Διονυσία Δασκάλου «Ας μάθουμε τα παιδιά μας πρώτα να διαβάζουν»


Από:Μουντουφάρης Σταύρος  https://www.neakriti.gr

Η επικεφαλής των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης σε μια συνέντευξη εκ βαθέων μιλά για το βιβλίο σήμερα, την πορεία των ΠΕΚ στον χρόνο, το Mathesis, το αναγνωστικό κοινό της Ελλάδας και τα σχέδια για το μέλλον


Η Διονυσία Δασκάλου δε χρειάζεται συστάσεις. Επικεφαλής των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης που ξεκίνησαν ως ένα πρωτοποριακό εγχείρημα για την Ελλάδα και έχουν εξελιχθεί σε ένα από τα ποιοτικότερα και παραγωγικότερα εκδοτικά έργα τέχνης, γιατί τέχνη είναι να επιλέγεις το καλό βιβλίο και να το προσφέρεις στο αναγνωστικό κοινό, η κ. Δασκάλου έχει μια πλούσια διαδρομή, γεμάτη προσφορά και γνώση, την οποία γνωρίζουν καλά όσοι τιμούν με την εμπιστοσύνη τους τις ΠΕΚ. Και αυτοί είναι πολλοί. Γιατί το καλό επιστημονικό βιβλίο με τη σφραγίδα της εγκυρότητας των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων έχει κατακτήσει το κοινό όχι μόνο της ακαδημαϊκής κοινότητας, αλλά και όλους όσοι αναζητούν την ηδονή της ανάγνωσης.

Η κ. Διονυσία Δασκάλου μάς τιμά με τη συνέντευξη την οποία μας παραχώρησε στο neakriti.gr, μιλώντας για τις ΠΕΚ, τα σχέδια των εκδόσεων, το βιβλίο και την ελληνική πραγματικότητα.

Κρατάτε επάξια το τιμόνι των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης, με τη διαδρομή να συνεχίζει την αλματώδη της πορεία. Πόσο δημιουργικό και πόσο βαρύ είναι αυτό το χρέος που έχετε πλέον ως επικεφαλής των εκδόσεων;

«Το “αλματώδης” είναι τρομακτική για μένα λέξη, και ευτυχώς δεν είναι αυτό το ζητούμενο! Το ζητούμενο είναι να επιλέγεις καλά βιβλία που κάτι έχουν να πουν στον σημερινό αναγνώστη, και όχι το να εκδώσεις πάρα πολλούς τίτλους ή να σπάσεις κάποιο “κοντέρ” σε πωλήσεις. Το να μπορεί κανείς να δώσει απόλυτη προτεραιότητα στην ποιότητα και όχι απλώς στην ποσότητα. Έχουμε κατορθώσει πράγματι τα τελευταία χρόνια να διπλασιάσουμε τους νέους τίτλους κάθε χρονιάς, αλλά αυτό οφείλεται στο ότι οι τρεις (μόνο!) εκδοτικοί μας υπεύθυνοι - η Ειρήνη Λυδάκη, ο Νίκος Κουμπιάς και ο Παναγιώτης Σουλτάνης - υπερβαίνουν εαυτόν στον χρόνο και στη φροντίδα που αφιερώνουν στα βιβλία, αγαπώντας τα οι ίδιοι και οι συνεργάτες τους - συγγραφείς, μεταφραστές, επιμελητές - προτού φτάσουν στο αναγνωστικό τους κοινό. Οπότε, αν κάνουμε καλές επιλογές, το αναγνωστικό κοινό δείχνει να μας ανταμείβει. Και εδώ θα ήθελα να σημειώσω ότι ο εκδοτικός κατάλογός μας έχει διάρκεια στον χρόνο: Βιβλία που εκδόθηκαν πριν από 25 ή 15 χρόνια, εξακολουθούν να παραμένουν βιβλία αναφοράς για το αναγνωστικό κοινό.

Όσον αφορά το “βάρος” του χρέους, όσο κι αν ακούγεται περίεργο, δεν το αισθάνομαι καθόλου ως βάρος. Για τον απλούστατο πρώτο λόγο ότι η δημιουργικότητα είναι τελικά εκείνη που μπορεί να σου δώσει αστείρευτα “καύσιμα”. Και για τον δεύτερο λόγο, ότι το αποτέλεσμα που βλέπετε είναι συλλογική προσπάθεια, από την επιλογή των τίτλων που θα εκδοθούν μέχρι τη διάθεσή τους στην αγορά. Ως “επικεφαλής”, μετά από 30 χρόνια στις ΠΕΚ, μπορώ να πω ότι στηρίζομαι στις γερές πλάτες και την εμπιστοσύνη των συνεργατών μου, και κύρια ευθύνη μου είναι να τους εξασφαλίζω τους κάθε λογής πόρους που χρειάζονται και ένα περιβάλλον ποιότητας και συνεργασίας ώστε να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους. Δε θα δίσταζα μάλιστα να πω ότι αισθάνομαι τον ρόλο μου ως προστατευτικό, καθοδηγητικό και απανταχού παρόν “αφανταξό” δίπλα τους, και όχι ως επικεφαλής με τη συνήθη έννοια...».


Ο Στέφανος Τραχανάς

Η κληρονομιά του οραματιστή Στέφανου Τραχανά έχει σφραγίσει την πορεία των ΠΕΚ. Πώς αυτή έχει σηματοδοτήσει τη διαδρομή σας;

«Ασφαλώς και την έχει σφραγίσει! Πέρα από το ότι ο Στέφανος Τραχανάς απογείωσε τις ΠΕΚ σε πολύ δύσκολα χρόνια, είναι εκείνος που με το προσωπικό του παράδειγμα, της επιμονής στην ποιότητα με κάθε κόστος, διαμόρφωσε τη φυσιογνωμία του εκδοτικού οίκου, αλλά “έπλασε” με κάποιον τρόπο κι εμάς, την επόμενη γενιά, στο να διαμορφώνουμε και να οξύνουμε τα κριτήρια για κάθε απόφασή μας, και στο να παίρνουμε την ευθύνη για κάθε επιλογή μας».

Παρόντες σε πεδία αιχμής

Το πρώτο πράγμα που προκαλεί εντύπωση βλέποντας τους εκατοντάδες τίτλους βιβλίων που φέρουν τη σφραγίδα των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης είναι η πολυμορφία τους, η καλαισθησία τους και η προσεγμένη επιλογή τους ώστε να αντιπροσωπεύουν όχι μόνο τον επιστήμονα και τον φοιτητή αλλά και το ευρύ κοινό με θέματα εκλαϊκευμένης επιστήμης και κοινωνικού προβληματισμού, ορισμένα από τα οποία καίρια για την εποχή μας. Πέρα από το αυτονόητα απαιτητικό, πόσο δύσκολο είναι αυτό;


«Όσο πολυποίκιλοι κι αν μοιάζουν οι τίτλοι που εκδίδονται, εντούτοις βασίζονται σε λίγους αλλά ευδιάκριτους θεματικούς άξονες: πανεπιστημιακά εγχειρίδια για τους φοιτητές εφάμιλλα των διεθνών προτύπων, δημιουργία ελληνόγλωσσης βιβλιογραφίας για νέα επιστημονικά πεδία ώστε να είμαστε παρόντες σε πεδία αιχμής που αναπτύσσονται διεθνώς, διάδοση των επιστημονικών ιδεών σε ευρύτερο κοινό με τον πιο έγκυρο τρόπο, εκδοτική στήριξη της πρωτότυπης επιστημονικής έρευνας στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες και τις τέχνες, αλλά και δημιουργία ελληνόγλωσσης βιβλιογραφίας με έργα αναφοράς, καθώς και βιβλία “κοινωνικού προβληματισμού” πάνω σε ιδέες ή καταστάσεις της εποχής μας όπως είναι η παγκόσμια οικονομική κρίση, οι κοινωνικές επιπτώσεις ασθενειών, η σημασία νέων επιστημονικών εργαλείων και μεθόδων όπως τα big data και η εξατομικευμένη ιατρική ή η ανάγνωση του γονιδιώματός μας. Και μέσα, ή ανάμεσα, στους παραπάνω οδηγητικούς άξονες, εκδόσεις με ιδέες σπινθηροβόλες, όπως “η αρχιτεκτονική και οι αισθήσεις” ή “το γελοίο ως πολιτικό εργαλείο”, για να αναφερθώ σε δύο πρόσφατες εκδόσεις μας. Δεν μπορείς να κάνεις τα πάντα και ταυτόχρονα να τα κάνεις καλά: Γι’ αυτό, και το να υπάρχει μια ευκρίνεια στη φυσιογνωμία, τον “φέροντα σκελετό”, τη θεματολογία και τα κριτήρια με τα οποία επιλέγουμε τις εκδόσεις μας, μας επιτρέπει να μένουμε κοντά στο “στίγμα” μας, να μη... χανόμαστε ανάμεσα σε εν δυνάμει άπειρες επιλογές.

Όποια κι αν είναι η θεματολογία όμως, η επιστημονική εγκυρότητα αφενός και το προσεγμένο κείμενο αφετέρου, καθώς και η καλαισθησία στην τυποτεχνική μορφή των βιβλίων - και με αυτό το “τεχνικό” όριο εννοώ μια πλειάδα στοιχείων, από την επιλογή μιας ωραίας γραμματοσειράς και τον καλό συλλαβισμό του κειμένου μέχρι το καλαίσθητο εξώφυλλο, το κατάλληλο χαρτί για ανάγνωση, την καλή εκτύπωση και τη βιβλιοδεσία εκείνη που επιτρέπει στο βιβλίο να μείνει ανοικτό όταν τραβήξεις τα χέρια σου από πάνω του! - όλα αυτά συνιστούν το εξής απλό: τον οφειλόμενο σεβασμό ενός εκδότη προς τον αναγνώστη του. Ένα έντυπο βιβλίο δεν είναι απλώς χρηστικό αντικείμενο ή μόνο πηγή πληροφοριών, αλλά χρειάζεται να είναι έτσι φτιαγμένο ώστε να συμμετέχουν όλες οι αισθήσεις του αναγνώστη, να το απολαύσει κανείς για όποιον λόγο κι αν επέλεξε να το διαβάσει.

Για να συνοψίσω: Εάν έχουν νόημα και αξία οι επιλογές σου, τότε το μόνο που μένει είναι να τις φέρεις εις πέρας με τον καλύτερο τρόπο! Ναι, είναι απαιτητικό, ναι είναι δύσκολο, αλλά γι’ αυτό και αξίζει! Τίποτα περισσότερο».

Η προσέγγιση των ΠΕΚ

«Ακόμη και τα βιβλία που απευθύνονται σε ειδικό κοινό οφείλουν να είναι καλογραμμένα»

Έχετε βρεθεί ποτέ σε δίλημμα για το αν ένα βιβλίο μπορεί να θεωρηθεί πολύ “τολμηρό” ή πολύ δύσκολο για το κοινό; Και πώς το διαχειρίζεστε;


«Εάν το βιβλίο για ένα “τολμηρό” θέμα έχει τα εχέγγυα της επιστημονικής εγκυρότητας και είναι καλογραμμένο, τότε τι θα αξίζαμε εμείς αν το φοβόμασταν;

Ως προς τη “δυσκολία” ενός βιβλίου: “Δύσκολο” βιβλίο μπορεί να σημαίνει ότι είναι γραμμένο για ένα ειδικό κοινό, αλλά μπορεί να σημαίνει και... κακογραμμένο βιβλίο! Βασικό στοιχείο εντιμότητας του εκδότη προς τον εν δυνάμει αναγνώστη του είναι το να τον προϊδεάζει για το επίπεδο δυσκολίας τού κάθε βιβλίου και τις γνώσεις που θεωρούνται προαπαιτούμενες για να το προσπελάσει. Και αυτή την πληροφορία μπορεί να την περιγράψει στο οπισθόφυλλο, αλλά εξάγεται εμμέσως και από την εκδοτική σειρά στην οποία ανήκει το βιβλίο: Για παράδειγμα, έχουμε δημιουργήσει τριών επιπέδων σειρές εκλαΐκευσης: από στιβαρά επιστημονικά θέματα προσπελάσιμα από γνώστες των θετικών επιστημών, έως βιβλία για ευρύ μορφωμένο κοινό, αλλά και βιβλία για πολύ ευρύτερο κοινό που δε χρειάζεται να έχει ειδικές γνώσεις. Ακόμη και τα βιβλία, όμως, που απευθύνονται σε ειδικό κοινό οφείλουν να είναι καλογραμμένα. Το να γράφει ένας συγγραφέας με κατανοητό τρόπο δείχνει και το πόσο καλά έχει κατανοήσει, πρώτα απ’ όλα ο ίδιος, πριν τον αναγνώστη του, το αντικείμενο με το οποίο καταπιάνεται».

Ο δεσμός συγγραφέων, εκδοτών και κοινού

«Προσπαθούμε να είμαστε μάχιμοι και να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες»

Ποια, αλήθεια, η σχέση σας με τους συγγραφείς των βιβλίων; Υπάρχει αλληλεπίδραση, στενή συνεργασία και ένας δεσμός σχεδόν “γονικός” μεταξύ των δύο; Μέχρι ο δημιουργός να δει το “παιδί” του να κάνει τα πρώτα του βήματα και εσείς να βιώσετε αυτή την εμπειρία ότι το στηρίξατε σε αυτή τη δοκιμασία;

«Ασφαλώς υπάρχει αλληλεπίδραση και στενή συνεργασία - ένα βιβλίο είναι “παιδί” και του συγγραφέα και του εκδότη του. Είναι βέβαιο όμως ότι συχνά τους... βασανίζουμε περισσότερο απ’ ό,τι άλλοι εκδότες! Κι αυτό διότι επιμένουμε σε ένα στάδιο που λέγεται “επιμέλεια έκδοσης”, και που τείνει στις μέρες μας να εκλείψει ακόμη και από μεγάλους εκδοτικούς οίκους του εξωτερικού ή οδεύει στο να εξομοιωθεί με τον όρο “τυπογραφική διόρθωση”. Και αυτό ακριβώς το στάδιο της επιμέλειας είναι μία από τις προστιθέμενες αξίες που κερδίζει ένας συγγραφέας φέρνοντας το βιβλίο του να εκδοθεί από της Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.

Υπάρχει όμως και η σχέση με τους δημιουργούς μετά την έκδοση του βιβλίου τους, καθώς τα βιβλία δεν εκδίδονται για να τα θαυμάσουν οι συγγραφείς και οι εκδότες τους, αλλά θα δώσουν “τον αγώνα τους” στα βιβλιοπωλεία, αναζητώντας και βρίσκοντας ή όχι το αναγνωστικό κοινό τους. Προσπαθούμε να είμαστε μάχιμοι και σε αυτό το πεδίο και να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες και τις δικές μας αλλά και των συγγραφέων μας. Αν μη τι άλλο, οι αριθμοί μπορούν να σας δώσουν μια ένδειξη: Με μόλις 6 άτομα προσωπικό στο Εμπορικό μας Τμήμα στο Ηράκλειο και στην Αθήνα, κάθε χρόνο 150.000 αντίτυπα βιβλίων των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης βρίσκουν εκεί έξω τους αναγνώστες τους, τα μισά από τα οποία επιλέγονται ως βασικά συγγράμματα για τους φοιτητές σε περίπου 3.000 μαθήματα όλων των ΑΕΙ της χώρας, και τα άλλα μισά πωλούνται από τα βιβλιοπωλεία σε όλη την Ελλάδα. Θεωρώ ότι ο αριθμός είναι πολύ σημαντικός για τα δεδομένα της χώρας μας, παρά το ότι η θεματολογία μας δεν περιλαμβάνει “ευπώλητες” κατηγορίες όπως η λογοτεχνία».

Το αναγνωστικό κοινό της Ελλάδας

“Ψυχογραφώντας” το ελληνικό αναγνωστικό κοινό, ποιο θα λέγατε ότι είναι το βασικό ή τα βασικά του γνωρίσματα; Διαφέρουμε από τους αναγνώστες στην υπόλοιπη Ευρώπη; Και κυρίως διαβάζουμε το “καλό” λεγόμενο βιβλίο; Όσο και αν ο όρος υποκρύπτει μεγάλη υποκειμενικότητα...

«Αν εξαιρέσουμε τη λογοτεχνία που έρχεται πάντοτε πρώτη στις προτιμήσεις των αναγνωστών (και που δεν ανήκει στις δικές μας εκδοτικές θεματικές), οι Έλληνες ενδιαφέρονται πολύ κυρίως για την ιστορία, την εκλαΐκευση των επιστημονικών ιδεών, τη φιλοσοφία. Δύο στοιχεία θα σημείωνα ως σημαντικά με βάση τη δική μας εκδοτική εμπειρία στα παραπάνω πεδία: Το πρώτο είναι ότι πρόκειται για ένα αναγνωστικό κοινό διαφορετικών γενεών, το οποίο ανανεώνεται και εμπλουτίζεται με τον χρόνο. Το δεύτερο είναι ότι έχουμε αναγνώστες που διαβάζουν μια ποικιλία θεμάτων πέρα από τα κύρια ενδιαφέροντά τους: Θα διαβάζουν π.χ. κυρίως βιβλία ιστορίας, αλλά θα ενδιαφερθούν εξίσου για το πώς οι καλλιτέχνες ή οι λογοτέχνες προσέλαβαν στοιχεία επιστημονικών θεωριών, ή για τα φιλοσοφικά ζητήματα που αναδύονται μεταξύ διαφόρων επιστημονικών πεδίων. Πράγματι όμως με στοιχεία “ψυχογραφίας” σας απάντησα, καθώς δεν έχουμε έναν φορέα βιβλίου, αρμοδιότητα του οποίου, μεταξύ των άλλων, θα ήταν να καταγράφει, να μελετά και να δημοσιεύει τα στοιχεία της βιβλιοπαραγωγής και της διακίνησης του βιβλίου, ώστε να εξαχθούν συμπεράσματα και για τις αναγνωστικές συμπεριφορές είτε εντός Ελλάδος είτε συγκριτικά με άλλες χώρες. Ευτυχώς, μια τέτοια έρευνα για το ελληνικό αναγνωστικό κοινό ανακοίνωσε πριν δύο μήνες ο ΟΣΔΕΛ, αλλά δεν έχω προλάβει ακόμα να τη μελετήσω όσο θα ήθελα. Η έρευνα αυτή δεν περιορίστηκε στην καταγραφή των ποσοτικών στοιχείων, αλλά αναζήτησε απαντήσεις σε καίρια ερωτήματα, όπως πώς καταλήγει κάποιος να είναι συστηματικός ή μέτριος αναγνώστης, για ποιους λόγους τελικά κάποιος ή κάποια δε διαβάζει βιβλία καθόλου. Ενδεικτικά, κρατώ μερικά στοιχεία της έρευνας:

- “Η οικογενειακή κουλτούρα βοηθά στο να γίνει κάποιος αναγνώστης: Όσο αυξάνονται τα βιβλία που υπάρχουν στο νοικοκυριό ή που υπήρχαν στην παιδική βιβλιοθήκη των ερωτώμενων, τόσο αυξάνεται και ο δείκτης ανάγνωσης”,

- “Μια αποτελεσματική πολιτική διάδοσης της ανάγνωσης δεν μπορεί παρά να έχει μόνο μία αρχή: δεν υπάρχουν ακατάλληλα βιβλία, δεν υπάρχουν άχρηστες και απρόσφορες αναγνώσεις”,

- “Σημαντικός παράγοντας στην αγορά ενός βιβλίου είναι η διάδοσή του από στόμα σε στόμα, χωρίς να παύει η ανάγκη να το πιάσει ο αναγνώστης στα χέρια του πηγαίνοντας στα βιβλιοπωλεία”.

Ως γενική παρατήρηση, θα έλεγα ότι πουθενά στον κόσμο το “καλό” βιβλίο, η “καλή” κινηματογραφική ταινία, η “καλή” μουσική, η “καλή” τέχνη κ.ο.κ. δεν τυγχάνουν μαζικότατης αποδοχής. Γι’ αυτό και τα εισαγωγικά στο επίθετο “καλός” και στην ερώτησή σας και στην απάντησή μου. Ας μάθουμε τα παιδιά μας πρώτα να διαβάζουν: από κάπου να ξεκινήσουν, ώστε να μπορέσουν στη συνέχεια να διαμορφώσουν τις προτιμήσεις τους και να ξεχωρίζουν ύστερα το κακό, το μέτριο και το καλό βιβλίο. Θα κλείσω με το καταληκτικό συμπέρασμα της παραπάνω έρευνας: “Αν ξέρεις να διαβάζεις, τότε ξέρεις και τον τρόπο να κάνεις τη ζωή σου καλύτερη”».

Η σχέση μεταξύ “γονιών” -ΠΕΚ και παιδιού-Mathesis

Οι Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης “γέννησαν” το Mathesis, τη μεγάλη καινοτομία που κάνει προσιτή σε όλους τη διαδικτυακή εκπαίδευση με τα δωρεάν μαθήματά του, εξοικειώνοντας παράλληλα τον κόσμο και με την τεχνολογία. Μια πρωτοπορία που ανοίγει νέους δρόμους. Πόσο στενή είναι η σχέση μεταξύ “γονιών” -ΠΕΚ και παιδιού-Mathesis;

«Το Mathesis το “γέννησε” ο Στέφανος Τραχανάς όταν συνταξιοδοτήθηκε από τις “έντυπες ΠΕΚ” (ή απλώς τις... βαρέθηκε και ήθελε να κάνει κάτι εντελώς καινοτόμο, μια που έντυπες εκδόσεις υπάρχουν από την εποχή του Γουτεμβέργιου!). Το εγχείρημά του όμως εκκολαπτόταν εντός των ΠΕΚ ως ένα βήμα μετά το βιβλίο: Για να καταλάβετε τη συσχέτιση, όταν ξεκίνησε την ιδέα, την αποκαλούσε “Βιβλιομάθημα”, καθώς οραματιζόταν τα διαδικτυακά μαθήματα ως μια νέα εκδοχή πανεπιστημιακών συγγραμμάτων. Το Μ@thesis είναι λοιπόν γέννημα-θρέμμα του εκδοτικού περιβάλλοντος των ΠΕΚ, αλλά κυρίως ενός μυαλού που αναζητά συνέχεια το καινούργιο και αντλεί απίστευτες δυνάμεις από αυτή τη δημιουργικότητα. Όπως και οι ΠΕΚ όταν ξεκίνησαν το 1984 δε θα φανταζόταν κανείς ότι θα μπορέσουν να εξελιχθούν σε έναν εθνικού επιπέδου επιστημονικό εκδοτικό οίκο, έτσι και το M@thesis όταν ξεκίνησε το 2015 δε θα φανταζόταν κανείς ότι μέσα σε λίγα χρόνια θα αποτελούσε παράδειγμα προς μίμηση στα χρόνια της πανδημίας ή ότι θα είχε σήμερα περισσότερους από 112.000 “φοιτητές” . Φοιτητές οι οποίοι, εντελώς δωρεάν, έχουν την ευκαιρία να ακούσουν κορυφαίους πανεπιστημιακούς δασκάλους σε μαθήματα που εκτείνονται σε όλο το φάσμα των βασικών επιστημών, από τα Μαθηματικά και τη Φυσική έως την Ιστορία και τη Φιλοσοφία. Και για να “κλέψω” το σκεπτικό του όλου εγχειρήματος από την ιστοσελίδα του, “στο Mathesis επιδιώκουμε την ποιότητα, ακριβώς επειδή πιστεύουμε ότι η εξίσωση των ευκαιριών στην εκπαίδευση και στη μάθηση είναι από τους ευγενέστερους στόχους που αξίζει να υπηρετεί κανείς”. Κατά τα άλλα, είναι συναρπαστικό το ότι μια κλασική και μια μοντέρνα δραστηριότητα - τα βιβλία και τα βιβλιομαθήματα! - , συγ-κατοικούμε και συν-εργαζόμαστε στους ίδιους χώρους, αυξάνοντας τη “ροή ιδεών” μεταξύ μας - αν μπορώ να το περιγράψω έτσι - τόσο στο Ηράκλειο όσο και στην Αθήνα».

Οι ομογενείς


Ο ρόλος των ομογενών της Αμερικής υπήρξε τεράστιος. Τόσο για το ΙΤΕ όσο και για τις ΠΕΚ και βεβαίως για το Mathesis. Τι ήταν εκείνο που τους έκανε να αγκαλιάσουν αυτές τις προσπάθειες με τέτοια θέρμη;

«Φυσιολογικά, φαντάζομαι ότι τη δεκαετία του ’80 που ξεκίνησε ο εκδοτικός οίκος, με ένα αρχικό κληροδότημα της Παγκρητικής Ενώσεως Αμερικής, οι ομογενείς, κατά τις συνομιλίες τους με το ΙΤΕ για το πού ακριβώς θα έπρεπε να προσφέρουν τους τόκους από τις αποταμιεύσεις τους για το καλό των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων του νησιού, θα είχαν τις αμφιβολίες τους για το τι ήταν τούτο το παράδοξο εγχείρημα για ένα Crete University Press·και δικαίως, διότι αυτό το νεοφυές University Press με έδρα την Κρήτη δεν είχε πίσω του (κι ούτε θα είχε ποτέ) ούτε τα τεράστια κληροδοτήματα, ούτε τους αιώνες παράδοσης, τεχνογνωσίας και ιστορίας των University Presses του αγγλοσαξωνικού κόσμου.·Και σαν να μην έφταναν τα παραπάνω, τα βιβλία που θα εξέδιδε θα απευθύνονταν σε μια γλώσσα απείρως μικρότερης επικράτειας από την Αγγλική. Με τα χρόνια, είδαν ότι η “σπορά” των 300.000 ευρώ συνολικά με τα οποία επιχορήγησαν τις ΠΕΚ από το 1984 έως το 2011 έφερε αποτελέσματα, και ο εκδοτικός οίκος μπόρεσε με τη στήριξή τους να απογειωθεί. Γι’ αυτούς τους ανθρώπους, που ζουν εκεί μακριά και έρχονται στο νησί τους τα καλοκαίρια, είναι σημαντικά όχι μόνο τα οικονομικά στοιχεία της πορείας μας, αλλά και η καλή μαρτυρία που ακούνε γύρω από το όνομά μας και τη θέση που κατέχουν σήμερα οι ΠΕΚ στο ακαδημαϊκό και το εκδοτικό τοπίο της χώρας. Το ίδιο συνέβη και με το M@thesis. Μας εμπιστεύτηκαν, και εμείς ανταποδίδουμε το δώρο τους με αποτελέσματα».

Η οικονομική κρίση χτύπησε αλύπητα και το βιβλίο. Όμως η κρίση του κορωνοϊού μάλλον το οδήγησε στο να ανακάμψει. Πώς το βιώσατε αυτό στις ΠΕΚ;

«Η COVID και ο εγκλεισμός βοήθησαν το βιβλίο να μπει σε σπίτια όπου ίσως δεν είχε μπει πριν - το ίδιο άλλωστε συνέβη και με το θέατρο, τη μουσική ή τις ταινίες. Οι εκδότες και οι βιβλιοπώλες επέδειξαν γρήγορα αντανακλαστικά σε αυτή την αδιανόητη κρίση, ανέπτυξαν τα e-shop τους, βρήκαν και ενίσχυσαν διαδικτυακούς τρόπους σύνδεσης του βιβλίου με τους αναγνώστες του. Οι ουρές έξω από βιβλιοπωλεία ήταν μια εικόνα που κανείς δε θα φανταζόταν πριν. Ωστόσο, η ανάκαμψη αυτή ήταν μάλλον προσωρινή, καθώς οι ελλείψεις πρώτων υλών, με κύρια την έλλειψη χαρτιού, και η επακόλουθη ανεξέλεγκτη αύξηση τιμών και η ενεργειακή κρίση μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία δείχνουν ότι οι ανάγκες της καθημερινότητάς μας δε θα είναι ποτέ οι ίδιες. Όπως και οι περισσότεροι Έλληνες εκδότες, δεν αναστείλαμε το πρόγραμμά μας, δεν ακυρώσαμε τίποτε, δεν αυξήσαμε τις τιμές μας, απλώς ζυγίζουμε περισσότερο το κάθε βήμα μας. Αλλά στις δύσκολες εποχές έχουμε περισσότερη ανάγκη τον πολιτισμό, σε κάθε μορφή του. Και σημαντικό μέρος αυτού του πολιτισμού είναι τα βιβλία. Γι’ αυτό και είμαι αισιόδοξη».

50 νέοι τίτλοι το ’23

Τι να περιμένουμε για το μέλλον; Κάτι τολμηρό; Κάποιο εγχείρημα που υπάρχει στα σκαριά ή στη σκέψη;

«Έχουμε σε εξέλιξη σημαντικά βιβλία και βιβλιομαθήματα - θα ανακοινώνονται σταδιακά. Ήδη για το 2023 προγραμματίζουμε να κυκλοφορήσουν περίπου 50 νέοι τίτλοι βιβλίων, ενώ ετοιμάζουμε άλλους 100 για τα αμέσως επόμενα χρόνια. Ένα διαφορετικό εγχείρημα για το 2023, χρονιά που το ΙΤΕ θα γιορτάσει τα 40 χρόνια του, είναι ότι και οι ΠΕΚ και το ΙΤΕ θα έρθουν πιο κοντά στην πόλη του Ηρακλείου, σε ένα κτήριο που ετοιμάζεται, τόσο ως βιβλιοπωλείο όπου θα εκτίθενται όλοι οι τίτλοι μας αλλά κυρίως ως χώρος εκδηλώσεων, με αφορμή είτε την έκδοση ενός βιβλίου είτε ένα επιστημονικό θέμα. Και, παράλληλα, οι επισκέπτες του χώρου θα έχουν την ευκαιρία να θαυμάσουν από κοντά τα επιτεύγματα της σπουδαίας έρευνας που γίνεται στο ΙΤΕ σε μια ποικιλία επιστημονικών τομέων: την ανάλυση του γονιδιώματος, την ιατρική ακριβείας, την κλιματική αλλαγή, τις “έξυπνες πόλεις”, τη ρομποτική, τη ναυτιλιακή ιστορία κ.ά.».

Η επιλογή

Αλήθεια, φοβάστε ότι θα μπορούσε να έρθει μια εποχή χωρίς βιβλίο; Μια εποχή όπου θα πληκτρολογούμε μόνο αντί να γράφουμε; Που θα γυρίζουμε σελίδες στα pdf και στα e-books χωρίς τη γλυκιά αίσθηση της αφής και της μυρωδιάς του χαρτιού; Μια εποχή χωρίς βιβλιοθήκες; Τουλάχιστον για τις δικές μας γενιές που μεγαλώσαμε με βιβλία, η ερώτηση αυτή νομίζω ότι βρίσκεται πάντα στην άκρη του μυαλού μας...

«Μα ήδη γυρίζουμε σελίδες σε pdf και σε e-book, αλλά και σε εφημερίδες, και έχουμε άμεση πρόσβαση σε υλικό που δε θα μπορούσαμε να το διανοηθούμε δέκα χρόνια πριν. Και στέλνουμε mail που φτάνουν στον αποδέκτη αυτοστιγμεί, αντί να περιμένει μέρες, εβδομάδες και μήνες το γράμμα με το ταχυδρομείο. Η δική μας γενιά που μεγάλωσε με έντυπα βιβλία χρησιμοποιεί σήμερα και τις δύο μορφές, και επιλέγει τι θα διαβάσει ψηφιακά και τι θα διαβάσει σε έντυπη μορφή - με άλλα λόγια, επιλέγουμε και το περιεχόμενο αλλά και την εμπειρία ανάγνωσης που μας ταιριάζει κάθε φορά, ανάλογα με το τι, το πώς, το για ποιον λόγο και το πού διαβάζουμε. Σ’ έναν κόσμο άλλωστε που μας προσφέρει περισσότερες λύσεις και απαντήσεις σε ανάγκες και ερωτήματα που δεν προλάβαμε ή δε διανοηθήκαμε καν να διατυπώσουμε, νομίζω ότι πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα στις ανάγκες μας και στα ερωτήματα: Αν έχει να προσφέρει κάτι η έντυπη μορφή του βιβλίου στο μυαλό ή στις αισθήσεις του καθενός μας, τότε δε θα εξαφανιστεί. Αν, για παράδειγμα, σταματήσουμε να ταξιδεύουμε επειδή μπορούμε να κατεβάσουμε “το ανθρωπάκι” της Google στον χάρτη και να κάνουμε ψηφιακή βόλτα σ’ οποιοδήποτε σημείο του κόσμου, ε, τότε το πρόβλημα θα είναι σοβαρότερο για το είδος μας από το αν θα διαβάζουμε έντυπα ή ψηφιακά βιβλία... Αν φοβάμαι μια εποχή χωρίς βιβλιοθήκες, όμως; Αυτό κινδυνεύουμε να το καταφέρουμε και μόνοι μας, με τις πολιτικές μας για τις βιβλιοθήκες, πολύ πριν μεταλλαχθούμε...».

«Πληγή η γραφειοκρατία»

Και κάτι ίσως κοινότυπο αλλά νομίζω ουσιαστικό. Η δυσκολότερη και η ευκολότερη στιγμή σε αυτή τη διαδρομή. Και ίσως η δυσκολότερη επιλογή κάποιου τίτλου...

«Μα τις ευκολότερες στιγμές δεν τις καταγράφεις ποτέ, ούτε μαθαίνεις τίποτε από αυτές! Οι δυσκολότερες έχουν ενδιαφέρον: οι προτεραιότητες που δίνουμε, η ετοιμότητά μας και οι τρόποι που έχουμε για να ζυγίσουμε τις αποφάσεις μας. Το να εργάζεσαι σε έναν εκδοτικό οίκο δημόσιου χαρακτήρα όπως οι ΠΕΚ - σε αντίθεση με έναν ιδιωτικό εκδοτικό οίκο όπου ο ιδιοκτήτης θα μπορούσε ενδεχομένως να αποφασίζει κατά τη δική του βούληση - σου καλλιεργεί μια ανεκτίμητη ικανότητα: το να αισθάνεσαι καθήκον σου να εξετάζεις από όλες τις πλευρές την κάθε θετική ή αρνητική αξιολόγηση για την έκδοση ενός τίτλου με σταθερά κριτήρια, και όχι ανάλογα με τα πρόσωπα ή τις περιστάσεις. Για την επιστημονική αξιολόγηση μιας πρότασης απευθυνόμαστε σε επιστήμονες, αλλά και τα εκδοτικά κριτήρια (δηλαδή η καλή δομή του βιβλίου, τα σωστά Ελληνικά, η σαφήνεια και καθαρότητα του λόγου, οι αφηγηματικές αρετές του συγγραφέα) έχουν σημαντικό βάρος. Οπότε, όταν ορίζεις με σαφή τρόπο τα κριτήριά σου, δεν έχεις δυσκολία να αποφασίσεις για έναν τίτλο. Ωστόσο, έχει υπάρξει περίπτωση που, με πόνο για τους κόπους μας, ακυρώσαμε ένα έτοιμο βιβλίο μία μέρα ακριβώς πριν πάει στο τυπογραφείο! Διότι η χρονική συγκυρία δεν ήταν καθόλου κατάλληλη, για να μην πω ίσως και επικίνδυνη, για την έκδοσή του. Παρά ταύτα, τις πιο δύσκολες στιγμές σε αυτή τη διαδρομή, και για εμένα και για τις ΠΕΚ, δε θα τη συναρτούσα τόσο με εκδοτικά ζητήματα, όσο με τη γραφειοκρατία. Όντας ο μόνος εκδοτικός οίκος στη χώρα που λειτουργεί στο πλαίσιο ενός ερευνητικού κέντρου, δηλαδή υπάγεται στο δημόσιο λογιστικό παρόλο που δε χρηματοδοτείται από το Δημόσιο, πρέπει να ανταγωνιζόμαστε με αποτελεσματικότητα και ταχύτητα τους ιδιώτες εκδότες, ξεπερνώντας γραφειοκρατικούς σκοπέλους και καθυστερήσεις που εκείνοι δεν έχουν. Το ότι κατορθώνουμε να είμαστε ενεργοί, γρήγοροι και αποτελεσματικοί και στην εκδοτική αλλά και στην εμπορική μας διάσταση, οφείλεται στο ότι οργανωθήκαμε έτσι ώστε το αργό γραφειοκρατικό κομμάτι να μην πλήττει το δημιουργικό, που είναι η κύρια δουλειά μας».

Γοητευτικές «οι διαδρομές ανάμεσα στα βιβλία»

Να τολμήσω να ρωτήσω ποιο είναι το αγαπημένο σας βιβλίο; Ή συγγραφέας; Ή αν θέλετε θεματική...

«Αντί να σας αναφέρω τίτλους βιβλίων ή ονόματα συγγραφέων, θα σας πω ότι με ενδιαφέρουν περισσότερο οι διαδρομές ανάμεσα στα βιβλία. Π.χ. να διαβάζω τη “Ναυμαχία” του Καβάφη και από εκεί να αναζητώ τους “Πέρσες” του Αισχύλου για να ξεδιπλωθεί μπροστά μου η ατέλειωτη ποικιλία των ιαχών και επιφωνημάτων που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες! Διαβάζω κυρίως μελέτες και δοκίμια Ιστορίας και Ιστορίας της Τέχνης, αλλά σχεδόν πάντα αυτά τα βιβλία θα με στείλουν διαγωνίως στη λογοτεχνία - κάπως σαν τον τρελό στο σκάκι! Οι πιο παράδοξες διαδρομές μου τον τελευταίο καιρό σχετίζονται με τον “Μόμπι Ντικ”, στην ωραία μετάφραση του Δημήτρη Χριστοδούλου: Μετά από ένα βιβλίο για τα χρώματα που ετοιμάζουμε στις ΠΕΚ, θα καταλήξω να διαβάζω για πολλοστή φορά το αξεπέραστο κεφάλαιο για τη “λευκότητα” στον “Μόμπι Ντικ”: από ένα δοκίμιο του Μονταίν για τους κανίβαλους, θα καταλήξω να ξαναδιαβάσω το σχετικό κεφάλαιο του “Μόμπι Ντικ”: Διαβάζω για το τι σήμαιναν οι ιδέες και τα μαθηματικά για τον Πλάτωνα (πάλι από βιβλίο των ΠΕΚ), και επιστρέφω στον “Μόμπι Ντικ”, στη σκηνή του ναυτικού που πνίγεται ευτυχισμένος στο βαρέλι με το σπερματσέτο. Οπότε, υπάρχει κάθε εποχή μια “οικογένεια” βιβλίων που κατοικούν μακριά το ένα από το άλλο, μου ανοίγουν την πόρτα τους και με φιλοξενούν».

Αλήθεια, βρίσκετε χρόνο να απολαύσετε, ως αναγνώστης και μόνο, ένα βιβλίο; Μπροστά στο τζάκι ή με θέα το γαλάζιο;

«Θα βρω οπωσδήποτε χρόνο να διαβάσω τα βιβλία που εκδίδουμε (ή όσο περισσότερα από αυτά μπορώ!) πριν πάνε στο τυπογραφείο - διότι ποτέ δεν τα διαβάζω αφού εκδοθούν. Στο ενδιάμεσο, βρίσκω χρόνο να διαβάσω βιβλία που ζηλεύω που τα εξέδωσε άλλος εκδότης. Κάθε βιβλίο σού προσφέρει τη δική του θέα να απολαύσεις, οπότε δεν είναι απολύτως απαραίτητο ούτε το τζάκι ούτε το γαλάζιο, πράγμα που κάνει τις συνθήκες ανάγνωσης πιο βολικές...».

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις