Συνέντευξη με τον γήινο Διονύση Σιμόπουλο
Ποιες ήταν οι κρίσιμες εμπειρίες που σας οδήγησαν απ’ το θρανίο του σχολείου στον θόλο του Ευγενιδείου Πλανηταρίου και στη θέση του διευθυντή, σε ηλικία μόλις 29 ετών; Τελικά διαλέγουμε τί θα γίνουμε ή είναι τα ταλέντα μας αυτά που μας διαλέγουν και, υποσυνείδητα, μας καθοδηγούν;
Στη δική μου περίπτωση, ήταν απλά θέμα τύχης. Θεωρώ ότι ήμουν πολύ τυχερός σε όλη μου την πορεία. Για οικονομικούς λόγους, μόλις τελείωσα το Λύκειο αναγκάστηκα να φύγω για την Αμερική όπου δούλευα από την πρώτη ημέρα που πήγα μέχρι και την τελευταία. Εκεί εκτός των σπουδών μου, μου δόθηκε η ευκαιρία να αναλάβω σε μικρή ηλικία θέσεις που εδώ θα χρειαζόμουν δεκαετίες. Με άλλα λόγια η Αμερική μου άνοιξε την πόρτα σε δρόμους που θα ήταν σχεδόν αδύνατον να περπατήσω αν είχα παραμείνει εδώ. Έτυχε τέλος να είμαι στην κατάλληλη θέση, την κατάλληλη στιγμή, και να γνωρίσω τους κατάλληλους ανθρώπους που χρειάζονταν κάποιον σαν εμένα. Φυσικά κάποια στιγμή θα γύριζα οπωσδήποτε στην Ελλάδα, έτυχε όμως αυτό να γίνει νωρίτερα και με καλύτερους όρους που οφείλονταν αποκλειστικά στην τύχη! Θέλω να πιστεύω, πάντως, ότι για να παραμείνει κάποιος σε μία παρόμοια θέση επί τόσα χρόνια πρέπει να διαθέτει και κάποιες αρετές!
Για μερικούς το ταλέντο είναι ο καθοδηγητικός παράγοντας που τους οδηγεί στην επαγγελματική τους επιλογή. Οι περισσότεροι καλλιτέχνες βρίσκονται σ’ αυτή την κατηγορία. Άλλοι ακολουθούν τα χνάρια του πατέρα τους στις επιχειρηματικές ασχολίες του. Υπάρχουν και ορισμένοι που επηρεάζονται από κάποιον μέντορα, κάποιον δάσκαλο που τους καθοδηγεί προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση. Άλλοι πάλι βασίζουν τις επιλογές τους σε τελείως τυχαία γεγονότα, ενώ υπάρχουν κι εκείνοι που εμπίπτουν σ’ ένα συνδυασμό των περιπτώσεων αυτών.
Εάν απαράβατοι φυσικοί νόμοι διέπουν την ύλη και την ενέργεια του σύμπαντος, έχει κανένα νόημα να μιλάμε για ελευθερία επιλογής; Είναι ο «υλικός άνθρωπος» έστω και ελάχιστα ελεύθερος ή οι ζωές μας προδιαγράφονται, από την αρχή έως το τέλος τους, από δυνάμεις που μας ξεπερνούν;
Δεν το ξέρω. Γνωρίζω φυσικά όσα μας διδάσκει η κβαντομηχανική αλλά με όσα έχουμε διαπιστώσει μέχρι τώρα δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για την ύπαρξη ή μη της ελευθερίας επιλογής, γιατί δε διαθέτουμε τις απαραίτητες αποδείξεις για να αποφανθούμε για την πραγματικότητα ή την ψευδαίσθηση μιας τέτοιας υπόθεσης. Πιστεύουμε δηλαδή ότι δεν είμαστε μαριονέτες αλλά δεν μπορούμε και να αποδείξουμε του λόγου το αληθές. Η συμπεριφορά μας δηλαδή δεν καθορίζεται απόλυτα από εξωγενείς παράγοντες, είτε τους ονομάζουμε Θεό ή νόμους της φύσης. Γιατί η ελευθερία επιλογής είναι στη βάση της φιλοσοφικής αντίληψης που έχουμε ως άτομα - ότι η μοίρα μας δεν μπορεί να είναι αυτή που καθορίζει την συμπεριφορά μας.
Οι αρχαίοι μας πρόγονοι θεωρούσαν ότι «το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον», κάτι που σε ορισμένες περιπτώσεις έχει αποδειχτεί και πειραματικά. Οι δομές του εγκεφάλου μας, που είναι υπεύθυνες για την οποιαδήποτε σωματική κίνηση, ενεργοποιούνται προτού εμείς δώσουμε εντολή για τις εκούσιες κινήσεις μας, προτού δηλαδή το «αποφασίσουμε» συνειδητά. Κι όμως, εγώ τουλάχιστον, δεν μπορώ να αποδεχτώ μία μοιρολατρική αντίληψη της ζωής και το ότι η έκφραση της ελεύθερης επιλογής είναι απλώς μια ψευδαίσθηση.
Αν επομένως γυρνούσαμε τον χωροχρόνο «πίσω» και ξαναπατούσαμε «play», θα συνέβαινε τίποτα διαφορετικό ή θα είχαμε μια επανάληψη του ίδιου Κοσμικού Σεναρίου έως και την παραμικρή του λεπτομέρεια;
Κάτι τέτοιο φυσικά δεν γίνεται και ούτε είναι δυνατόν να ξέρουμε πως θα εξελίσσονταν το Σύμπαν έως και στην παραμικρή του λεπτομέρεια. Αυτό που ξέρουμε είναι ότι εάν υφίσταντο οι ίδιοι νόμοι, θα δημιουργούνταν παρόμοιες καταστάσεις αλλά όχι βέβαια στις λεπτομέρειές τους. Δεν θα μπορούσε να δημιουργηθεί δηλαδή η Γη και να εξελιχθεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Γιατί η ροή της εξέλιξης δεν μπορεί να επαναληφθεί, έστω κι αν γνωρίζουμε όλους επακριβώς τους νόμους που διέπουν το Σύμπαν.
Χρειαζόμαστε την υπόθεση της ύπαρξης του Θεού για να εξηγήσουμε οτιδήποτε - από την Μεγάλη Έκρηξη μέχρι τη δημιουργία της ζωής και την εξέλιξη των ειδών στον πλανήτη μας ή μπορούν όλα να δικαιολογηθούν και εν τη απουσία Του;
Σήμερα έχουμε αποδεικτικά στοιχεία που μας οδηγούν σε ορισμένα συμπεράσματα για τον τρόπο με τον οποίο γεννήθηκε και εξελίχτηκε το Σύμπαν τα τελευταία 13,82 δισεκατομμύρια χρόνια.
Τα συμπεράσματα αυτά μας υπαγορεύουν ότι δεν υπάρχει ανάγκη για την ύπαρξη ενός υπέρτατου όντος, έστω κι αν ένα τέτοιο υπέρτατο Όν όντως υπάρχει, είτε το ονομάσουμε Θεό ή οτιδήποτε άλλο. Το χέρι του Θεού δηλαδή δεν ήταν απαραίτητο για την δημιουργία του Σύμπαντος, το οποίο σχηματίστηκε από μόνο του, «εκ του μηδενός», και με τη λογική των νόμων της φυσικής.
Παρ’ όλα αυτά, εάν εξετάσουμε την εξελικτική πορεία της επιστημονικής σκέψης, από την εποχή των Ιώνων φυσικών φιλοσόφων μέχρι τα σύγχρονα επιτεύγματα της θεωρητικής φυσικής και της κοσμολογίας, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η ανθρωπότητα δεν θα μπορέσει ποτέ να απαντήσει σε ορισμένα βασικά ερωτήματα όπως το γιατί οι νόμοι της φύσης είναι αυτοί που είναι κι όχι κάποιοι άλλοι.
Ποια είναι η γνώμη σας για την υποχρεωτική διδασκαλία των θρησκευτικών στα σχολεία; Θα αντικαθιστούσατε τα Θρησκευτικά με κάποιο άλλο μάθημα; Με ποιο;
Σ’ ένα εκπαιδευτικό σύστημα όπου το μάθημα της Αστρονομίας εξοβελίστηκε τελείως από την διδακτέα ύλη, τα θρησκευτικά μας «μάραναν»; Δεν μπορώ να κατανοήσω καθόλου το σκεπτικό των ανθρώπων που διαμορφώνουν τα διάφορα προγράμματα σπουδών και οι οποίοι εμφανώς δεν έχουν την ίδια άποψη με όσους από εμάς θεωρούν την κατάρτιση των μαθητών σε θέματα επιστήμης και τεχνολογίας ιδιαίτερα σημαντική και για την χώρα, αλλά και για τους ίδιους τους μαθητές. Οπότε το μάθημα των θρησκευτικών είναι το τελευταίο που θα με απασχολούσε.
Δεν θα με ενοχλούσε καθόλου η αποβολή οποιουδήποτε μαθήματος από τις εγκύκλιες σπουδές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ακόμη και του μαθήματος της Αστρονομίας, εφ’ όσον η όποια «μεταρρύθμιση» κατόρθωνε να μάθει στους μαθητές «πώς να σκέφτονται»! Ούτε θεωρώ ότι είναι αναγκαστικά απαραίτητο ένα ξεχωριστό μάθημα Αστρονομίας, αλλά ένα μάθημα βασικών τουλάχιστον γνώσεων φυσικών επιστημών (αστρονομίας και γεωφυσικής-γεωλογίας) που θα έπρεπε οπωσδήποτε να περιλαμβάνεται στα μαθήματα της Α’ Λυκείου, ενώ η διδασκαλία του θα πρέπει να γίνεται με έναν τρόπο εποπτικό και εν πολλοίς από τους ίδιους τους μαθητές κάτω από την εποπτεία του καθηγητή. Το ίδιο και για τα Θρησκευτικά.
Γιατί να φέρει ένας γονιός το παιδί του στο Πλανητάριο; Τι προσφέρει στον μέσο πολίτη που «δεν ασχολείται με αυτά τα πράγματα» η επαφή του με την εκλαϊκευμένη επιστήμη;
Γιατί τα ίδια τα παιδιά τους το ζητούν. Τις δύο τελευταίες δεκαετίες, με τις καταπληκτικές φωτογραφίες που μας στέλνουν τα διαστημικά μας τηλεσκόπια και τις πραγματικά ενδιαφέρουσες ανακαλύψεις που ανακοινώνονται καθημερινά, το ευρύ κοινό και ιδιαίτερα οι νέοι, θέλουν να μάθουν περισσότερα. Είναι άλλωστε στη φύση του ανθρώπου να θέλει να μάθει. Όπως έγραφε ο Αριστοτέλης πριν από 2.300 χρόνια: «Πάντες άνθρωποι του ειδέναι ορέγονται φύσει». Είναι αυτό που μας κάνει κυνηγούς της γνώσης, πειραματιστές και εξερευνητές.
Ίσως, κάτι βαθιά χαραγμένο στη γενετική μας δομή να μας ωθεί στην περιπέτεια της εξερεύνησης και στην αναζήτηση της αλήθειας. Το βασικό πλεονέκτημα των συστημάτων που διαθέτει το Πλανητάριο είναι η δυνατότητα να δημιουργεί στο θεατή την αίσθηση της ενσωμάτωσής του στον εικονικό χώρο, περιβαλλόμενος από τις εικόνες και τους ήχους του.
Έτσι, οι παραστάσεις του Νέου Ευγενιδείου Πλανηταρίου μετατρέπονται σε πολύπλοκες θεατρικές παραγωγές που στηρίζονται στο κέντρισμα των αισθήσεων των θεατών. Οι επισκέπτες φεύγουν από το Πλανητάριο συνεπαρμένοι από την συμμετοχή τους σε ένα «πανηγύρι των αισθήσεων» χωρίς να συνειδητοποιούν άμεσα ότι απέκτησαν νέες γνώσεις σαν αποτέλεσμα της εμπειρίας τους αυτής. Οι σωστές άλλωστε παρουσιάσεις δεν μονολογούν αλλά αντίθετα πρέπει να συγκινούν, να ενθουσιάζουν και να εμπνέουν τον θεατή.
Δεν μπορώ να φανταστώ έναν σύγχρονο άνθρωπο να είναι αμέτοχος των επιτευγμάτων της σύγχρονης επιστημονικής δραστηριότητας όταν σε καθημερινή βάση καθένας και κάθε μία από εμάς χρησιμοποιεί 50 με 60 διαφορετικά αντικείμενα τα οποία προέρχονται από τις διαστημικές μας έρευνες. Γι’ αυτό στο Πλανητάριο συνεχίζουμε να επεκτείνουμε τις δραστηριότητές μας με επιμορφωτικά άρθρα, με εκπομπές στην τηλεόραση αλλά και με διαλέξεις σε όλη τη χώρα, τις οποίες παρακολουθούν εκατομμύρια μικροί και μεγάλοι θεατές και αναγνώστες.
Το Ευγενίδειο Πλανητάριο αποτελεί, άλλωστε, ένα παγκόσμιας κλάσεως κέντρο διάχυσης των επιστημονικών γνώσεων και θα συνεχίσει να εμπνέει και να καινοτομεί, αντλώντας παράλληλα ό,τι καλύτερο μπορεί να προσφέρει ο κόσμος της «ψυχαγωγικής επιμόρφωσης».
Μετακινείται φιλοσοφικά η πλειονότητα των πολιτών από την κεκτημένη γνώση και, αν ναι, γιατί στους δρόμους γύρω από το Ευγενίδειο Ίδρυμα, χιλιάδες άνθρωποι συμβουλεύονται ακόμη, καθημερινά, τα ωροσκόπιά τους;
Είναι μάλλον αντικείμενο μελέτης των κοινωνιολόγων ή ψυχολόγων. Γιατί μετά από προσπάθειες άνω των 40 ετών είναι εμφανές ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μία τεράστια διαπλοκή συμφερόντων στην οποία εμπλέκονται όσοι υπόσχονται ότι θα λύσουν τα όποια προβλήματα των πελατών τους με την βοήθεια των άστρων, των πλανητών, της τράπουλας και των προφητειών και σ’ αυτούς που τους προωθούν.
Ο άκρατος τσαρλατανισμός στο μεγαλείο του! Πάρτε, για παράδειγμα, τις διάφορες καθημερινές «life-style» τηλεοπτικές εκπομπές που διαφημίζουν ασύστολα και προωθούν απερίσκεπτα τις μοιρολατρικές αυτές δοξασίες, αφού όλες τους σχεδόν διαθέτουν απαραιτήτως και τον/την επίσημο αστρολόγο τους που με βαρύγδουπες ασυναρτησίες διακηρύττει τις «προβλέψεις» του για τον καθένα από μας, ενώ πολλές φορές συνοδεύονται από τα «αχα-χούχα» των μοντέρνων τηλεπαρουσιαστών που σιγοντάρουν τις σκοταδιστικές αυτές αντιλήψεις και δοξασίες μιας κάποιας άλλης εποχής που θεωρούσαμε ότι είχε εκλείψει προ πολλού.
Η επιρροή όμως που έχει η τηλεόραση στο ευρύ κοινό είναι αποδεδειγμένα πολύ μεγάλη. Έτσι, όταν ο κόσμος βλέπει και ακούει τους διάφορους τσαρλατάνους των πρωινών εκπομπών να διακηρύσσουν με περισπούδαστο ύφος τις «λύσεις» στα προβλήματα που αντιμετωπίζει καθημερινά, και να τους διαβεβαιώνουν ότι αυτοί «ξέρουν», τότε δεν είναι παράξενο που τόσοι πολλοί παρασέρνονται στην «αυθεντία» της τηλεόρασης: «το είδα στην τηλεόραση», «το είπαν στην τάδε εκπομπή» κ.ο.κ.
Το βασικό που πρέπει να γνωρίζει κάποιος σχετικά με τις αστρολογικές δοξασίες είναι ένα: τα προβλήματα μας δεν λύνονται «δια μαγείας» ή με «από μηχανής θεούς», γιατί απλούστατα τα άστρα, οι πλανήτες και τα ζώδια (12 ή 13 ή 24 ή όποιον άλλον αριθμό θέλετε) δεν επηρεάζουν στο παραμικρό τη ζωή μας και τη μοίρα μας.
Κατ’ αρχάς τα άστρα αλλά και οι πλανήτες είναι πάρα πολύ μακριά, τόσο, που καμία δύναμή τους δεν μπορεί να επιδράσει επάνω μας. Για παράδειγμα, αν η Γη μας σμικρυνθεί στο μέγεθος ενός κερασιού και τοποθετηθεί στην πλατεία Συντάγματος, τότε ο Δίας, θα έχει το μέγεθος μίας μπάλας του μπάσκετ και θα βρίσκεται στο Χίλτον. Ποια σημασία έχει λοιπόν, όταν ολόκληρη η Γη είναι ένα κεράσι στο Σύνταγμα, αν ένας άνθρωπος γεννήθηκε στην Πάτρα ή στη Νέα Υόρκη - παράμετρο που οι αστρολόγοι θεωρούν σημαντική - σε σχέση με τις υποτιθέμενες «δυνάμεις» που ασκούνται από την μπάλα του μπάσκετ που βρίσκεται στο Χίλτον;
Όπως καταλαβαίνετε, λοιπόν, όσα λένε οι αστρολόγοι δεν είναι παρά «φύκια που εμφανίζονται ως μεταξωτές κορδέλες». Μόνο η γνώση και η ενημέρωση, μπορεί να καταπολεμήσει μία τέτοια κατάντια, κι εμείς παρ’ όλες τις απογοητεύσεις προσπαθούμε ακόμη!
Δεν θα σας ρωτήσω αν πιστεύετε στο Θεό γιατί ξέρω ότι προτιμάτε να μην τοποθετείστε δημόσια επ’ αυτού. Θα ήθελα ωστόσο να μάθω τι θεωρείτε πιο πιθανό: την ύπαρξη του Θεού ή αυτή των εξωγήινων;
Μα με την διατύπωση του ερωτήματός σας ήδη το κάνατε, οπότε δεν μπορώ να μην σας απαντήσω! Θα μπορούσα το κάνω με ένα απλό «Ναι» ή «Όχι», αλλά στην ουσία μία τέτοια απλοϊκή απάντηση σε ένα τόσο πολύπλοκο ερώτημα θα ήταν το λιγότερο μία υπεκφυγή. Η έννοια του υπέρτατου Όντος είναι μια εντελώς προσωπική υπόθεση για τον καθένα μας. Σ’ αυτή την περίπτωση δεν μπορεί να μιλήσει το λογικό, μιλάει μόνο το συναίσθημα και το εσωτερικό του ανθρώπου.
Δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση. Και για αυτό αρνούμαι να απαντήσω με ένα ναι ή με ένα όχι. Γιατί η απάντηση που θα σου δώσω θα επηρεάσει ίσως κάποιους ανθρώπους υπέρ ή κατά. Επειδή τα προσωπικά πιστεύω ενός ανθρώπου, εμού ή κάποιου άλλου, δεν μπορούν να αποδειχτούν, γι’ αυτό και για να μην παρεξηγηθώ, αποφεύγω να απαντάω.
Βλέπεις, η Φυσική έχει έναν περιορισμό σχετικά με την ύπαρξη ή όχι του Θεού, γιατί εμείς οι φυσικοί ασχολούμαστε με πράγματα που μπορούμε να αποδείξουμε. Εφόσον δεν μπορούμε να αποδείξουμε όλα όσα λέμε, δεν μπορούμε να εκφέρουμε και κάποια ουσιαστική γνώμη ή άποψη δημοσίως. Παρ’ όλα αυτά γνωρίζω πολλούς επιστήμονες οι οποίοι έχουν τοποθετηθεί θετικά στην ύπαρξη του Θεού, όπως και επιστήμονες που έχουν την αντίθετη άποψη. Θεωρώ, όμως, ότι και οι δύο αυτές τοποθετήσεις είναι εξ αρχής λάθος γιατί δεν υπάρχει κανείς που θα μπορούσε να αποδείξει επιστημονικά την ύπαρξη ή μη του Θεού. Θα ήταν άλλωστε και αλαζονικό να πούμε πώς ορίζεται το Θείο. Πώς είναι, λοιπόν, δυνατόν για οποιονδήποτε επιστήμονα, να ισχυριστεί ότι υπάρχει ή δεν υπάρχει κάτι που «πιστεύω» εγώ ή εσείς ή οποιοσδήποτε άλλος;
Σήμερα, πάνω στον πλανήτη υπάρχουν περίπου 7,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι και είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν και 7,5 δισεκατομμύρια διαφορετικά «πιστεύω». Αντιλήψεις που έχει καθένας από μας για το υπέρτατο Ον ή την ανυπαρξία του. Γι’ αυτό, λοιπόν, προσωπικά δεν με προβληματίζουν τέτοιου είδους αναζητήσεις, αφού απλούστατα ο καθένας μας έχει το δικαίωμα να «πιστεύει» αυτά που θέλει, χωρίς να μπορεί, φυσικά, να «αποδείξει» του λόγου το αληθές. Εξ ορισμού, άλλωστε, είναι αδύνατη μια τέτοια προσπάθεια. Κι ενώ οι θρησκευτικές πεποιθήσεις των ανθρώπων βασίζονται αποκλειστικά στην «πίστη», αντίθετα οι επιστημονικές μας ανακαλύψεις απαιτούν «απόδειξη».
Δεν μου απαντήσατε, όμως, για την ύπαρξη των εξωγήινων.
Κάτι παρόμοιο μπορούμε να πούμε και για τους εξωγήινους γιατί, απλούστατα, μέχρι τώρα δε διαθέτουμε καμιά απόδειξη για την ύπαρξή τους, αν και στη περίπτωση των εξωγήινων έχουμε κάτι περισσότερο επειδή βασιζόμαστε στην αστροφυσική λογική.
Δεν υπάρχει επιστήμονας στον κόσμο (ίσως ελάχιστοι) που να πιστεύει ότι η Γη είναι το μοναδικό μέρος στο οποίο δημιουργήθηκε ζωή. Είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν στο Σύμπαν τρισεκατομμύρια πλανήτες με ζωή. Στους περισσότερους από αυτούς, η ζωή πρέπει να εξελίχθηκε σε νοήμονα όντα, με όλες τις ενδιάμεσες καταστροφές και αφανισμούς που θα μπορούσαν να έχουν συμβεί. Οι αποστάσεις όμως που μας χωρίζουν από τ’ άλλα άστρα και τους άλλους πιθανούς εξωγήινους πολιτισμούς είναι ένα ανυπέρβλητο πρόβλημα όσο τεχνολογικά αναπτυγμένος κι αν είναι ένας εξωγήινος πολιτισμός. Μέσα σε ένα Σύμπαν, δηλαδή, που ίσως να σφύζει από ζωή, είμαστε, περιέργως πως, απομονωμένοι σαν σε καραντίνα.
Εάν τώρα υπάρχει κάποιος αναπτυγμένος πολιτισμός κάπου στο Γαλαξία μας, με τόσο αναπτυγμένη τεχνολογία που ούτε καν μπορούμε να φανταστούμε και που θα του επέτρεπε να φτάσει μέχρις εδώ, σε εύλογο χρόνο, δεν ξέρω. Σ’ αυτή την περίπτωση ίσως να έχουν ήδη έρθει κι εμείς να μην τους έχουμε πάρει χαμπάρι!
Έστω, λοιπόν, ότι υπάρχουν εξωγήινοι “εκεί Έξω». Πώς θα μπορούσαν να είναι; Υπάρχει άραγε (η οποιαδήποτε) πιθανότητα να μας μοιάζουν;
Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική και οι πιθανότητες σχεδόν μηδενικές. Οι επιστήμονες υπογραμμίζουν το γεγονός ότι όλες οι μορφές της ζωής στη Γη βασίζονται στο μόριο του νουκλεϊκού οξέος. Λίγες μόνο διαφορές στο μόριο αυτό είναι το μόνο που απαιτείται για να ‘χουμε ένα λουλούδι ή μία μέλισσα, ένα πουλί ή μία ζέβρα.
Ακόμα και αν κάπου στο Σύμπαν υπήρχε ένας πλανήτης ακριβώς στο ίδιο μέγεθος με τη Γη, στην ίδια ακριβώς απόσταση από ένα άστρο ίδιο ακριβώς με τον Ήλιο, οι πιθανότητες είναι αποφασιστικά ενάντια στην προοπτική της επανάληψης ενός βιολογικού κύκλου όμοιου με τον γήινο.
Η νοημοσύνη βέβαια μπορεί να προκύψει πάνω σε έναν τέτοιο πλανήτη, δεν υπάρχει όμως κανένας επιστημονικά, λόγος, που να την κάνει να μοιάζει με τη δική μας. Τί άλλες πιθανότητες υπάρχουν άραγε για το είδος της νοημοσύνης σε έναν πλανήτη μεγαλύτερο ή μικρότερο από τη Γη; Θερμότερο ή πιο ψυχρό; Δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για τίποτα. Οποιεσδήποτε εικασίες κι αν κάνουμε, βασίζονται στη φαντασία μας με βάση το πρότυπο της ανθρώπινης μορφής. Οι εξωγήινοι όμως μπορεί να έχουν τελείως διαφορετικές μορφές, αν και σε γενικές γραμμές τα σώματά τους θα πρέπει να είναι συμμετρικά και να διαθέτουν ένα είδος ματιού, ή ματιών για να βλέπουν. Αν έχουν αναπτυχθεί τεχνολογικά θα έχουν και πόδια για να περπατούν, κι ένα είδος χεριών για να κατασκευάζουν. Εδώ όμως σταματάνε και οι προβλέψεις μας.
Ελπίζουμε φυσικά ότι οι βασικοί ορισμοί της ζωής ισχύουν σ’ ολόκληρο το Σύμπαν. Τα περισσότερα είδη ζωής για παράδειγμα, παίρνουν ενέργεια από τη τροφή ή το φως, έχουν συστήματα αυτοσυντήρησης και αυτοάμυνας στους κινδύνους του περιβάλλοντος και αναπαράγονται. Επηρεασμένη από το μέγεθος του πλανήτη της, τη γεωγραφία του και την ατμόσφαιρά του, η νοημοσύνη μπορεί να εξελιχθεί σε πραγματικά εξωτικές φυσικές δομές και όργανα αισθήσεων και κίνησης. Ακόμη και η τεχνητή νοημοσύνη που συνυπάρχει ή διαδέχεται του βιολογικούς της προγόνους, αποτελεί επίσης κι αυτή μιαν άλλη παράξενη πιθανότητα.
Σπουδάσατε στην Αμερική σε μία δεκαετία δύσκολη για την Ελλάδα. Σήμερα, θα συμβουλεύατε τους εκκολαπτόμενους επιστήμονες που έχουν την δυνατότητα, να φύγουν στο εξωτερικό;
Πράγματι το 1961 μέναμε στην Πάτρα με ενοίκιο. Ο πατέρας μου ως συνταξιούχος έπαιρνε σύνταξη 1.980 δραχμών, όταν οι σπουδές στην Ελλάδα κόστιζαν τότε αρκετά (βιβλία, δίδακτρα, διαβίωση μακριά από το σπίτι), ενώ στην Αμερική δούλευα και παράλληλα σπούδαζα, κάτι που δεν μπορούσα να κάνω στην Ελλάδα του 1960, όταν πολλοί άλλοι συμπατριώτες μας έφευγαν μετανάστες για να δουλέψουν στη βόρεια Ευρώπη, στην Αυστραλία και στον Καναδά.
Θεωρώ το εξωτερικό, είτε σε επίπεδο εκπαίδευσης είτε σε εργασιακό επίπεδο, ότι βοηθάει πολύ στη διαμόρφωση νέων οριζόντων σε όσους έχουν την ευκαιρία να πάνε έξω. Η εμπειρία είναι πραγματικά ανεκτίμητη. Την συνιστώ ανεπιφύλακτα σε όλους, με όσες και όποιες δυσκολίες κι αν παρουσιάζει ένας τέτοιος δρόμος. Και είμαι επίσης αισιόδοξος, ότι σε μερικά χρόνια από σήμερα, όταν πια τα πράγματα θα έχουν αλλάξει προς το καλύτερο, αυτό το ανθρώπινο δυναμικό που σήμερα φεύγει στο εξωτερικό, θα επιστρέψει, όπως επέστρεψα κι εγώ και τόσοι άλλοι συνάδελφοι. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να σταματήσουμε την ανάπτυξη του δυναμικού αυτού. Στο κάτω-κάτω, δύο είναι οι πηγές του πλούτου μας σ’ αυτή τη χώρα: ο τουρισμός και οι άνθρωποί μας. Γι’ αυτό είμαι αισιόδοξος ότι τα πράγματα θα αλλάξουν, επειδή υπάρχει αυτό το ανθρώπινο δυναμικό.
Στην εξίσωση του Φρανκ Ντρέικ για την εκτίμηση των τεχνολογικά προηγμένων πολιτισμών στον Γαλαξία μας, μία από τις μεταβλητές είναι και ο μέσος χρόνος ζωής αυτών των πολιτισμών μέχρι την αυτοκαταστροφή τους. Ποιος είναι κατά την γνώμη σας ο μεγαλύτερος αυτοκαταστροφικός κίνδυνος της ανθρωπότητας;
Πράγματι, ο αριθμός των εξωγήινων πολιτισμών που υφίστανται στο Σύμπαν είναι δυνατόν να κυμαίνεται πάρα πολύ ανάλογα με τον χρόνο που μία φυλή λογικών όντων μπορεί να επιβιώσει ως πλήρως τεχνολογική κοινωνία. Μερικοί μάλιστα επιστήμονες υπολογίζουν ότι μια τέτοια φυλή είναι δυνατόν να επιζήσει επί 50 μόνο χρόνια μετά την δυνατότητα αποστολής και λήψης ραδιοσημάτων, διότι υπάρχει ο κίνδυνος να αυτοκαταστραφούν με έναν πυρηνικό πόλεμο ή με τη συνεχή μόλυνση του περιβάλλοντός. Γι' αυτό, με τόσο μικρές περιόδους επιβίωσης, ο αριθμός των τεχνολογικών πολιτισμών που μπορούν να υφίστανται ταυτόχρονα στον Γαλαξία μας θα πρέπει, σε τελική ανάλυση, να μην είναι και τόσο μεγάλος, οπότε και η μέση απόσταση μεταξύ τους θα πρέπει να είναι τεράστια.
Ο Στήβεν Χώκινγκ πρόσφατα προειδοποιούσε ότι, αν το είδος μας δεν δρομολογήσει την έξοδο του στα αστέρια, «θα είναι δύσκολο να αποφύγει την καταστροφή μέσα στον επόμενο αιώνα, πόσο μάλλον μέσα στην επόμενη χιλιετία».
Δεν ξέρω που βασίζει ο Χόκινγκ την εκτίμηση αυτή. «Βλέπω» κι εγώ ότι ο σύγχρονος ανθρώπινος πολιτισμός αντιμετωπίζει όντως πολλά προβλήματα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στον αφανισμό μας. Αλλά η έξοδός μας σε άλλους πλανήτες, άλλων άστρων, στα επόμενα 100 ή 1.000 χρόνια δεν πρόκειται να μας σώσει, αφού μια τέτοια μετοίκιση δεν θα εξαλείψει τους όποιους κινδύνους θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια τεράστια καταστροφή.
Τον Οκτώβριο, ο Αμερικανός πρόεδρος Ομπάμα γνωστοποιούσε την φιλοδοξία των ΗΠΑ για μια επανδρωμένη αποστολή στον Άρη έως την δεκαετία του 2030 ενώ και ο ιδρυτής της Space-X, Έλον Μασκ, υποσχόταν την απαρχή της αποίκησης στον Κόκκινο Πλανήτη ίσως και ακόμη νωρίτερα. Είναι όμως εφικτή η εγκατάσταση μιας αποικίας στον Άρη, όταν δεν έχουμε καν «πειραματιστεί» με μια βάση στη Σελήνη; Αρκεί η εμπειρία του τροχιακού Διεθνούς Διαστημικού Σταθμού και των επίγειων πειραμάτων ή οι πρώτες μας απόπειρες θα είναι καταδικασμένες στη θανατηφόρα αποτυχία;
Οι «προφητείες» από οποιονδήποτε κι αν προέρχονται είναι σήμερα παρακινδυνευμένες. Παρ’ όλα αυτά θα έλεγα, με την ανάλογη επιφυλακτικότητα, ότι δεν θα ήταν παράλογο να αναμένουμε επιστροφή του ανθρώπου στη Σελήνη στις επόμενες 2-3 δεκαετίες.
Όσο, όμως κι αν θα το ‘θελα προσωπικά, επανδρωμένα ταξίδια προς τον Άρη δεν βλέπω να υλοποιούνται πριν από το τέλος του αιώνα που διανύουμε, εκτός κι αν μιλάμε για «μια κι έξω αποστολή αυτοκτονίας». Όσον αφορά, τώρα, τον ανθρώπινο αποικισμό οποιουδήποτε άλλου σώματος, εκτός Γης, δεν πρόκειται να γίνει πραγματικότητα για πολλές ακόμη δεκαετίες, ακόμη και για τη Σελήνη, και σίγουρα όχι για τον Άρη για τουλάχιστον όλους όσους βρίσκονται σήμερα εν ζωή.
Θα μου πείτε, φυσικά, αυτό που έλεγε κι ο Konstantin Tsiolkovsky, ότι δηλαδή «η Γη είναι όντως η κοιτίδα της ανθρωπότητας, αλλά δεν μπορεί κανείς να ζει στη κούνια του για πάντα»! Το δέχομαι και το ελπίζω κι εγώ. Όχι, όμως, με την τεχνολογία και τις γνώσεις που έχουμε αποκτήσει έως τώρα.
Μια αποστολή στη Σελήνη μετ’ επιστροφής απαιτεί ταξίδι διάρκειας μιας εβδομάδας συνολικά για να επιστρέψουν με ασφάλεια πίσω οι αστροναύτες. Συγκριτικά η αποστολή ως τον πλανήτη Άρη θα απαιτήσει έξι με οκτώ μήνες συνεχούς πτήσης να πάνε, με όλες τις δυσκολίες που ενέχει το εγχείρημα για το πλήρωμα. Αντίστοιχα άλλο τόσο θα διαρκέσει και η επιστροφή τους ενώ θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη μας ότι, σε αντίθεση με την αποστολή στη Σελήνη, το πλήρωμα θα πρέπει να περιμένει ώστε ο Άρης να βρεθεί και πάλι πλησίον της Γης. Κατά συνέπεια το ταξίδι τους θα απαιτήσει συνολικά περί τα δυο χρόνια. Πρέπει επίσης να κατασκευασθεί κι ένα νέου τύπου σύστημα μεταφοράς των αστροναυτών.
Πάντως συγκριτικά με το παρελθόν, που οι μεγάλες εταιρίες έβλεπαν μακριά, σε κλίμακα δεκαετιών, σήμερα οι προτάσεις τους για νέα διαστημόπλοια έχουν πολύ πιο περιορισμένο χρονικό ορίζοντα. Αυτές οι αποστολές θα μπορούσαν να παρομοιαστούν με τα πρώτα βήματα ενός παιδιού. Όπως παρακινείται από την έμφυτη τάση και τους γονείς να περπατήσει με λάθη, αστάθεια, δισταγμό, φόβο αλλά και επιμονή, έτσι θα συμβεί και με την ανθρωπότητα.
Η ανθρωπότητα, παρακολουθώντας την καινούργια αυτή προοπτική σταδιακά να μετατρέπεται σε πραγματικότητα θα προσαρμόζεται ολοένα και περισσότερο στα νέα δεδομένα. Παράλληλα, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, θα κατανοήσει ότι η εξερεύνηση του Διαστήματος μπορεί μεν να φαίνεται ακριβή υπόθεση, αλλά τελικώς δεν είναι. Τα ποσά που επενδύονται για κάθε μια από τις αποστολές ουσιαστικά αξιοποιούνται προκειμένου να βελτιωθεί η καθημερινότητα μας προς όφελος συνολικώς της ποιότητας ζωής, της υγείας, του περιβάλλοντος κλπ. Ουσιαστικά δεν υπάρχει κάποια πτυχή της ζωής μας που να μην επηρεάζεται από τις διαστημικές αποστολές και την τεχνολογία που αναπτύσσεται για να τις υποστηρίξει.
Πείτε μας ένα βιβλίο που θα ξαναδιαβάζατε, μία ταινία που θα ξαναβλέπατε και ένα ταξίδι που θα ξανακάνατε ευχαρίστως.
Στην περίπτωση βιβλίων και ταινιών είναι τόσα πολλά που έχω δυσκολία επιλογής. Παρ’ όλα αυτά δύο βιβλία του Νίκου Καζαντζάκη, η «Αναφορά στον Γκρέκο» και το «συνοδευτικό» του η «Ασκητική» ή όπως προτιμώ τον άλλο του τίτλο το “Salvatores Dei”, είναι αναμφισβήτητα τα πιο προσφιλή μου. Τα έχω καθημερινά δίπλα μου και δεν περνάει εβδομάδα χωρίς να τους ρίξω μερικές τουλάχιστον ματιές. Γιατί αυτού του είδους τα βιβλία, ιδιαίτερα το δεύτερο, δεν διαβάζονται με την κλασική έννοια, αλλά μελετώνται διαφορετικά. Συνολικά θα έλεγα ότι διαθέτω μαζί τους καμιά 50ρια ώρες κάθε χρόνο.
Από ταινίες έχω μια ιδιαίτερη προτίμηση στο “Citizen Kane” του Orson Welles, ίσως επειδή έχω κι εγώ το δικό μου “Rosebud” στις αναμνήσεις της παιδικής μου ηλικίας. Aλλά η ταινία που βλέπω απαραιτήτως 2-3 φορές κάθε χρόνο, την περίοδο των Χριστουγέννων, και με την ίδια συγκίνηση, είναι το “It’s a Wonderful life” του Φρανκ Κάπρα. Είναι μια ταινία που σε μένα τουλάχιστον «μιλάει» σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα.
Στην περίπτωση του ταξιδιού η επιλογή είναι πολύ εύκολη, αφού το επαναλαμβάνω πολλές φορές τα τελευταία χρόνια: επίσκεψη στη Λουιζιάνα όπου πέρασα 11 σχεδόν χρόνια ως φοιτητής αλλά και ως εργαζόμενος. Η Λουιζιάνα μου πρόσφερε, ως μη όφειλε, μία πολύ καλή εκπαίδευση, πολλούς και αγαπητούς φίλους και μία σύντροφο που μου συμπαραστέκεται, σε χαρές και σε λύπες, εδώ και μισό σχεδόν αιώνα!
Πηγή: http://www.skai.gr/ του Πάνου Σακκά
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου