Πώς επηρεάζει το WiFi την υγεία μας;
Πόσο εύλογες είναι όμως οι ανησυχίες για τους κινδύνους από το WiFi;
Καταρχάς, να σημειώσουμε ότι ο ΠΟΥ δεν τοποθετεί στην κατηγορία 2β τις καρκινογόνες ουσίες. Αυτές τις τοποθετεί στην κατηγορία 1. Στην κατηγορία 2β ο ΠΟΥ τοποθετεί όλα όσα δεν έχουμε αποκλείσει ότι είναι καρκινογόνα. Για παράδειγμα, σε αυτή την κατηγορία, ανάμεσα σε άλλα, έχει κατατάξει τον καφέ, την έκθεση σε εκτυπωτές (printers), τις ξυλουργικές εργασίες, και τα ξιδάτα λαχανικά. Σε αυτή την κατηγορία ο ΠΟΥ έχει κατατάξει και τις ραδιοσυχνότητες, δηλαδή την χαμηλής συχνότητας ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, η οποία χρησιμοποιείται από τα κινητά τηλέφωνα, το WiFi, και τους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς για μετάδοση των εκπομπών τους. Το WiFi έχει προκαλέσει σε κάποιους ανησυχία λόγω μίας - και μόνο μίας - έρευνας, η οποία έχει δείξει αυξημένο κίνδυνο καρκινογένεσης από τη χρήση κινητών τηλεφώνων, ούτε καν από WiFi (για όποιον ενδιαφέρεται, εδώ η έρευνα). Η έρευνα αυτή δεν έχει από τότε επαληθευτεί. Εν αντιθέσει, άλλοι επιστήμονες έχουν εντοπίσει σημαντικά μεθοδολογικά προβλήματα και μια μετα-ανάλυση η οποία έχει μελετήσει όλες τις έρευνες που είχαν δημοσιευτεί μέχρι τότε δεν βρήκε αξιόπιστα στοιχεία αρνητικών επιδράσεων στην υγεία (εδώ η έρευνα:). Παρόλα αυτά, λειτουργώντας στη βάση της αρχής της προφύλαξης ο ΠΟΥ έχει τοποθετήσει την χαμηλής-συχνότητας ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία στην κατηγορία 2β.
Τί είναι όμως η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία;
Ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία είναι το WiFi, οι ακτίνες-Χ, το ορατό φως, τα ραδιοκύματα, κ.α. (δείτε Σχήμα 1). Όλα αυτά είναι μορφές ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, η οποία ήταν πάντα παρούσα παντού και συνεχώς στο περιβάλλον. Κάποιες πηγές ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας είναι φυσικές, όπως για παράδειγμα o ήλιος που εκπέμπει το ορατό φως, και η κοσμική ακτινοβολία από το διάστημα. Αυτές οι πηγές υπήρχαν πάντα, και θα υπάρχουν όσο υπάρχουν αστέρια, γαλαξίες και μαύρες τρύπες. Άλλες πηγές ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας είναι ανθρώπινες, όπως το WiFi το οποίο επιτρέπει ασύρματη σύνδεση στο διαδίκτυο, οι ακτίνες-Χ που χρησιμοποιούνται για ακτινογραφίες ή τα ραδιοκύματα που χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση ραδιοφωνικών εκπομπών. Σημαντικό είναι επίσης να αναφέρουμε ότι πηγή ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας είναι και το ίδιο μας το σώμα, συγκεκριμένα ο εγκέφαλός μας. Οι νευρώνες του εγκεφάλου λειτουργούν χρησιμοποιώντας ηλεκτρικό ρεύμα το οποίο παράγει ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία. Αυτή είναι η ακτινοβολία που καταγράφουν τα ηλεκτρόδια τα οποία τοποθετούμε στο κρανίο κατά τη διάρκεια του ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος.
Κάποιος μπορεί να φανταστεί την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία σαν ενέργεια η οποία ταξιδεύει στο χώρο υπό τη μορφή κύματος με πολύ μεγάλη ταχύτητα, την ταχύτητα του φωτός (περίπου 300 χιλιάδες χιλιόμετρα ανά δευτερόλεπτο). Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας είναι η συχνότητα της ή το αντίστοιχο μήκος κύματος. Αφού η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία έχει την μορφή κύματος, η συχνότητα αναφέρεται στον αριθμό των κυμάτων που υπάρχουν σε ακτινοβολία διάρκειας ενός δευτερολέπτου. Όταν η απόσταση ανάμεσα στα κύματα είναι μικρή, τότε θα υπάρχουν πολλά κύματα σε 1 δευτερόλεπτο και η συχνότητα θα είναι μεγάλη. Ως εκ τούτου, η συχνότητα και το αντίστοιχο μήκος κύματος περιγράφουν την ποσότητα της ενέργειας που κουβαλά η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία. Έκθεση για 1 δευτερόλεπτο σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία με πολύ μεγάλη συχνότητα σημαίνει ότι το σώμα μας θα απορροφήσει πολύ μεγάλη ποσότητα ενέργειας. Για παράδειγμα, οι ακτίνες-Χ έχουν συχνότητα από 30 petahertz μέχρι και 30 exahertz ή μήκος κύματος από 0.01 μέχρι 10 nm (νανόμετρα, 10 nm ισούνται με 1 εκατομμυριοστό του 1 cm, δηλαδή: 10nm = 1 cm / 1,000,000,000). Για σκοπούς σύγκρισης, το ορατό φως έχει μήκος κύματος περίπου από 400-700 nm. Τα κύματα του ορατού φωτός, έχουν δηλαδή κατά περίπου 70 φορές μεγαλύτερη απόσταση το ένα από το άλλο σε σχέση με τα κύματα της ακτινοβολίας-Χ. Αυτό σημαίνει ότι αν εκτεθεί κάποιος σε ακτινοβολία από ακτίνες-Χ για 1 δευτερόλεπτο, θα απορροφήσει ενέργεια 70 φορές μεγαλύτερη από αυτή που απορροφά όταν εκτίθεται στο ορατό φως για το ίδιο χρονικό διάστημα.
Έτσι, ενώ το WiFi είναι ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, όπως για παράδειγμα και το ορατό φως, διαφέρει από το ορατό φως ως προς την ποσότητα της ενέργειας που κουβαλά. Ενώ δηλαδή το ορατό φως έχει μήκος κύματος 400-700 nm, το WiFi έχει μήκος κύματος περίπου 100,000 μεγαλύτερο (περίπου 6 cm). Αυτό σημαίνει ότι όταν το ανθρώπινο σώμα εκτίθεται στο ορατό φως απορροφά περίπου 100,000 φορές περισσότερη ενέργεια από αυτή που απορροφά όταν εκτίθεται στο WiFi. Για σκοπούς περαιτέρω σύγκρισης, να αναφέρουμε ότι η υπεριώδης ακτινοβολία έχει μήκος κύματος περίπου 300 nm. Αυτή η ακτινοβολία είναι αρκετά δυνατή για να διασπάσει μόρια του ανθρώπινου σώματος. Ανάμεσα στα μόρια που θα εκτεθούν στην υπεριώδη ακτινοβολία είναι και μόρια DNA, βλάβες στα οποία μπορεί να προκαλέσουν καρκίνο του δέρματος και άλλες παθήσεις. Ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία η οποία μπορεί να προκαλέσει ζημιά στα ανθρώπινα μόρια ονομάζεται ιοντίζουσα ακτινοβολία. Όπως φαίνεται στο Σχήμα 1, ακτινοβολία με συχνότητα μικρότερη του ορατού φωτός (όπως π.χ. το WiFi και τα ραδιοκύματα), ονομάζεται μη-ιοντίζουσα ακτινοβολία αφού δεν προκαλεί βλάβες σε μόρια του ανθρώπινου σώματος.
Γίνεται λοιπόν σαφές ότι τα επίπεδα ενέργειας που εκπέμπει το WiFi, τα οποία είναι 100,000 φορές μικρότερα από αυτά του ορατού φωτός, είναι πολύ χαμηλά για να προκαλέσουν οποιαδήποτε προβλήματα υγείας. Για σκοπούς σύγκρισης, να αναφέρουμε ότι εάν υποθετικά κάποιος εκτίθεται σε ακτινοβολία WiFi καθημερινά επί 24 ώρες το 24ωρο για ολόκληρη τη ζωή του (περίπου 80 χρόνια), θα εκτεθεί σε ακτινοβολία που αντιστοιχεί σε έκθεση περίπου 7 ωρών σε ορατό φως. Όντως, έρευνες που έχουν γίνει τις τελευταίες δεκαετίες έχουν επιβεβαιώσει ότι ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία με τις συχνότητες του WiFi δεν προκαλεί κάποια προβλήματα υγείας (δείτε Υ.Γ. για τα συμπεράσματα του ΠΟΥ από την επιστημονική έρευνα στο χώρο). Συμπερασματικά, δύο πράγματα μας κάνουν σήμερα να πιστεύουμε ότι το WiFi είναι απολύτως ασφαλές:
1. Δεν έχουμε βρει καθόλου στοιχεία που να συνδέουν το WiFi με προβλήματα υγείας
2. Σύμφωνα με τα όσα γνωρίζουμε, δεν υπάρχει τρόπος το WiFi να είναι βλαβερό
Μπορείτε λοιπόν να ανάψετε και πάλι το WiFi σας και να απολαύσετε την πλοήγηση στο διαδίκτυο χωρίς φόβο. Γιατί, όπως έχει ειπωθεί, η χειρότερη κληρονομιά που μπορούμε να αφήσουμε στα παιδιά μας είναι τα ψέματα και ο φόβος. Ένας φόβος που συχνά οδηγεί σε αποφάσεις όπως αυτή της Γαλλίας, εάν είναι όντως έγκυρη η είδηση της απαγόρευσης του WiFi στα σχολεία. Όπου κάτι το καινούργιο, κάτι του οποίου τον τρόπο λειτουργίας αγνοούμε, μας φοβίζει και για αυτό το απορρίπτουμε. Είναι όμως καιρός να ψάξουμε την αλήθεια για την πολυπλοκότητα του κόσμου γύρω μας χωρίς να δαιμονοποιούμε όσα δεν κατανοούμε. Απαραίτητο συστατικό για αυτό είναι να επιτρέψουμε στα παιδιά να εξερευνήσουν το κόσμο με φαντασία και χωρίς φόβο για το άγνωστο. Όπως είπε πρόσφατα ο μεγάλος παραμυθάς Ευγένιος Τριβιζάς, “… η φαντασία των παιδιών είναι αυτή που κυρίως πρώτη θα χαρτογραφήσει τα αχαρτογράφητα νερά, στην φαντασία μας συντελούνται αρχικά τα πιο τολμηρά ταξίδια.” Η φαντασία είναι μια πηγή χωρίς περιορισμούς και χωρίς κόστος. Τα οφέλη της είναι έτσι απεριόριστα. Ας μην την πνίξουμε στην δική μας άγνοια και στους δικούς μας φόβους.
Υ.Γ. Πιο κάτω μπορείτε να δείτε, σε μετάφραση από τα Αγγλικά, τα συμπεράσματα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας από την ιστοσελίδα του:
Συμπεράσματα από την επιστημονική έρευνα
Στον τομέα των βιολογικών επιδράσεων και των ιατρικών εφαρμογών της μη-ιονίζουσας ακτινοβολίας έχουν δημοσιευτεί περίπου 25,000 άρθρα τα τελευταία 30 χρόνια. Παρά την άποψη κάποιων ότι χρειάζεται να γίνει περισσότερη έρευνα, η επιστημονική γνώση στον τομέα αυτό είναι σήμερα πιο εκτεταμένη από ό,τι για τα περισσότερα χημικά προϊόντα. Με βάση την πρόσφατη εις βάθος επισκόπηση της επιστημονικής βιβλιογραφίας, ο ΠΟΥ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα τρέχοντα δεδομένα δεν επιβεβαιώνουν την ύπαρξη τυχόν κινδύνων για την υγεία από την έκθεση σε χαμηλού επιπέδου ηλεκτρομαγνητικά πεδία. Ωστόσο, τα όποια κενά στις γνώσεις μας σχετικά με τις βιολογικές επιδράσεις χρειάζονται περαιτέρω έρευνα.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου