Tim Berners-Lee: Σαν σήμερα εφευρέθηκε το World Wide Web (WWW) στο CERN


Στις 12 Νοεμβρίου του 1990, ο επονομαζόμενος και «πατέρας» του Ίντερνετ Τιμ Μπέρνερς Λι ανακαλύπτει τον Παγκόσμιο Ευρύ Ιστό στο CERN, γνωστότερο με τα αρχικά WWW, πάνω στον οποίο βασίζεται η λειτουργία του διαδικτύου.


Ο Τιμ Μπέρνερς Λι γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 8 Ιουνίου 1955. Φοίτησε στο Queens College της Οξφόρδης. Εκεί κατασκεύασε τον πρώτο του υπολογιστή, με μόνα υλικά παλιά ηλεκτρονικά εξαρτήματα και ένα κολλητήρι.
Στο Πανεπιστήμιο, όπου σπούδασε Φυσική, συνελήφθη ως χάκερ με συνέπεια να αποκλειστεί από τη χρήση του πανεπιστημιακού υπολογιστή. Από την Οξφόρδη αποφοίτησε το 1976 και εργάστηκε σε επιχειρήσεις ως προγραμματιστής / σύμβουλος μέχρι το 1980, οπότε και μετακλήθηκε από το CERN, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Φυσικής Στοιχειωδών Σωματιδίων, ως Σύμβουλος Μηχανικός Προγραμματισμού. Εκεί επινόησε και το πρόγραμμα Enquire, τον πρόδρομο του Παγκόσμιου Ιστού, που τον βοηθούσε να παρακολουθεί τον τεράστιο αριθμό ερευνητών και προγραμμάτων (projects) του Ιδρύματος. Αυτό το πρόγραμμα ποτέ δε δόθηκε για χρήση στο κοινό.

Στο CERN υπάρχει τιμητική πλακέτα για τον Tim Berners-Lee. Η φωτογραφία είναι από το ταξίδι μου το καλοκαίρι.


Έφυγε από το CERN σε άλλες εργασίες, για να επιστρέψει εκεί το 1984 και να αναλάβει τα κατανεμημένα συστήματα μεταφοράς επιστημονικών δεδομένων και ελέγχου. Σύντομα βρέθηκε ξανά αντιμέτωπος με το παλιό πρόβλημα χειρισμού του τεράστιου όγκου ερευνητών και προγραμμάτων του Ιδρύματος συν το μάλλον ιδιότροπο σύστημα του CERN για τη διακίνηση επιστημονικών πληροφοριών ανάμεσα στα μέλη του. Άρχισε να οραματίζεται ένα παγκόσμιο σύστημα διακίνησης πληροφοριών, ταχύτερο και ολοσχερώς αποκεντρωμένο, ανεξάρτητο της πλατφόρμας του κάθε υπολογιστή, πολύγλωσσο και χωρίς γραφειοκρατικούς περιορισμούς και καθυστερήσεις. Υπέβαλε ένα υπόμνημα σχετικά με το σχέδιό του στη διοίκηση, αλλά, τότε, δεν πήρε καμία απάντηση. Περιμένοντας να ξεπεραστούν τα γραφειοκρατικά προβλήματα της διοίκησης, άρχισε να εργάζεται πάνω στις λεπτομέρειες του συστήματος που είχε σκεφθεί.
Έτσι δημιούργησε το πρωτόκολλο http (hypertext transfer protocol), δηλαδή τη «γλώσσα» επικοινωνίας των υπολογιστών στο διαδίκτυο και, παράλληλα, επινόησε ένα τρόπο αναγνώρισης κάθε «εγγράφου», αποδίδοντάς του ένα μοναδικό παγκόσμιο αναγνωριστικό (Universal Resource Identifier), μαζί με ένα αναγνωριστικό διεύθυνσης. Τα δύο αυτά χαρακτηριστικά συνδυάστηκαν και σήμερα αποτελούν το URL Ενιαίο Χαρακτηριστικό Εντοπισμού (Uniform Resource Locator).


Το 1990 και συγκεκριμένα το Νοέμβριο, στις 12, ολοκλήρωσε τη δημιουργία του πρώτου προγράμματος περιήγησης (browser), έπρεπε όμως να δημιουργήσει και ένα πρόγραμμα εξυπηρέτησης (server) και μια γλώσσα για την περιγραφή του εγγράφου. Έτσι, επινόησε τη γλώσσα HTML (HyperText Markup Language). Το 1991 τα είχε ετοιμάσει όλα και, μη έχοντας ακόμη επίσημη απάντηση από το CERN, δημιούργησε τον πρώτο server, τον info.cern.ch., διαθέτοντας παράλληλα ελεύθερα το πρόγραμμα περιήγησης και το λογισμικό του server μέσω του Διαδικτύου. Παράλληλα, άρχισε να «διαφημίζει» το δημιούργημά του μέσω των Ομάδων Νέων (Newsgroups). Σύντομα άρχισε να επικοινωνεί με χρήστες και να βελτιώνει τη δημιουργία του, χρησιμοποιώντας τις υποδείξεις τους.
             Στο μεταξύ, οι χρήστες της νέας υπηρεσίας, που ο ίδιος είχε ονομάσει Παγκόσμιο Ιστό (World Wide Web), άρχισαν να αυξάνονται αλματωδώς, ενώ οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ήταν πολύ πιο εύκολο και εξυπηρετικό να «δημοσιεύουν» τις πληροφορίες τους σε μια ιστοσελίδα , αντί να απαντούν σε πολυάριθμα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή να τις δημοσιεύουν στις ομάδες νέων, των οποίων η κίνηση πολλές φορές τις «έθαβε» (με την έννοια ότι περνούσαν απαρατήρητες). Ενδιαφέρον επίσης έδειξαν για το επίτευγμα του Λι και κυβερνητικές υπηρεσίες. Σύντομα, η κίνηση της νέας υπηρεσίας έγινε τόση, ώστε προέκυψε η ανάγκη δημιουργίας νέου λογισμικού περιήγησης.



Ο Marc Andreessen, ένας φοιτητής του Πανεπιστημίου του Ιλλινόις δημιούργησε το λογισμικό Mosaic, τον πρόγονο του σημερινού λογισμικού περιήγησης Netscape Navigator. Σημαντική συμβολή στο όλο εγχείρημα είχε, επίσης, και η συνεχώς αυξανόμενη δημοτικότητα των Windows της Microsoft με το γραφικό τους περιβάλλον. Η υπηρεσία του Παγκόσμιου Ιστού είναι σήμερα η δημοφιλέστερη στο Διαδίκτυο, με περισσότερες από 25 δισεκατομμύρια δημοσιευμένες σελίδες και περίπου 1,3 δισ. χρήστες παγκοσμίως, αριθμός που αυξάνεται μέρα με την ημέρα.
Σήμερα ο Τιμ Μπέρνερς Λι είναι ο Πρόεδρος του W3C Κονσόρτσιοθμ του Παγκόσμιου Ιστού, ερευνητής στο ΜΙΤ και έχει πολλές τιμητικές διακρίσεις, μεταξύ πολλών άλλων και Ιππότης της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (2004) από την Βασίλισσα της Αγγλίας και παράσημο εξαίρετων υπηρεσιών (Order of Merit) από την ίδια το 2007. Το περιοδικό Time τον κατέταξε ανάμεσα σε ένα από τα 100 λαμπρότερα πνεύματα του αιώνα. Τον Δεκέμβριο του 2004 ονομάσθηκε επίτιμος Καθηγητής στο τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών στο Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον. Είναι, επίσης, συν-διευθυντής του φορέα «Web Science Research Initiative (WSRI)» (Πρωτοβουλία Επιστημονικής Έρευνας στον Ιστό), που δημιουργήθηκε το 2006.
Η επινόηση του Τιμ Μπέρνερς Λι μεταμόρφωσε τον κόσμο, αφού άλλαξε τα στάνταρ όχι μόνο στην ανταλλαγή πληροφοριών, αλλά και σε θέματα της καθημερινότητας, όπως διακίνηση και εμπόριο αγαθών, εκπαίδευση, ταξίδια, ενημέρωση, χρηματοοικονομικές συναλλαγές. Είναι αυτή που πραγματικά άνοιξε το Διαδίκτυο σε πολύ ευρεία μάζα χρηστών σε ολόκληρο τον πλανήτη.




του Χ. Βάρβογλη καθηγητή στο ΑΠΘ από το Βήμα



Πριν από 20 χρόνια ο άγγλος πυρηνικός φυσικός Tim Berners-Lee «ανέβασε» στον ηλεκτρονικό υπολογιστή του CERN την πρώτη ιστοσελίδα, η οποία περιείχε τα βασικά στοιχεία της πρότασής του για τη δημιουργία ενός Παγκόσμιου Ιστού, καθώς και οδηγίες για την κατασκευή ιστοσελίδων και για τη μέθοδο ανάγνωσής τους. Τότε το γεγονός αυτό πέρασε απαρατήρητο, σήμερα όμως συνειδητοποιούμε ότι άλλαξε τον κόσμο δραματικά, ίσως περισσότερο και απ’ ό,τι η εφεύρεση της τυπογραφίας.



Η πιο συνηθισμένη παρανόηση του μέσου πολίτη που χρησιμοποιεί ηλεκτρονικό υπολογιστή είναι η αδυναμία διάκρισης του Διαδικτύου (Internet) από τον Παγκόσμιο Ιστό (World Wide Web ή, συντομογραφικά, www). Με δυο λόγια θα μπορούσε να πει κανείς ότι το Διαδίκτυο είναι η υποδομή πάνω στην οποία στηρίζεται ο Παγκόσμιος Ιστός. Το πρώτο δημιουργήθηκε τον Δεκέμβριο του 1974, όταν πολλά ανεξάρτητα δίκτυα υπολογιστών ενώθηκαν σε μία ενιαία δομή, όμως η χρήση του στα επόμενα 15 χρόνια παρέμεινε περιορισμένη. Μπορούσαν να το χρησιμοποιούν μόνον όσοι είχαν πρόσβαση στους μεγάλους υπολογιστές της εποχής, επιστήμονες ή στελέχη μεγάλων επιχειρήσεων, κυρίως για τον χειρισμό των υπολογιστών εξ αποστάσεως (μιας και η έννοια «προσωπικός υπολογιστής» ήταν τότε άγνωστη), και για την αποστολή μηνυμάτων και πληροφοριών μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
Η πρωτοπορία του Tim Berners-Lee


Η κατάσταση αυτή άλλαξε άρδην στις 6 Αυγούστου 1991, όταν ο άγγλος φυσικός Tim Berners-Lee, που εργαζόταν εκείνη την εποχή στο ευρωπαϊκό κέντρο ερευνών CERN στη Γενεύη, υλοποίησε την πρωτοποριακή ιδέα που είχε για μια νέα χρήση του Διαδικτύου. Ο Berners-Lee σκέφτηκε ότι η μέθοδος μετάδοσης πληροφοριών με αποστολή ηλεκτρονικών μηνυμάτων δεν ήταν αποτελεσματική, για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή απασχολούσε υπερβολικά τις συνδέσεις του Διαδικτύου, αφού όποιος ήθελε να μεταδώσει μια πληροφορία την έστελνε σε όλες τις επαφές του, χωρίς να γνωρίζει εκ των προτέρων ποιους ενδιέφερε και ποιους όχι. Δεύτερον, επειδή δεν υπήρχε τρόπος για τους αποδέκτες της πληροφορίας να τη συνδυάσουν με άλλα σχετικά θέματα. Ο Berners-Lee σκέφθηκε ότι μια πιο αποτελεσματική στρατηγική για όποιον ήθελε να «μεταδώσει» μια πληροφορία θα ήταν να την «αποθηκεύσει», κατ’ αρχάς, στον υπολογιστή του και στη συνέχεια να επιτρέψει στους υπόλοιπους χρήστες που είναι συνδεδεμένοι στο Διαδίκτυο να έχουν πρόσβαση σε αυτήν. Επιπλέον επινόησε το υπερ-κείμενο (hypertext), σύμφωνα με το οποίο «κάτω» από ορισμένες λέξεις ή εικόνες του κειμένου της ιστοσελίδας υπάρχει «κρυμμένη» η διεύθυνση μιας άλλης ιστοσελίδας που είναι σχετική με τη λέξη ή την εικόνα. Με αυτή τη μέθοδο μπορεί ο καθένας να «πηδάει» από ιστοσελίδα σε ιστοσελίδα, φέρνοντας τον δρομέα (cursor) πάνω στην περιοχή του υπερ-κειμένου, χωρίς να χρειάζεται να γνωρίζει τις διευθύνσεις τους. Αυτή η ιδιότητα έκανε τον Παγκόσμιο Ιστό πολύ ελκυστικό στον μέσο χρήστη.


Απαραίτητητοι «Περιηγητές»

Στην πρώτη ιστοσελίδα ο Burners-Lee είχε συμπεριλάβει οδηγίες για τη γραφή του κώδικα που «περιγράφει» τη δομή μιας ιστοσελίδας καθώς και για την εκτέλεσή του, έτσι ώστε στην οθόνη να εμφανίζεται το κείμενο με τον τρόπο που επιθυμεί ο συντάκτης της ιστοσελίδας. Η κατάσταση όμως απλοποιήθηκε γρήγορα όταν κυκλοφόρησε ο πρώτος λειτουργικός περιηγητής (browser), που ήταν ο Mosaic. Στη συνέχεια εμφανίστηκαν πιο εύχρηστοι περιηγητές, όπως ήταν (κατά χρονολογική σειρά) ο Netscape, ο Internet Explorer, ο Firefox και ο Chrome. Οι περιηγητές κάνουν τη χρήση του Παγκόσμιου Ιστού πολύ εύκολη για τον ανειδίκευτο χρήστη επειδή, πέρα από την απλή προβολή μιας ιστοσελίδας, έχουν και πολύ πιο προχωρημένες δυνατότητες, όπως π.χ. την αποθήκευση διευθύνσεων, τη χρήση κρυπτογραφημένων δεδομένων, την ενσωμάτωση άλλων προγραμμάτων για την προβολή εικόνων και τυποποιημένου κειμένου κ.λπ.


Πανέξυπνες μηχανές αναζήτησης

Τον πρώτο καιρό ο Berners-Lee διατηρούσε στην ιστοσελίδα του έναν κατάλογο με όλες τις άλλες ιστοσελίδες του Παγκόσμιου Ιστού, έτσι ώστε οι χρήστες να μπορούν να ενημερώνονται περιοδικά. Γρήγορα όμως ο αριθμός των ιστοσελίδων αυξήθηκε εντυπωσιακά, έτσι ώστε ένας κατάλογός τους να μην είναι πια καθόλου πρακτικός. Τότε εμφανίστηκαν οι μηχανές αναζήτησης (search engines), οι οποίες μετέτρεψαν τον Παγκόσμιο Ιστό στο ισχυρότατο εργαλείο που γνωρίζουμε σήμερα. Οι πρώτες ευρύτερα γνωστές τέτοιες μηχανές εμφανίστηκαν το 1994 και ήταν το WebCrawler, το Lycos και το Alta Vista. Αυτές έπεσαν σε δεύτερη μοίρα με την επιτυχία του Yahoo! το 1995, το οποίο με τη σειρά του υποχώρησε μπροστά στην ανωτερότητα του Google, που εμφανίστηκε το 1998. Οι μηχανές αναζήτησης δεν είναι παρά συστοιχίες ηλεκτρονικών υπολογιστών που «διαβάζουν» διαδοχικά κάθε μέρα όλες τις διαθέσιμες ιστοσελίδες του Παγκόσμιου Ιστού. Στη συνέχεια αρχειοθετούν όλες τις λέξεις που υπάρχουν στις ιστοσελίδες, και φτιάχνουν ένα τεράστιο ευρετήριο. Οταν ένας χρήστης πραγματοποιεί μια αναζήτηση με μια συγκεκριμένη λέξη, λαμβάνει ως απάντηση όλες τις ιστοσελίδες που περιλαμβάνουν αυτή τη λέξη. Είναι φανερό ότι η απάντηση μπορεί να περιλαμβάνει εκατομμύρια σελίδες, οπότε με αυτή τη μορφή είναι πρακτικά άχρηστη. Το «μυστικό» μιας επιτυχημένης μηχανής αναζήτησης είναι λοιπόν η κατάταξη των ιστοσελίδων της απάντησης με βάση κάποια «έξυπνα» κριτήρια, έτσι ώστε στην κορυφή του καταλόγου να βρίσκονται οι ιστοσελίδες που έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να ενδιαφέρουν τον χρήστη. Από αυτή την άποψη φαίνεται ότι η μέθοδος επιλογής του Google σαφώς υπερτερεί όλων των άλλων, αφού έχει ένα μερίδιο των αναζητήσεων στον Παγκόσμιο Ιστό της τάξεως του 90%. Ακολουθεί το Yahoo! με 4%, αφήνοντας τρίτη τη μηχανή αναζήτησης Bing της Microsoft με μερίδιο 3%.



Με τη βοήθεια των μηχανών αναζήτησης ο Παγκόσμιος Ιστός αποτελεί πια βασικό παράγοντα της καθημερινής ζωής, αφού στα περίπου 50 δισεκατομμύρια ιστοσελίδων που υπάρχουν σήμερα μπορεί να βρει κανείς λεξικά και εγκυκλοπαίδειες, δισκοθήκες και ταινιοθήκες, βιβλία και εφημερίδες, καταστήματα και τόπους κοινωνικής δικτύωσης. Σίγουρα ο Berners-Lee, ο οποίος σήμερα είναι καθηγητής στο MIT, δεν μπορούσε να φανταστεί τι επίδραση θα είχε στην κοινωνία μας η ιδέα που δημοσιοποίησε πριν από μόλις 20 χρόνια, με στόχο την ανταλλαγή επιστημονικών πληροφοριών.


Ο Χάρης Βάρβογλης είναι καθηγητής του Τμήματος Φυσικής του ΑΠΘ.


Πηγή: TVXS CERN

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις