Συνδέονται οι θάνατοι από ανθεκτικά βακτήρια με τη διδασκαλία της εξέλιξης;
της Ε. Μαυρικάκη Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
Το 2019, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αναγνώρισε την ανθεκτικότητα των μικροβίων απέναντι στα αντιβιοτικά ως μία από τις 10 σημαντικότερες απειλές για τη δημόσια υγεία, αφού το 2019 καταγράφηκαν 6.000.000 θάνατοι που οφείλονται σε ή σχετίζονται με μολύνσεις από ανθεκτικά βακτήρια (MRSA, Klebsiella spp., κ.ά), περισσότεροι από τους θανάτους λόγω HIV και ελονοσίας μαζί. [1–2] Η Ελλάδα έχει αρνητική πρωτιά στην Ευρώπη ως η χώρα με τα περισσότερα έτη ζωής που χάνονται λόγω της ανθεκτικότητας των βακτηρίων στα αντιβιοτικά. [3] Αυτό δεν προέκυψε αναπάντεχα, αφού το 2020 είχαμε την υψηλότερη κατανάλωση αντιβιοτικών μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ (28.1 ημερήσιες δόσεις ανά 1.000 κατοίκους). [4–5]
Η ελληνική γλώσσα είναι πιθανότατα ένας από τους λόγους που ευθύνονται για αυτήν την πρωτιά: ο μέσος πολίτης αντιλαμβάνεται τον όρο «αντιβίωση» ως σύνθετο από τις λέξεις «αντί» και «ίωση» —έναντι της λέξης «βίωση», που είναι το ορθό— άρα θεωρεί, λανθασμένα, ότι τα αντιβιοτικά είναι κατάλληλα για την αντιμετώπιση ιώσεων. Μέχρι πρότινος κατέφευγε στην κατανάλωση αντιβιοτικών για να τις «αντιμετωπίσει», αφού αυτά χορηγούνταν και χωρίς ιατρική συνταγή και η κατάχρηση των αντιβιοτικών δημιουργεί πίεση φυσικής επιλογής αυξάνοντας έτσι το ποσοστό των ανθεκτικών βακτηρίων. [6] Η έλλειψη κατάλληλης εκπαίδευσης για τον ρόλο και τη δράση της φυσικής επιλογής γενικότερα, και στην εξέλιξη των βακτηρίων ειδικότερα, σίγουρα δεν βοηθά, αφού δεν είναι λίγοι αυτοί που σταματούν τη λήψη ενός αντιβιοτικού μόλις νιώσουν λίγο καλύτερα, κόντρα στις ιατρικές οδηγίες που έχουν λάβει, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στην αύξηση των ανθεκτικών βακτηρίων.
Η έλλειψη κατάλληλης εκπαίδευσης για τον ρόλο και τη δράση της φυσικής επιλογής γενικότερα, και στην εξέλιξη των βακτηρίων ειδικότερα, σίγουρα δεν βοηθά, αφού δεν είναι λίγοι αυτοί που σταματούν τη λήψη ενός αντιβιοτικού μόλις νιώσουν λίγο καλύτερα, κόντρα στις ιατρικές οδηγίες που έχουν λάβει, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στην αύξηση των ανθεκτικών βακτηρίων.
Είναι πολλές οι έρευνες που αποδεικνύουν ότι μεγάλο μέρος του πληθυσμού παγκοσμίως δεν κατανοεί ή/και δεν αποδέχεται τη θεωρία της εξέλιξης, με το θέμα να είναι ιδιαίτερα σύνθετο, σίγουρα όμως η εκπαίδευση έχει σημαντικό ρόλο. [7] Έχουν έρθει οι πολίτες στη διάρκεια των μαθητικών τους χρόνων σε επαφή με τις βασικές έννοιες που είναι απαραίτητες για να κατανοήσουν τη θεωρία της εξέλιξης; Τους έχει παρασχεθεί όλο εκείνο το πλαίσιο που θεωρείται σημαντικό για να μπορέσουν να την αποδεχτούν; Αναγνωρίζει, εν ολίγοις, το εκπαιδευτικό σύστημα τη σημασία της κατανόησης και αποδοχής της θεωρίας της εξέλιξης στη διαμόρφωση επιστημονικά εγγράμματων πολιτών;
Τα Αναλυτικά Προγράμματα (ΑΠ), τα οποία σχεδιάζονται κεντρικά στις περισσότερες χώρες, είναι αυτά που καθορίζουν το τι θα διδαχθεί και οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να ακολουθούν τα ΑΠ έχοντας ελάχιστη ελευθερία. Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι μια χώρα που επιδιώκει να δημιουργήσει επιστημονικά εγγράμματους πολίτες θα έχει σχεδιάσει ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θα δίνει έμφαση στις Φυσικές Επιστήμες τόσο όσον αφορά την κατανομή τους στο ωρολόγιο πρόγραμμα, όσο και στην εις βάθος διδασκαλία βασικών θεωριών και εννοιών των Φυσικών Επιστημών.
Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι μια χώρα που επιδιώκει να δημιουργήσει επιστημονικά εγγράμματους πολίτες θα έχει σχεδιάσει ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θα δίνει έμφαση στις Φυσικές Επιστήμες τόσο όσον αφορά την κατανομή τους στο ωρολόγιο πρόγραμμα, όσο και στην εις βάθος διδασκαλία βασικών θεωριών και εννοιών των Φυσικών Επιστημών.
Καθώς η θεωρία της εξέλιξης είναι η βασική, ενοποιητική θεωρία της Βιολογίας, 45 ερευνητές/ερευνήτριες από διάφορες χώρες επιχείρησαν να διερευνήσουν αν αυτή διδάσκεται στα διάφορα εκπαιδευτικά συστήματα έτσι ώστε οι μαθητές να έχουν μια πλήρη εικόνα και να είναι σε θέση να την κατανοήσουν και να την αποδεχτούν. Μελέτησαν για το σκοπό αυτό 19 ΑΠ (18 ευρωπαϊκών χωρών και ένα του Ισραήλ) ως προς το ποιες εξελικτικές γνώσεις θεωρείται απαραίτητο να έχει ένας μαθητής μέχρι την 9η–10η τάξη, δηλαδή, περίπου την ηλικία των 15 ετών (ηλικία που εστιάζει και το πρόγραμμα PISA και στην οποία, στις περισσότερες χώρες, ολοκληρώνεται η υποχρεωτική εκπαίδευση ή οι μαθητές/μαθήτριες στη συνέχεια ακολουθούν διάφορες κατευθύνσεις σπουδών). [8] Εν ολίγοις, επιχείρησαν να διαπιστώσουν χρησιμοποιώντας το πλαίσιο ανάλυσης “FACE” (Framework for the Assessment of school Curricula on the presence of Evolutionary concepts) [9], ποιο είναι το ελάχιστο των γνώσεων που θα έχει ένας/μία πολίτης σε αυτές τις χώρες ολοκληρώνοντας τη σχολική εκπαίδευση.
Το FACΕ, που αναπτύχθηκε και προσαρμόστηκε για το σκοπό της έρευνας σε υλικό που δημιούργησε το προσωπικό του Μουσείου Παλαιοντολογίας του Πανεπιστημίου του Berkeley, ορίζει 35 στόχους, ομαδοποιημένους σε έξι βασικές κατηγορίες, ως απαραίτητους ώστε ένας μαθητής ή μία μαθήτρια να κατανοήσει και να αποδεχθεί τη θεωρία της εξέλιξης:
Ιστορία της ζωής (πολλές μορφές ζωής που υπήρχαν κάποτε, σήμερα έχουν εξαφανιστεί, οι περιβαλλοντικές αλλαγές που προκαλεί ο άνθρωπος συνδέονται με την εξέλιξη των οργανισμών κ.λπ.)
Αποδείξεις για την εξέλιξη (το αρχείο των απολιθωμάτων παρέχει αποδείξεις για την εξέλιξη, η τεχνητή επιλογή αποτελεί απόδειξη εξέλιξης κ.λπ.)
Μηχανισμοί της εξέλιξης (η εξέλιξη συντελείται μέσω διαφόρων μηχανισμών, όπως η φυλετική επιλογή και η γενετική παρέκκλιση κ.λπ.)
Μελετώντας την εξέλιξη (η ταξινόμηση των οργανισμών βασίζεται στην εξέλιξη, οι επιστήμονες μελετούν πολλές σειρές αποδεικτικών στοιχείων για την εξέλιξη κ.λπ.)
Φύση της Επιστήμης (η επιστήμη βασίζεται σε εμπειρικά δεδομένα, η επιστήμη είναι ανθρώπινο επίτευγμα κ.λπ.)
Ανάπτυξη επιστημονικών πρακτικών (πρακτικές που ακολουθούν οι επιστήμονες καθώς μελετούν και δημιουργούν μοντέλα και θεωρίες για τον κόσμο).
Τα αποτελέσματα ήταν ιδιαιτέρως αποθαρρυντικά, καθώς στα ΑΠ που μελετήθηκαν περιλαμβάνονται λιγότεροι από τους μισούς στόχους που θα έπρεπε να διδάσκονται οι μαθητές/μαθήτριες προκειμένου να κατανοούν και να αποδέχονται τη θεωρία της εξέλιξης. Οι πιο συχνά εμφανιζόμενοι στόχοι ήταν αυτοί που αφορούσαν στοιχειώδεις γνώσεις για την εξέλιξη, ενώ εκείνοι που σχετίζονται με τους μηχανισμούς που καθοδηγούν την εξέλιξη συχνά απουσίαζαν. Επιπλέον, η εξέλιξη παρουσιάζεται ασύνδετη με καθημερινές εφαρμογές της.
Όσον αφορά την Ελλάδα και την Κύπρο, τα ΑΠ περιλάμβαναν 72 και 19 στόχους αντίστοιχα, που θα μπορούσαν να ενταχθούν στις κατηγορίες στόχων του FACE, όταν ο μέσος όρος για τα 19 ΑΠ που μελετήθηκαν οριζόταν στο 69. Θα έλεγε, λοιπόν, κανείς ότι στην Ελλάδα είμαστε σε καλό επίπεδο όσον αφορά την κάλυψη της ελάχιστης γνώσης που θα πρέπει να κατέχει κάποιος σχετικά με τη θεωρία της εξέλιξης. Ωστόσο, με μια προσεκτικότερη ματιά στην κατανομή αυτών των στόχων στις κατηγορίες του FACE, διαπιστώνουμε ότι στην Ελλάδα τα ΑΠ εστιάζουν κυρίως στις αποδείξεις για την εξέλιξη και την ιστορία της ζωής, υποβαθμίζοντας τη διδασκαλία στόχων που επικεντρώνονται στους μηχανισμούς της εξέλιξης, στη γνώση της Φύσης της Επιστήμης και την ανάπτυξη επιστημονικών πρακτικών· δηλαδή, απουσιάζουν στόχοι που συμβάλλουν σε μια εις βάθος κατανόηση της θεωρίας της εξέλιξης και την αποδοχή της.
Διαπιστώνουμε ότι στην Ελλάδα τα ΑΠ εστιάζουν κυρίως στις αποδείξεις για την εξέλιξη και την ιστορία της ζωής, υποβαθμίζοντας τη διδασκαλία στόχων που επικεντρώνονται στους μηχανισμούς της εξέλιξης, στη γνώση της Φύσης της Επιστήμης και την ανάπτυξη επιστημονικών πρακτικών.
Μια ανάλογη έρευνα [10], αυτή τη φορά στα σχολικά εγχειρίδια 8 ευρωπαϊκών χωρών, η οποία χρησιμοποίησε το ίδιο εργαλείο —FACE— έρχεται να επιβεβαιώσει τα παρακάτω:
Στις περισσότερες χώρες, 30% (ή και περισσότερο) των στόχων που αφορούν ζητήματα σημαντικά για την κατανόηση της θεωρίας της εξέλιξης δεν περιλαμβάνονται στα σχολικά εγχειρίδια.
Έννοιες που εντοπίζονται συχνότερα στα σχολικά εγχειρίδια, και συνεπώς διδάσκονται περισσότερο, είναι αυτές που προωθούν την αναγνώριση της βιοποικιλότητας, η οποία φυσικά και είναι πολύ σημαντική, αλλά από μόνη της δεν αρκεί για να μπορούν τα άτομα να κατανοούν ή/και να αποδέχονται τη θεωρία της εξέλιξης.
Έννοιες που σχετίζονται με τους μηχανισμούς μέσω των οποίων συντελείται η εξέλιξη, όπως η γενετική παρέκκλιση και η φυλετική επιλογή, συχνά δεν περιλαμβάνονται στα σχολικά εγχειρίδια ή όταν περιλαμβάνονται δεν δίνεται έμφαση σε αυτές (όπως γίνεται, λόγου χάρη, με τη φυσική επιλογή) ούτε χρησιμοποιούνται ως έννοιες κλειδιά.
Οι μισές από τις χώρες που μελετήθηκαν δεν περιλαμβάνουν στα σχολικά τους εγχειρίδια εφαρμογές της εξέλιξης στην καθημερινή ζωή.
Επανερχόμενοι στον προβληματισμό που θέτουμε στον τίτλο, διαπιστώνουμε ότι κάποιοι θάνατοι που οφείλονται σε ή σχετίζονται με ανθεκτικά βακτήρια θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί αν είχαμε εκπαιδεύσει καλύτερα τους μαθητές και τις μαθήτριες μας στη θεωρία της εξέλιξης. Θα είχαμε τότε πολίτες που θα αναγνώριζαν ότι η αλόγιστη χρήση αντιβιοτικών μακροπρόθεσμα θα μας οδηγήσει σε μια κατάσταση ανάλογη της εποχής πριν την ανακάλυψη της πενικιλίνης. Πολίτες που θα αντιλαμβάνονταν τα προβλήματα που μπορεί να δημιουργήσει η αυθαίρετη διακοπή μιας θεραπείας με αντιβίωση.
Αυτή η εκπαίδευση θα έπρεπε να ξεκινήσει από πολύ μικρή ηλικία με κατάλληλα σχεδιασμένες εκπαιδευτικές προσεγγίσεις και ανάλογη εκπαίδευση των εκπαιδευτικών, αφού πλέον αρκετές έρευνες αποδεικνύουν ότι κάτι τέτοιο μπορεί να είναι αποτελεσματικό. [11] Απομένει να υπάρξει η ανάλογη βούληση από την πολιτεία.
Πηγές:
[1] Antimicrobial Resistance Collaborators (2022). Global burden of bacterial antimicrobial resistance in 2019: a systematic analysis. Lancet. https://doi.org/10.1016/S0140-6736(21)02724-0.
[2] World Health Organization. (2022). Antimicrobial resistance surveillance in Europe 2022–2020 data.
[3] European Centre for Disease Prevention and Control (2022). Assessing the health burden of infections with antibiotic-resistant bacteria in the EU/EEA, 2016-2020. Stockholm.
[4] Lajunen, T.J., Sullman, M.J.M., Baddal, B., Tekeş, B., Apostolou, M. (2023). Antibiotics Knowledge, Attitudes and Behaviours among the Population Living in Greece and Turkey. Antibiotics, 12,1279. https://doi.org/10.3390/antibiotics12081279
[5] Farooqui, H. H., Selvaraj, S., Mehta, A., & Heymann, D. L. (2018). Community level antibiotic utilization in India and its comparison vis-à-vis European countries: evidence from pharmaceutical sales data. PloS one, 13(10), e0204805.
[6] Oikonomou, M. E., Gkentzi, D., Karatza, A., Fouzas, S., Vervenioti, A., & Dimitriou, G. (2021). Parental knowledge, attitude, and practices on antibiotic use for childhood upper respiratory tract infections during COVID-19 pandemic in Greece. Antibiotics, 10(7), 802
[7] Kuschmierz, P., Beniermann, A., Bergmann, A., …, Graf, D. (2021). European first-year university students accept evolution but lack substantial knowledge about it: a standardized European cross-country assessment. Evo Edu Outreach, 14(17). https://doi.org/10.1186/s12052-021-00158-8
[8] Mavrikaki, E., Realdon, G., Aivelo, T., Bajrami, A., Dilek Bakanay, Ç., Beniermann, A., … & Sá-Pinto, X. (2024). Evolution in European and Israeli school curricula–a comparative analysis. International Journal of Science Education, 1-27.
[9] Sá-Pinto, X., Realdon, G., Torkar, G. …, Mavrikaki, E. (2021). Development and validation of a framework for the assessment of school curricula on the presence of evolutionary concepts (FACE). Evolution: Education and Outreach, 14(3). https://doi.org/10.1186/s12052-021-00142-2
[10] Panayides, A., Sá-Pinto, X., Mavrikaki, E., Aanen, D. K., Aboim, S., Cavadas, B., … & Korfiatis, K. (2024). Evolution content in school textbooks: data from eight European countries. Evolution: Education and Outreach, 17(1), 11.
[11] Sá‐Pinto, X., Pinto, A., Ribeiro, J., Sarmento, I., Pessoa, P., Rodrigues, L. R., … & Bernardino Lopes, J. (2021). Following Darwin’s footsteps: Evaluating the impact of an activity designed for elementary school students to link historically important evolution key concepts on their understanding of natural selection. Ecology and evolution, 11(18), 12236-12250.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου