Αυγούστου. Τώρα, ο Ολλανδός Γκέραρντ Χουφτ, καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης και κάτοχος του βραβείου Νόμπελ φυσικής από το 1999, διατυπώνει μια διαφορετική εξήγηση που, σύμφωνα με τον ίδιο, απαντά πιο πειστικά στο πρόβλημα.
Η αντιπαράθεση των δύο θεωριών αποτελεί ουσιαστικά ένα καινούριο επεισόδιο στον επιστημονικό «πόλεμο» της μαύρης τρύπας, δηλαδή στη διαμάχη για την τύχη των πληροφοριών που είναι κωδικοποιημένες σε όσα αντικείμενα καταλήγουν σε μια μαύρη τρύπα.
Σε αυτό το πρώτο επεισόδιο, επικεφαλής του ενός «στρατοπέδου» ήταν ο Στίβεν Χόκινγκ και του αντίπαλου ο Αμερικανός φυσικός Λέοναρντ Σάσκιντ και ο Χουφτ.
Με δεδομένο ότι το βαρυτικό πεδίο μιας μαύρης τρύπας είναι τόσο ισχυρό που «καταπίνει» οποιοδήποτε φωτόνιο ή μάζα βρεθεί στην εμβέλειά του (τον «ορίζοντα γεγονότων»), το ερώτημα ήταν τι συμβαίνει με τις πληροφορίες που είναι κωδικοποιημένες σε αυτά. Αρχικά ο Χόκινγκ θεωρούσε πως χάνονται για πάντα, με τους Σάσκιντ και Χουφτ να υποστηρίζουν το αντίθετο και να κηρύσσουν τον «πόλεμο» εναντίον αυτής της λύσης.
Τελικά, αποδείχθηκε πως ο Βρετανός φυσικός είχε κάνει λάθος, κάτι που παραδέχθηκε.
Αν όμως η πληροφορία δεν εξαφανίζεται διά παντός, με ποιον τρόπο καταφέρνει να «επιζήσει»; Αυτό είναι το «παράδοξο της χαμένης πληροφορίας», το οποίο ουσιαστικά φέρνει σε αντίφαση τη γενική θεωρία της σχετικότητας με την κβαντική φυσική, δηλαδή ούτε λίγο ούτε πολύ τους δύο βασικούς «πυλώνες» της σύγχρονης φυσικής.
Για να λύσει το παράδοξο, τον Αύγουστο ο Χόκινγκ διατύπωσε έναν θεωρητικό μηχανισμό, σύμφωνα με τον οποίο οι πληροφορίες της ύλης και του φωτός δεν καταλήγουν στη μαύρη τρύπα.
Αντίθετα, αποθηκεύονται με τη μορφή ολογραμμάτων, δηλαδή μιας δισδιάστατης περιγραφής των τρισδιάστατων οντοτήτων, και μεταφέρονται στον «έξω κόσμο» μέσω της ακτινοβολίας που ο ίδιος προέβλεψε θεωρητικά πως εκπέμπει κάθε μαύρη τρύπα.
Η λύση όμως του Βρετανού φυσικού βρίσκει αντίθετο τον Χουφτ, ο οποίος προτείνει μια διαφορετική εξήγηση. Σύμφωνα με τον νομπελίστα από το πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης, το «κλειδί» βρίσκεται στη δράση της βαρύτητας. Έτσι, στην περίπτωση που ένα αντικείμενο αρχίζει να «γλιστρά» στη μαύρη τρύπα, παραμορφώνεται το βαρυτικό του πεδίο.
Επομένως, όταν η εξερχόμενη ακτινοβολία της μαύρης τρύπας περνά μέσα από το πεδίο του αντικειμένου, μεταβάλλεται η τροχιά της.
Σε αυτή τη μεταβολή «αποτυπώνονται» οι πληροφορίες που είναι κωδικοποιημένες στο αντικείμενο, με συνέπεια να μην εξαφανισθούν μαζί του για πάντα.
Ο επιστήμονας παραλληλίζει αυτό το φαινόμενο με έναν «καθρέφτη», που επιτρέπει στις μαύρες τρύπες να ανακλούν τις πληροφορίες στο διάστημα.
Η αντιπαράθεση των δύο θεωριών αποτελεί ουσιαστικά ένα καινούριο επεισόδιο στον επιστημονικό «πόλεμο» της μαύρης τρύπας, δηλαδή στη διαμάχη για την τύχη των πληροφοριών που είναι κωδικοποιημένες σε όσα αντικείμενα καταλήγουν σε μια μαύρη τρύπα.
Σε αυτό το πρώτο επεισόδιο, επικεφαλής του ενός «στρατοπέδου» ήταν ο Στίβεν Χόκινγκ και του αντίπαλου ο Αμερικανός φυσικός Λέοναρντ Σάσκιντ και ο Χουφτ.
Με δεδομένο ότι το βαρυτικό πεδίο μιας μαύρης τρύπας είναι τόσο ισχυρό που «καταπίνει» οποιοδήποτε φωτόνιο ή μάζα βρεθεί στην εμβέλειά του (τον «ορίζοντα γεγονότων»), το ερώτημα ήταν τι συμβαίνει με τις πληροφορίες που είναι κωδικοποιημένες σε αυτά. Αρχικά ο Χόκινγκ θεωρούσε πως χάνονται για πάντα, με τους Σάσκιντ και Χουφτ να υποστηρίζουν το αντίθετο και να κηρύσσουν τον «πόλεμο» εναντίον αυτής της λύσης.
Τελικά, αποδείχθηκε πως ο Βρετανός φυσικός είχε κάνει λάθος, κάτι που παραδέχθηκε.
Αν όμως η πληροφορία δεν εξαφανίζεται διά παντός, με ποιον τρόπο καταφέρνει να «επιζήσει»; Αυτό είναι το «παράδοξο της χαμένης πληροφορίας», το οποίο ουσιαστικά φέρνει σε αντίφαση τη γενική θεωρία της σχετικότητας με την κβαντική φυσική, δηλαδή ούτε λίγο ούτε πολύ τους δύο βασικούς «πυλώνες» της σύγχρονης φυσικής.
Για να λύσει το παράδοξο, τον Αύγουστο ο Χόκινγκ διατύπωσε έναν θεωρητικό μηχανισμό, σύμφωνα με τον οποίο οι πληροφορίες της ύλης και του φωτός δεν καταλήγουν στη μαύρη τρύπα.
Αντίθετα, αποθηκεύονται με τη μορφή ολογραμμάτων, δηλαδή μιας δισδιάστατης περιγραφής των τρισδιάστατων οντοτήτων, και μεταφέρονται στον «έξω κόσμο» μέσω της ακτινοβολίας που ο ίδιος προέβλεψε θεωρητικά πως εκπέμπει κάθε μαύρη τρύπα.
Η λύση όμως του Βρετανού φυσικού βρίσκει αντίθετο τον Χουφτ, ο οποίος προτείνει μια διαφορετική εξήγηση. Σύμφωνα με τον νομπελίστα από το πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης, το «κλειδί» βρίσκεται στη δράση της βαρύτητας. Έτσι, στην περίπτωση που ένα αντικείμενο αρχίζει να «γλιστρά» στη μαύρη τρύπα, παραμορφώνεται το βαρυτικό του πεδίο.
Επομένως, όταν η εξερχόμενη ακτινοβολία της μαύρης τρύπας περνά μέσα από το πεδίο του αντικειμένου, μεταβάλλεται η τροχιά της.
Σε αυτή τη μεταβολή «αποτυπώνονται» οι πληροφορίες που είναι κωδικοποιημένες στο αντικείμενο, με συνέπεια να μην εξαφανισθούν μαζί του για πάντα.
Ο επιστήμονας παραλληλίζει αυτό το φαινόμενο με έναν «καθρέφτη», που επιτρέπει στις μαύρες τρύπες να ανακλούν τις πληροφορίες στο διάστημα.
Πηγή: Ναυτεμπορική
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου