Το Μουσείο Φυσικών Επιστημών, (Εκπαίδευσης) και Τεχνολογίας του ΕΚΠΑ
Μνήμες του παρελθόντος και δράσεις του σήμερα / Ένας νέος πόλος παιδείας και πολιτισμού
Πρόκειται για ένα άμεσα υλοποιούμενο Έργο με πρόταση και την στήριξη
του Πρύτανη του ΕΚΠΑ καθηγητή Μελετίου – Αθανασίου Δημόπουλου
μετά και από σχετικές ιδέες και σχετικές εργασίες των φυσικών
Χρυσολέοντος Συμεωνίδη, Ευστρατίου Καπότη και Γεωργίου Θεοφ. Καλκάνη (*).
Το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ) ολοκληρώνει το Μουσείο Φυσικών Επιστημών και Τεχνολογίας (ΜΦΕΤ), προσδίδοντάς του, εκτός του Επιστημονικού, και Εκπαιδευτικό χαρακτήρα, στο ιστορικό κτήριο του Παλαιού Χημείου / Μεγάρου Φυσικών Επιστημών στο κέντρο της Αθήνας, με έντονο ιστορικό και κοινωνικό αποτύπωμα.
Το κτήριο είναι ένα από τα έργα του Ziller που κοσμούν την πόλη. Θεμελιώθηκε το 1887, περατώθηκε το 1890. Βασικά, απετέλεσε, από το 1890 έως και το 2006 (όταν εκκενώθηκε και άρχισε η ανακαίνισή του) τον κύριο χώρο διεξαγωγής της επιστημονικής έρευνας των φυσικών επιστημών στο ΕΚΠΑ, αλλά και της εκπαιδευτικής εφαρμογής τους στους φοιτητές και αργότερα –με διάχυση των αποτελεσμάτων της– στους μαθητές σε όλη την χώρα, μέσω των αποφοίτων του εκπαιδευτικών.
Σχέδιο από την εποχή της κατασκευής του τρίτου ορόφου του Κτηρίου / Μεγάρου Φυσικών Επιστημών επί της οδού Σόλωνος 104 στο κέντρο της Αθήνας.Στο κτήριο αυτό, του οποίου η ανακαίνιση ολοκληρώθηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος του το 2017, θα (επανα-)λειτουργήσει και το μοναδικό Μουσείο Φυσικών Επιστημών, (Εκπαίδευσης) και Τεχνολογίας στη χώρα.
Στην ολοκλήρωση του κτηρίου και στην επανεγκατάσταση / επαναλειτουργία του Μουσείου, καθοριστική και καταλυτική ήταν (και είναι) η συμβολή και στήριξη του νυν πρύτανη του ΕΚΠΑ καθηγητή Μελετίου – Αθανασίου Δημόπουλου, με παροχή ιδεών, χρημάτων και –κυρίως– προσωπικής του ενέργειας. Επίσης της Τριμελούς Επιτροπής των καθηγητών Ιωάννη Εμμανουήλ, Γεωργίου Τόμπρα και Κωνσταντίου Μεθενίτη.
Το Μουσείο θα συνδυάζει / συμπλέκει:έναν ιδιαίτερο κτηριακό χώρο που η ιστορία του, η παράδοση και τα χαρακτηριστικά του τον καθιστούν (και τον ίδιο τον χώρο) μουσειακό έκθεμα,
έναν λειτουργικό υποστηρικτικό εξοπλισμό (τις παλαιές οργανοθήκες, βιβλιοθήκες και εργαστηριακούς πάγκους) που αποτελούν επίσης μουσειακά εκθέματα πέραν του υποστηρικτικού τους ρόλου, και
τα –κύρια– μουσειακά εκθέματα που έχουν όλα λειτουργήσει ως επιστημονικά / ερευνητικά ή εκπαιδευτικά / διερευνητικά πειραματικά μέσα (και τεχνολογικά εργαλεία) στο παρελθόν, αλλά μερικά είναι δυνατόν να λειτουργούν (όσα είναι λειτουργικά) και σήμερα ως εκπαιδευτικά πειραματικά διαδραστικά μέσα.
Αυτό το Μουσείο, εκτός του εκθεσιακού / στατικού χαρακτήρα του, θα έχει και τον χαρακτήρα ενός διαδραστικού / δυναμικού Μουσείου / Εργαστηρίου που (συμπληρωματικά των σχολικών και πανεπιστημιακών εργαστηρίων ΦΕ) θα έχει την δυνατότητα να παρέχει σε φοιτητές και μαθητές, σε μετεκπαιδευόμενους εκπαιδευτικούς και σε «διά βίου» επιμορφούμενους πολίτες:το συγκινησιακό περιβάλλον που –μοναδικά και προνομιακά– θα ενισχύσει το ενδιαφέρον τους για τον επιστημονικό και εκπαιδευτικό πειραματισμό στο παρελθόν, με τις γνώσεις και τις τεχνολογίες της κάθε εποχής αλλά και –κυρίως–
την ευκαιρία και την δυνατότητα να διαπιστώνουν οι ίδιοι –πειραματικά, «επί του πρακτέου»– την συνέχεια και την εξέλιξη της επιστημονικής έρευνας και της εκπαιδευτικής διερεύνησης από εποχή σε εποχή, όπως και της τεχνολογίας που προέρχεται από τις φυσικές επιστήμες, διαχρονικά.
Σημειώνεται ότι σήμερα εφαρμόζεται και στην επιστημονική / ερευνητική αλλά και την εκπαιδευτική / διερευνητική διαδικασία –αντίστοιχα– η ίδια μεθοδολογία, η επιστημονική – εκπαιδευτική μεθοδολογία με την έρευνα ή τη διερεύνηση
– αντίστοιχα.
Το κτήριο του Μουσείου σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Ernest Ziller και θεμελιώθηκε το 1887 με βάση τις οδηγίες του χημικού August von Hofmann, αλλά και σαφή στοχοθέτηση του καθηγητή του ΕΚΠΑ Αναστασίου Χρηστομάνου, για να αποτελέσει κέντρο διοίκησης, έρευνας και εκπαίδευσης των φυσικών επιστημών. Αρχικά, στέγασε και το Γενικό Χημείο του Κράτους, καθώς και το Εθνικό Γραφείο Μέτρων και Σταθμών.
Περιλαμβάνει ένα μεγάλο αμφιθέατρο εκδηλώσεων και ακαδημαϊκών μαθημάτων (Μεγάλο Αμφιθέατρο Μεγάρου Φυσικής ΜΑΜΦ), ένα μικρότερο αμφιθέατρο (μικρό ΑΜΦ) και πολλές αίθουσες παραδόσεων και εργαστηρίων, καθώς και αίθουσες οργανοθηκών, βιβλιοθηκών και γραφεία καθηγητών. Στα υπόγεια λειτούργησαν, για τις ανάγκες της έρευνας και της εκπαίδευσης, μηχανουργείο, ξυλουργείο, υαλουργείο και συσκευή παραγωγής υγρού αζώτου.
Η αξία του δεν είναι μόνο επιστημονική και εκπαιδευτική αφού είναι συνδεδεμένο με την ανάπτυξη και εφαρμογή των φυσικών επιστημών στην Ελλάδα, αλλά και εθνική, αφού είναι συνδεδεμένο και με ιστορικές στιγμές της χώρας.
Εκεί ήταν εγκαταστημένες ραδιοφωνικές συσκευές και πομποί –με τις κεραίες τους– με τις οποίες γινόταν η επαφή του ελληνικού στρατιωτικού αρχηγείου με το στρατιωτικό σώμα στην Μικρά Ασία το 1922, καθώς και η επαφή με το συμμαχικό στρατηγείο στην Αλεξάνδρεια (μέσω του Lesotho της Νότιας Αφρικής) κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Από αυτό το κτήριο έγινε και η μετάδοση του μηνύματος της απελευθέρωσης της Αθήνας από τους Γερμανούς την 14/10/1944. Τμήματα των πομπών που χρησιμοποιήθηκαν έχουν διασωθεί στο Μουσείο.
(*) Υπεύθυνος, Επιστημονικός Συνεργάτης και Ακαδημαϊκός Σύμβουλος -αντίστοιχα- του Μουσείου, με διαδικτυακούς τόπους αναφοράς τους: http://stmuseum.uoa.gr/ , http://micro-kosmos.uoa.gr/
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου