Μιχάλης Μπλέτσας: Ο Έλληνας του MIT Media Lab για το Metaverse, τα social media και την εκπαιδευτική κρίση


της Μ. Αθανασίου από την Καθημερινή

Συναντηθήκαμε στο… metaverse, όπως ο ίδιος μου επεσήμανε κατά τη διάρκεια της βιντεοσυνομιλίας μας. Εγώ από την παγωμένη Αθήνα και ο Μιχάλης Μπλέτσας από την ηλιόλουστη Βοστώνη βιώσαμε μια μορφή metaverse, καθώς βρεθήκαμε ταυτόχρονα σε έναν εικονικό κόσμο που μας έφερε πολύ κοντά, εκμηδενίζοντας τις αποστάσεις, όπως μου εξήγησε. Ήταν ο τρόπος του να μου αποδείξει αυτό που είχε επισημάνει λίγα δευτερόλεπτα νωρίτερα στην κουβέντα μας, ότι δηλαδή «το metaverse υπάρχει ήδη». Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι ο ερευνητής και διευθυντής πληροφορικής στο Media Lab του ΜΙΤ δεν μοιράστηκε τον ενθουσιασμό και το δέος που προκάλεσαν πριν από μερικούς μήνες οι ανακοινώσεις του Μαρκ Ζάκερμπεργκ για τον υπέροχο νέο εικονικό κόσμο που δημιουργεί. «Είναι ενδιαφέρον ότι το metaverse ήρθε ξανά στην επικαιρότητα ως ένα σύννεφο καπνού ενάντια στα προβλήματα που δημιουργεί στο universe ο Μαρκ και η παρέα του», λέει εμφατικά. «Αυτά που παρουσίασε είναι πράγματα που λειτουργούν εδώ και καιρό». Δεν παραλείπει ωστόσο να θυμίσει τα λόγια του Τζάρον Λάνιερ: «Ήταν από τους πρώτους που έφτιαξαν τέτοια συστήματα και έχει χαρακτηρίσει το metaverse ως το κακομαθημένο παιδί της τεχνολογίας, επειδή, λέει, έχουμε ρίξει τόσο πολλά χρήματα και ποτέ δεν έχουμε αποτελέσματα που να είναι πραγματικά ελκυστικά».

Δεν είναι η πρώτη φορά στη διάρκεια της εξηντάλεπτης συνομιλίας μας που o Μιχάλης Μπλέτσας είναι αιχμηρός στις παρατηρήσεις του. Είναι ένας άνθρωπος με άποψη, ευφυής, οξύνους. Διαθέτει ερευνητική εμπειρία και έργο σχεδόν τριών δεκαετιών σε ένα από τα κορυφαία πανεπιστημιακά ιδρύματα του πλανήτη και σε ένα από τα δημοφιλέστερα επιστημονικά πεδία όλων των εποχών. Ο λόγος του είναι χειμαρρώδης, η σκέψη του συνδυάζει φιλοσοφικές αναζητήσεις, επιστημονικά δεδομένα, ανθρωποκεντρικούς προβληματισμούς, κοινωνικοπολιτικές παρατηρήσεις.

ΤΟ ΧΑΜΕΝΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Στα μέσα της δεκαετίας του 2000, ο Μιχάλης Μπλέτσας συνυπέγραψε με τον μέντορα και φίλο του Νίκολας Νεγρεπόντε, ιδρυτή του ΜΙΤ Media Lab, τον υπολογιστή των 100 δολαρίων, με όνειρο να φτάσει στα χέρια όλων των παιδιών του πλανήτη, ώστε να έχουν πρόσβαση στην επιστήμη, στην τεχνολογία και στη γνώση. Mέσα από τη συζήτησή μας μεταφέρει την αγωνία του για την παιδεία που παρέχεται στη νέα γενιά. Η όψη της κοινωνίας, της πολιτικής ζωής, της χώρας μας, η ποιότητα των πολιτών, η αρμονική συμβίωση με την τεχνολογία, η διαχείριση της πληροφορίας και της γνώσης είναι ένα στοίχημα που μπορεί να κερδηθεί ήδη από τις σχολικές αίθουσες. Στην Ελλάδα, υποστηρίζει, για να γίνει αυτό, πρέπει να αλλάξουν πολλά.

«Ο στόχος του σχολείου αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα είναι λάθος, από εκεί ξεκινάει το πρόβλημα· όλο το εκπαιδευτικό σύστημα είναι λίγο ή πολύ εστιασμένο στο πανεπιστήμιο. Ο στόχος είναι μια θέση σε κάτι που δυστυχώς μόνο κατ’ ευφημισμόν, σε πολλές περιπτώσεις, μπορεί να χαρακτηριστεί ΑΕΙ. Το λύκειο δεν είναι ένα αυτόνομο σχολείο, είναι μια προπαρασκευή για το λεγόμενο πανεπιστήμιο. Γι’ αυτό και όποιος επιλέξει τη θετική κατεύθυνση θα κάνει μαθηματικά, κάποιος που θα πάει στη Νομική δεν θα κάνει μαθηματικά και όποιος προτιμήσει το Πολυτεχνείο δεν θα κάνει φιλοσοφία ή κοινωνιολογία. Αυτός ο διαχωρισμός έρχεται πολύ νωρίς για τη σημερινή πραγματικότητα». Θεωρεί ότι ένα 16χρονο παιδί δεν μπορεί, σε έναν κόσμο που αλλάζει τόσο γρήγορα, να αποφασίσει τι θα κάνει στη ζωή του σε τόσο νεαρή ηλικία. «Επομένως, αντί να έχουμε πολλά και περιορισμένου εύρους μαθήματα, θα έπρεπε να έχουμε λιγότερα μαθήματα στη βάση του αναλυτικού προγράμματος, αλλά στα μαθήματα αυτά να συνδυάζονται γνώσεις, δεξιότητες από πολλές περιοχές, μέσω σύνθετων εργασιών».


Ο ίδιος προωθεί με τον δημόσιο λόγο του τις δραστηριότητες της μεθοδολογίας που είναι γνωστή με το ακρωνύμιο STEM (επιστήμη, τεχνολογία, μηχανική, μαθηματικά) ως πρεσβευτής του Ιδρύματος Vodafone, που υποστηρίζει ανάλογες δράσεις με υλικό, εργαστήρια και τον δημοφιλή διαγωνισμό Generation Next. «Έχουμε συμμετοχές από όλη την Ελλάδα και αυτό είναι αισιόδοξο μήνυμα. Επίσης, οι περισσότερες επιτυχημένες ομάδες έχουν πολύ καλούς μέντορες, τους καθηγητές τους. Και είναι σημαντικό το ότι παίρνουν μέρος και οι δάσκαλοι, γιατί, εκτός από τα παιδιά, πρέπει και οι εκπαιδευτικοί να συνεχίσουν να εκπαιδεύονται. Λέμε για τα παιδιά ότι το ζητούμενο από το εκπαιδευτικό σύστημα είναι όχι η μετάδοση της γνώσης, αλλά η μεθοδολογία της μάθησης, το να τους γίνει η μάθηση δεύτερη φύση, κάτι αυτόματο που θα χρησιμοποιούν σε όλη την υπόλοιπη ζωή τους. Το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και με τους εκπαιδευτικούς».
Οι εγκαταστάσεις του ΜΙΤ Media Lab, όπου ο Μιχάλης Μπλέτσας εργάζεται ως ερευνητής και διευθυντής του Εργαστηρίου Πληροφορικής τις τελευταίες σχεδόν τρεις δεκαετίες. ©Anna Godeassi/The New York Times,alamy/visualhellas.gr
ΠΩΣ ΛΥΝΕΤΑΙ ΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

Η συζήτηση φτάνει αναπόφευκτα στις δεξιότητες της νέας εποχής και στην ανάγκη καλλιέργειάς τους στο πλαίσιο του σχολείου. «Εγώ τις λέω μεταδεξιότητες, διότι είναι συνθετικές δεξιότητες, έχουν να κάνουν με τη συνεργασία, τη δημιουργικότητα, την επικοινωνία. Το σχολείο μάς έμαθε να δουλεύουμε ως άτομα και όχι σε ομάδες, και όλο και περισσότερα από τα προβλήματα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε δεν λύνονται από άτομα, η εποχή αυτή έχει περάσει. Η δημιουργικότητα παράγει προστιθέμενη αξία σε πολλά επίπεδα, αλλά δεν είναι κάτι που μαθαίνουμε στο σχολείο, γιατί δεν φτιάχνουμε πράγματα στο σχολείο. Έχει γίνει πρόοδος, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι αρκετή, όχι για να πάει μπροστά η χώρα, αλλά ούτε για να κρατηθεί στο επίπεδό της. Το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η χώρα κατρακυλάει δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της οικονομικής κρίσης, αλλά και της εκπαιδευτικής κρίσης, γιατί δεν “παράγουμε” ανθρώπους που να μπορούν να δημιουργήσουν μέσα σε ομάδες, να πουλήσουν τις ιδέες τους, να οργανωθούν σε ένα δημιουργικό περιβάλλον στη συνέχεια της ζωής τους. Το σίγουρο είναι ότι στιβαρή, δημιουργική οικονομία δεν πρόκειται να έχουμε αν δεν αλλάξουν αυτά τα πράγματα». Μέρος της δημιουργικότητας είναι και η ικανότητα σύνθεσης των πληροφοριών. Τη γνώση μπορεί κανείς σήμερα να τη βρει σχετικά εύκολα, υποστηρίζει. «Το θέμα είναι αν μπορούμε να την αξιολογήσουμε. Υπάρχουν άφθονες πληροφορίες, αλλά θα πρέπει να δούμε ποιες πραγματικά είναι γνώση και πώς τις βάζουμε μαζί· η αναλυτική και η συνθετική ικανότητα. Μπορούμε να λύσουμε ένα πρόβλημα;»

Οι συνέπειες της έλλειψης ομαδικού συνεργατικού πνεύματος στο σχολείο, λέει, είναι εμφανής σήμερα και στην πολιτική ζωή. «Βλέπετε ότι τελευταία παίρνουμε όλοι ακραίες θέσεις. Δεν έχουμε μάθει ότι, για να λυθούν τα προβλήματα, χρειάζεται συμβιβασμός, ότι σπανίως τα προβλήματα λύνονται όταν όλοι βάζουν κόκκινες γραμμές. Αυτό το μαθαίνεις δουλεύοντας σε ομάδες από τα χρόνια του σχολείου. Όταν έχεις μάθει να δουλεύεις μόνος σου, λες αυτή είναι η βέλτιστη λύση για μένα, αυτή είναι η κόκκινη γραμμή μου, δεν την περνάω ποτέ, κόψτε τον λαιμό σας οι υπόλοιποι. Και αυτό είναι που βλέπουμε ότι συμβαίνει αυτή τη στιγμή λίγο ή πολύ και στην πολιτική σκηνή του τόπου. Αυτό δεν είναι τυχαίο, στα πράγματα τώρα είναι μια γενιά η οποία έχει μεγαλώσει σε ένα τέτοιο περιβάλλον».
 
Η ΑΠΟΣΤΗΘΙΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΤΙΕΜΒΟΛΙΑΣΤΕΣ

Η comfort zone του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος είναι η αποστήθιση. Για τον κ. Μπλέτσα, από την αποστήθιση ως το αντιεμβολιαστικό κίνημα η απόσταση είναι μικρή. Υπάρχουν κάποια γνωστικά αντικείμενα, υποστηρίζει, που δεν αποστηθίζονται, όπως τα μαθηματικά και ο χειρισμός της γλώσσας, τα οποία σταματάμε να διδασκόμαστε νωρίς, λόγω του κατακερματισμού της γνώσης ανάλογα με το αντικείμενο σπουδών. Παραγνωρισμένη είναι επίσης η αξία της εφαρμοσμένης επιστήμης. «Καθόμαστε και συζητάμε σε τι μας χρειάζεται η εφαρμοσμένη επιστήμη», λέει σκωπτικά. «Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα αν δει κανείς το γράφημα των σκορ της Pisa στην επιστήμη και το ποσοστό αντιεμβολιαστών σε κάθε χώρα. Υπάρχει απόλυτη αντιστοιχία. Σε έναν κόσμο που γίνεται όλο και πιο περίπλοκος, κάποια πράγματα πρέπει να μάθουμε πώς δουλεύουν, για να μη γινόμαστε εύκολοι δέκτες ψευδών ειδήσεων και προπαγάνδας». Είναι εμφανής η απορία και ένα ίχνος ενόχλησης στη φωνή του όταν μιλάει για την έκπληξη που του προκαλεί το γεγονός ότι «κάποιοι άνθρωποι πιστεύουν πράγματα που είναι σχεδόν αυταπόδειχτα. Τα fake news μπορούν να καταρριφθούν με ένα απλό Google search και δεν το κάνει ο κόσμος, γιατί δεν έχει μάθει να σκέφτεται έτσι. Έχει μάθει, όταν δει κάτι γραμμένο, να το πιστεύει, κυρίως οι άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας. Οι νέοι έχουν μεν μια υγιή δυσπιστία, αλλά και ορμόνες που βράζουν και τους καθοδηγούν περισσότερο από το μυαλό. Βλέπουμε, ας πούμε, το TikTok, που σου δίνει μικρά, εύπεπτα μηνύματα τα οποία κυρίως “απευθύνονται” στην ντοπαμίνη σου, δημιουργούν μια πρόσκαιρη ευχαρίστηση χωρίς να χρειάζεται να σκεφτείς ιδιαίτερα. Δηλαδή μαθαίνουμε να τεμπελιάζουμε».
Τον Φεβρουάριο του 2012, χιλιάδες παιδιά συγκεντρώθηκαν σε στάδιο του νησιού Ομετέπε της Νικαράγουα, για να παραλάβουν τον ολοκαίνουργιο υπολογιστή των 100 δολαρίων τους. ©AP Photo/Esteban Felix

ΜΑΧΗ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

Θεωρεί ότι η αυξημένη παρουσία μας στον ψηφιακό κόσμο κατά τη διάρκεια της πανδημίας έφερε μια εξοικείωση που μάλλον είχε αργήσει και καλωσορίζει το γεγονός ότι κατανοήσαμε τις δυνατότητες της τεχνολογίας. Ο προβληματισμός του έχει να κάνει λιγότερο με την τεχνολογία και περισσότερο με το επιχειρηματικό μοντέλο και το πλαίσιο λειτουργίας των tech giants. «Το πρόβλημα με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πηγάζει από το γεγονός ότι στο μυαλό του χρήστη είναι δωρεάν. Επομένως έχει εκπαιδευτεί μια ολόκληρη γενιά πλέον στις λεγόμενες δωρεάν υπηρεσίες, ενώ πρόκειται ουσιαστικά για ανταλλαγή προσωπικών συμπεριφορικών δεδομένων έναντι αυτής της υπηρεσίας. Γι’ αυτό πλέον εύκολα ο οποιοσδήποτε μπορεί να απευθύνει στοχευμένα οποιοδήποτε μήνυμα στους πιο δεκτικούς χρήστες-αποδέκτες. Μπορούμε πολύ εύκολα να βρούμε ποιος θα πιστέψει το μεγαλύτερο ψέμα».

Η μάχη των προσωπικών δεδομένων, ωστόσο, θεωρεί ότι δεν έχει ακόμα χαθεί. «Αυτή τη στιγμή οι μεγαλύτεροι κάτοχοι δεδομένων είναι οι διαδικτυακοί γίγαντες. Και υπάρχει μια μεγάλη συζήτηση σε ποιον ανήκουν τα δεδομένα τα οποία κρατούν. Επειδή μιλάμε για ψηφία που αναπαράγονται με μηδενικό κόστος, είναι δύσκολο να απαντήσει κανείς, αλλά γίνεται προσπάθεια ώστε ο χρήστης που τα δημιούργησε ή από τον οποίο προέρχονται να έχει κάποιον λόγο. Δεν υπάρχουν ακόμα ξεκάθαρες απαντήσεις. Έχω μια διαφωνία εκεί με τον Νεγρεπόντε –από τον οποίο έχω μάθει πολλά–, ο οποίος έχει παραιτηθεί και λέει: “Ξεχάστε την ιδιωτικότητα”. Εγώ δεν έχω πειστεί ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε τη μάχη, ότι είναι φρούδα η αντίσταση. Βλέπουμε ότι οι πρώτες προσπάθειες ρύθμισης από την Ευρωπαϊκή Ένωση είχαν αποτέλεσμα. Δεν είναι βέλτιστες, χρήζουν συνεχούς βελτίωσης και αναπροσαρμογής και πρέπει να αφιερώσουμε μεγάλη προσπάθεια στο συγκεκριμένο θέμα».

Η ΤΕΧΝΗΤΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ ΚΑΙ Ο ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ

Τον ακούω και σκέφτομαι ότι αυτή τη στιγμή η επιστήμη των υπολογιστών και οι εφαρμογές της μοιάζουν με ζογκλέρ που προσπαθεί να κρατήσει και να διαχειριστεί ολοένα και περισσότερες μπάλες στον αέρα: σόσιαλ μίντια, τεχνολογικοί κολοσσοί, προσωπικά δεδομένα, big data, δικαιώματα των χρηστών. Και όλα αυτά καθώς η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση αλλάζει καθημερινά τον κόσμο που ζούμε. «Υπάρχει τεράστια πρόοδος στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης», λέει. «Τη χρησιμοποιούμε κάθε μέρα. Υπάρχουν πάρα πολλές εφαρμογές, πέρα από το τι θα σου δείξουν τα σόσιαλ μίντια, η οποία είναι η χειρότερη και η μεγαλύτερη εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης αυτή τη στιγμή».

Όσο όμως και αν αυτή η μάχη –και πολλές ακόμα μέσα από εφαρμογές και προγράμματα που κάνουν τη ζωή μας ευκολότερη και, ίσως, καλύτερη– έχει κερδηθεί, ο πόλεμος φαίνεται αυτή τη στιγμή ότι χάνεται. «Η εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης ουσιαστικά την απομακρύνει από τον αρχικό της στόχο, που ήταν η εξήγηση και η αναπαραγωγή της ανθρώπινης νοημοσύνης», λέει. Το παράδειγμα που χρησιμοποιεί είναι εύληπτο και ακριβές: «Όταν θέλετε να μάθετε σε ένα παιδάκι ενάμισι-δύο ετών να αναγνωρίζει τις γάτες, θα του δείξετε μερικές φωτογραφίες και από εκεί και πέρα, και τίγρη να του δείξετε, θα πει “μεγάλη γάτα”. Για να εκπαιδεύσετε έναν αλγόριθμο μηχανικής μάθησης να μπορεί να αναγνωρίζει γάτες με πολύ μεγάλη ακρίβεια, χρειάζονται χιλιάδες ή δεκάδες χιλιάδες εικόνες. Και όταν μάθει να αναγνωρίζει γάτες, το μόνο που θα ξέρει να αναγνωρίζει είναι γάτες. Είναι σίγουρο ότι δεν δουλεύει έτσι η δική μας νοημοσύνη». Γι’ αυτόν τον λόγο, όταν αναφέρεται σε διαδικασίες μηχανικής μάθησης, προτιμά τον όρο εκτεταμένη νοημοσύνη. «Έχουμε φτιάξει εκτεταμένη νοημοσύνη, δηλαδή έχουμε βελτιώσει τις δυνατότητες που έχουμε για να σκεφτόμαστε και να λύνουμε προβλήματα με βάση τις μηχανές. Με τη μηχανική μάθηση έχουμε μάθει να εκμεταλλευόμαστε μεγάλα δεδομένα και να βρίσκουμε κρυφά σχήματα και πληροφορίες μέσα σε έναν τεράστιο όγκο δεδομένων».

Θεωρεί τα μέσα της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης «μέσα παραγωγής, τα οποία είναι βοηθητικά αυτού που έχουμε όλοι ανάμεσα στα αυτιά μας, δεν δουλεύουν χωρίς αυτό. Και είναι πολύ πιο προσιτά από οτιδήποτε άλλο. Έναν υπολογιστή μπορούν να αγοράσουν όλοι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο και η πρόσβαση στο διαδίκτυο γίνεται καλύτερη. Αυτό μας επιτρέπει να κάνουμε άλματα προς τα εμπρός, τα οποία δεν χρειάζονται πολύ μεγάλες επενδύσεις. Από την άλλη, δεν ζούμε ακόμα στο metaverse, αλλά στον πραγματικό κόσμο. Πρέπει να φάμε, ζούμε με ηλεκτρισμό, ο ηλεκτρισμός χρειάζεται καύσιμα και μεγάλα εργοστάσια, τείνουμε να ξεχνάμε ότι κάποιος πρέπει να κάνει τη σκληρή δουλειά. Επίσης, επειδή οι πλουσιότεροι άνθρωποι στον πλανήτη είναι όσοι δραστηριοποιούνται κυρίως στο ψηφιακό πεδίο, τείνουμε να ξεχνάμε πόσο σημαντικά είναι και τα υπόλοιπα, ότι δεν ζούμε χωρίς τα υπόλοιπα. Τείνουμε να ξεχνάμε τη ζημιά που κάνουμε στο περιβάλλον μας. Δημιουργείται νομίζω μια ψευδαίσθηση, ενώ υπάρχει πολύς κόσμος στον πλανήτη ο οποίος έχει ακόμα προβλήματα δεύτερου και τρίτου κόσμου να λύσει τα οποία εμείς στον πρώτο κόσμο λίγο τα ξεχνάμε. Θα κλειστούμε όλοι μέσα, επειδή δεν θα μπορούμε να αναπνεύσουμε, και θα ζούμε σε έναν εικονικό κόσμο όπου θα μπορούμε να αγοράσουμε ένα ωραίο ψηφιακό αυτοκίνητο που θα κινείται με ασφάλεια, χωρίς τα ατυχήματα που γίνονται στον φυσικό κόσμο;».

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις