Για την πλατφόρμα "Eduquality”

του καθηγητή Δημήτρη Αναστασίου

Για την πλατφόρμα Eduquality και την αξιολόγηση των σχολείων
Διαβάζω ότι με απόφαση της υπουργού Παιδείας Σοφίας Ζαχαράκη θα δημιουργηθεί η πλατφόρμα «Eduquality” μέσω της οποίας γονείς θα αξιολογούν το έργο των σχολείων. Η πρωτοβουλία παρουσιάζεται ως εργαλείο πολυκριτηριακής αποτίμησης, διαφάνειας και «συνεχούς βελτίωσης». Όμως, πίσω από τη θελκτική γλώσσα της ενδυνάμωσης και της συμμετοχής, ανακύπτουν κρίσιμα ζητήματα.
1) Σε αντίθεση με προιόντα ή υπηρεσίες που πωλούνται στην ελεύθερη αγορά, όπου οι "πελάτες" είναι άμεσοι καταναλωτές, οι γονείς δεν είναι άμεσοι συμμετέχοντες της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Οι γονείς δεν διαθέτουν την άμεση εμπειρία για να αξιολογήσουν τη διδακτική αποτελεσματικότητα και τις εκπαιδευτικές παρεμβάσεις. Αυτό που συνήθως αποτιμούν είναι η υποκειμενική ικανοποίηση: αν «τους αρέσει» το σχολείο. Η ικανοποίηση, όμως, δεν ταυτίζεται με την ποιότητα. Ένα σχολείο μπορεί να είναι απαιτητικό, παιδαγωγικά αυστηρό ή χαλαρό, συμπεριληπτικό και ταυτόχρονα αντιδημοφιλές.
2) Τέτοιες πρακτικές τείνουν να αναπαράγουν και να εντείνουν ανισότητες. Σχολεία που εξυπηρετούν μαθητές από φτωχότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα, μαθητές με αναπηρία ή με γλωσσικές δυσκολίες, αντιμετωπίζουν αντικειμενικά μεγαλύτερες προκλήσεις. Η γονεϊκή αξιολόγηση συχνά «τιμωρεί» αυτά τα σχολεία όχι για χαμηλή ποιότητα, αλλά για τις συνθήκες μέσα στις οποίες λειτουργούν. Το αποτέλεσμα είναι μια έμμεση κοινωνική ιεράρχηση σχολείων, με όρους φήμης και εικόνας, όχι παιδαγωγικής ποιότητας.
3) Η δημόσια ή συγκρίσιμη αξιολόγηση από γονείς υπονομεύει την επαγγελματική αυτονομία των εκπαιδευτικών. Όταν η αξιολόγηση συνδέεται, άμεσα ή έμμεσα, με δημόσια εικόνα (π.χ. μια συνολική βαθμολογία ενός σχολείου) ή διοικητικές συνέπειες, δημιουργούνται ισχυρά κίνητρα προσαρμογής στις απαιτήσεις του «πελάτη». Ο/Η εκπαιδευτικός πιέζεται να αποφύγει δύσκολες αποφάσεις, να χαμηλώσει προσδοκίες ή να επιλέξει «ασφαλείς» πρακτικές. Έτσι, από επαγγελματίας παιδαγωγικής κρίσης μετατρέπεται σταδιακά σε διαχειριστή αξιολογήσεων και εντυπώσεων.
4) Σε θεσμικό επίπεδο, η λογική αυτή συνεπάγεται μετατόπιση της ευθύνης από το κράτος στο σχολείο και στο άτομο εκπαιδευτικό. Η ποιότητα της εκπαίδευσης αποσυνδέεται από κρίσιμους παράγοντες όπως η χρηματοδότηση, η στελέχωση, η επιμόρφωση και η επιστημονική υποστήριξη των σχολείων. Αντί η πολιτεία να λογοδοτεί για τις προϋποθέσεις που η ίδια διαμορφώνει, η ευθύνη μεταφέρεται στους εκπαιδευτικούς και στις σχολικές μονάδες, μέσα από συγκεντρωτικές κρίσεις χρηστών μιας πλατφόρμας.
5) Υπάρχει, τέλος, σοβαρός κίνδυνος εργαλειοποίησης με άμεσες χωρικές και κοινωνικές συνέπειες. Διεθνώς, αντίστοιχα συστήματα αξιολόγησης ξεκινούν ως εργαλεία «ανατροφοδότησης», αλλά σταδιακά μετατρέπονται σε δείκτες σύγκρισης και rankings που επηρεάζουν τη φήμη των σχολείων, τις διοικητικές αποφάσεις και τελικά τη χρηματοδότηση. Σε χώρες όπως η Αγγλία και οι ΗΠΑ, οι δείκτες αυτοί δεν μένουν εντός του εκπαιδευτικού πεδίου, αλλά διαχέονται στην αγορά κατοικίας: σχολεία με «καλές αξιολογήσεις» ενσωματώνονται στις τιμές ακινήτων, ενώ περιοχές με «χαμηλής αξιολόγησης» σχολεία στιγματίζονται και υποβαθμίζονται.
Το αποτέλεσμα είναι ένας φαύλος κύκλος: η σχολική αξιολόγηση παγιώνει τον ταξικά χωρικό διαχωρισμό (καλές και «κακές», υποβαθμισμένες και αναβαθμισμένες περιοχές), ενισχύει την κοινωνική διαστρωμάτωση και καθιστά την πρόσβαση σε «καλά σχολεία» συνάρτηση της δυνατότητας αγοράς ή ενοικίασης κατοικίας. Έτσι, η αξιολόγηση δεν αποτυπώνει απλώς ανισότητες: τις (ανα)παράγει ενεργητικά και τις ενισχύει, μετατρέποντας την εκπαιδευτική πολιτική σε μηχανισμό χωρικής ταξινόμησης πληθυσμών με ολοένα και πιο ταξικό τρόπο.
Η εκπαίδευση δεν μπορεί να λειτουργεί ως πλατφόρμα κριτικών τύπου booking.comή Tripadvisor, όπου η ποιότητα μπορεί να αντανακλάται σε βαθμολογίες ικανοποίησης υπηρεσιών από επιχειρήσεις καταλυμάτων και εστιατορίων. Το σχολείο δεν είναι μια ακόμη επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ούτε ο γονέας «πελάτης». Πρόκειται για δημόσιο αγαθό, θεσμό δημόσιας ευθύνης, με παιδαγωγικό και κοινωνικό ρόλο που δεν αποτιμάται με όρους καταναλωτικής εμπειρίας. Η ποιότητα δεν διασφαλίζεται με δείκτες ικανοποίησης, αλλά με επιμόρφωση σε επιστημονικά-τεκμηριωμένες πρακτικές, επαγγελματική κρίση, δημοκρατική συμμετοχή, ουσιαστική θεσμική ευθύνη της πολιτείας και επιστημονικά έγκυρη αξιολόγηση.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις