Η Ελλάδα «θα μειώσει τη συμμετοχή της και στο CERN»
Σε μια προσπάθεια να σώσει από το κλείσιμο
τα εθνικά ερευνητικά ινστιτούτα, η ΓΓΕΤ έχει ζητήσει να μειώσει την
εισφορά της στην ευρωπαϊκή διαστημική υπηρεσία ESA και ετοιμάζεται να
κάνει το ίδιο στην περίπτωση του ευρωπαϊκού οργανισμού πυρηνικής έρευνας
CERN, αναφέρει το κορυφαίο αμερικανικό περιοδικό Science.
Παρόλο που η Ελλάδα επενδύει μόλις το 0,5% του ΑΕΠ της σε Έρευνα και Ανάπτυξη, και βασίζεται κυρίως στα 150 εκατ. ευρώ που λαμβάνει ετησίως σε κονδύλια από την ΕΕ για τη χρηματοδότηση των εθνικών υποδομών έρευνας, οι επιπτώσεις της κρίσης δείχνουν να απασχολούν τη διεθνή επιστημονική κοινότητα: το δημοσίευμα του Science έρχεται να προστεθεί σε προηγούμενο άρθρο του Nature για τις μεταρρυθμίσεις στην έρευνα, καθώς και σε πρόσφατο εκτενές ρεπορτάζ στο Physics Today, μια επιθεώρηση του Αμερικανικού Ινστιτούτου Φυσικής.
Και όλοι σχολιάζουν ότι η ερευνητική παραγωγή απειλείται από τις περικοπές των κονδυλίων και την αβεβαιότητα που κυριαρχεί.
Εθνικά ιδρύματα vs διεθνούς παρουσίας
Πρόσφατα, η Ελλάδα ζήτησε από τη διαστημική υπηρεσία ESA να μειώσει προσωρινά κατά 6 εκατ. ευρώ την ετήσια εισφορά της των 14 εκατ. ευρώ, με την υπόσχεση ότι θα την επαναφέρει στα κανονικά επίπεδα το 2013.
Ο καθηγητής Φυσικής Κανάρης Τσίγγανος, πρόεδρος του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, λέει στο Science ότι θα προτιμούσε να παραμείνει η Ελλάδα ενεργό μέλος της ESA. «Θα ήταν όμως περίεργο να κλείσουμε όλα αυτά τα [εθνικά] ερευνητικά ιδρύματα προκειμένου να πληρώνουμε τις διεθνείς συνδρομές μας» παραδέχεται.
Τώρα, ο γενικός γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας, Κωνσταντίνος Κοκκινοπλίτης, βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με το CERN για ανάλογη μείωση της εθνικής εισφοράς. «Δεν θέλουμε να αποσυρθούμε από αυτούς τους οργανισμούς, αλλά να πετύχουμε κάποιου είδους διακανονισμό για τα επόμενα δύο χρόνια» λέει ο ίδιος. Μια ιδέα θα ήταν να καταβληθεί η μισή από την εθνική εισφορά στο CERN για φέτος και να αναπληρωθεί η διαφορά σε ένα ή δύο χρόνια. Γι' αυτό, όμως, απαιτείται η έγκριση του συμβουλίου των χωρών που μετέχουν στο CERN.
Από τα περίπου 80 εκατ. δολάρια του ετήσιου προϋπολογισμού της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας, προ των μειώσεων, περίπου τα 30 εκατ. είναι εισφορές στην ESA, το CERN και το Ευρωπαϊκό Εργαστήριο Μοριακής Βιολογίας EMBL.
Σε κάθε περίπτωση, ο επικεφαλής της ΓΓΕΤ δείχνει να προτιμά να περιορίσει την ελληνική συμμετοχή σε διεθνή προγράμματα παρά να μειώσει περαιτέρω τη χρηματοδότηση των ερευνητικών ινστιτούτων της χώρας, τα οποία μειώνονται από τα 56 στα 31 με απόφαση του υπουργείου Παιδείας που ανακοινώθηκε το Φεβρουάριο. «Δεν υπάρχει περίπτωση να κλείσουν ή να υποχρεωθούν να απολύσουν προσωπικό» διαβεβαιώνει ο Κοκκινοπλίτης.
Συγχωνεύσεις-ελλείψεις
Πολλοί, όμως, πιστεύουν ότι οι μειώσεις και συγχωνεύσεις ερευνητικών κέντρων είναι μια ιδέα που δεν θα αποδώσει: Πρόκειται για «μια βιτρίνα που δεν έχει ουσιαστική επίδραση στους προϋπολογισμούς» λέει στο Physics Today ο Ίωνας Σιώτης, φυσικός υψηλών ενεργειών και πρώην διευθυντής του «Δημόκριτου» και του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών. «Αυτή η άσκηση θα επιτρέψει στο υπουργείο μας να πει στην τρόικα ότι η Ελλάδα μειώνει τους δημόσιους φορείς και τις δημόσιες δαπάνες. Πρόκειται για μεγάλο αστείο».
Σε κάποιο βαθμό, τα ευρωπαϊκά κονδύλια που λαμβάνουν οι Έλληνες ερευνητές προστατεύουν το ερευνητικό έργο από τις περικοπές. Τα κονδύλια όμως αυτά δεν επιτρέπουν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό ούτε καλύπτουν λειτουργικά έξοδα και μισθούς. «Δεδομένου ότι τα [ευρωπαϊκά] κονδύλια και τα κονδύλια από τα διαρθρωτικά ταμεία δεν έχουν μειωθεί, θα περίμενε κανείς ότι, όσον αφορά τη χρηματοδότηση, η έρευνα δεν υποφέρει και πολύ. Δυστυχώς, όμως, τα πράγματα δεν έχουν έτσι» σχολιάζει ο Αχιλλέας Μητσός, πρώην γενικός διευθυντής Έρευνας στην ΕΕ και προκάτοχος του Κοκκινοπλίτη στη γραμματεία της ΓΓΕΤ.
Στην πράξη, οι Έλληνες ερευνητές έχουν υποστεί μειώσεις μισθών κατά τουλάχιστον 30%, σε πολλές περιπτώσεις περιμένουν για χρόνια το διορισμό τους που έχει ήδη εγκριθεί, και αδυνατούν να καλύψουν βασικές ανάγκες όπως οι συνδρομές στον επιστημονικό τύπο.
Και σίγουρα η έρευνα και η καινοτομία απειλούνται και από την ψυχολογία μια χώρας σε ύφεση: Όπως σχολιάζει στο Physics Today ο Λεωνίδας Ρεσβάνης, φυσικός υψηλών ενεργειών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, «για να μπορεί κανείς να παράγει, πρέπει να βρίσκεται σε μια δημιουργική ατμόσφαιρα. Στην Ελλάδα, ο κόσμος δεν ξέρει τι θα ξημερώσει αύριο. Είναι τρομοκρατημένος. Όταν καλείσαι να λάβεις μια απόφαση, τείνεις να επιλέγεις τη συντηρητική οδό, και αυτός δεν είναι ο τρόπος με τον οποίο η επιστήμη προοδεύει».
*Σε μια άλλη σχετική εξέλιξη, ο δικτυακός τόπος του Nature αναφέρεται στο Κυπριακό Ινστιτούτο, γνωστό κάποτε ως «το MIT της Μέσης Ανατολής», το οποίο δεν μπόρεσε να καταβάλει τους μισθούς του περασμένου μήνα. Πολλοί ερευνητές του είχαν ήδη αποσυρθεί και η κυπριακή κυβέρνηση αποφάσισε να παγώσει τη χρηματοδότησή του λόγω κατηγοριών για κακοδιαχείριση.
Παρόλο που η Ελλάδα επενδύει μόλις το 0,5% του ΑΕΠ της σε Έρευνα και Ανάπτυξη, και βασίζεται κυρίως στα 150 εκατ. ευρώ που λαμβάνει ετησίως σε κονδύλια από την ΕΕ για τη χρηματοδότηση των εθνικών υποδομών έρευνας, οι επιπτώσεις της κρίσης δείχνουν να απασχολούν τη διεθνή επιστημονική κοινότητα: το δημοσίευμα του Science έρχεται να προστεθεί σε προηγούμενο άρθρο του Nature για τις μεταρρυθμίσεις στην έρευνα, καθώς και σε πρόσφατο εκτενές ρεπορτάζ στο Physics Today, μια επιθεώρηση του Αμερικανικού Ινστιτούτου Φυσικής.
Και όλοι σχολιάζουν ότι η ερευνητική παραγωγή απειλείται από τις περικοπές των κονδυλίων και την αβεβαιότητα που κυριαρχεί.
Εθνικά ιδρύματα vs διεθνούς παρουσίας
Πρόσφατα, η Ελλάδα ζήτησε από τη διαστημική υπηρεσία ESA να μειώσει προσωρινά κατά 6 εκατ. ευρώ την ετήσια εισφορά της των 14 εκατ. ευρώ, με την υπόσχεση ότι θα την επαναφέρει στα κανονικά επίπεδα το 2013.
Ο καθηγητής Φυσικής Κανάρης Τσίγγανος, πρόεδρος του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, λέει στο Science ότι θα προτιμούσε να παραμείνει η Ελλάδα ενεργό μέλος της ESA. «Θα ήταν όμως περίεργο να κλείσουμε όλα αυτά τα [εθνικά] ερευνητικά ιδρύματα προκειμένου να πληρώνουμε τις διεθνείς συνδρομές μας» παραδέχεται.
Τώρα, ο γενικός γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας, Κωνσταντίνος Κοκκινοπλίτης, βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με το CERN για ανάλογη μείωση της εθνικής εισφοράς. «Δεν θέλουμε να αποσυρθούμε από αυτούς τους οργανισμούς, αλλά να πετύχουμε κάποιου είδους διακανονισμό για τα επόμενα δύο χρόνια» λέει ο ίδιος. Μια ιδέα θα ήταν να καταβληθεί η μισή από την εθνική εισφορά στο CERN για φέτος και να αναπληρωθεί η διαφορά σε ένα ή δύο χρόνια. Γι' αυτό, όμως, απαιτείται η έγκριση του συμβουλίου των χωρών που μετέχουν στο CERN.
Από τα περίπου 80 εκατ. δολάρια του ετήσιου προϋπολογισμού της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας, προ των μειώσεων, περίπου τα 30 εκατ. είναι εισφορές στην ESA, το CERN και το Ευρωπαϊκό Εργαστήριο Μοριακής Βιολογίας EMBL.
Σε κάθε περίπτωση, ο επικεφαλής της ΓΓΕΤ δείχνει να προτιμά να περιορίσει την ελληνική συμμετοχή σε διεθνή προγράμματα παρά να μειώσει περαιτέρω τη χρηματοδότηση των ερευνητικών ινστιτούτων της χώρας, τα οποία μειώνονται από τα 56 στα 31 με απόφαση του υπουργείου Παιδείας που ανακοινώθηκε το Φεβρουάριο. «Δεν υπάρχει περίπτωση να κλείσουν ή να υποχρεωθούν να απολύσουν προσωπικό» διαβεβαιώνει ο Κοκκινοπλίτης.
Συγχωνεύσεις-ελλείψεις
Πολλοί, όμως, πιστεύουν ότι οι μειώσεις και συγχωνεύσεις ερευνητικών κέντρων είναι μια ιδέα που δεν θα αποδώσει: Πρόκειται για «μια βιτρίνα που δεν έχει ουσιαστική επίδραση στους προϋπολογισμούς» λέει στο Physics Today ο Ίωνας Σιώτης, φυσικός υψηλών ενεργειών και πρώην διευθυντής του «Δημόκριτου» και του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών. «Αυτή η άσκηση θα επιτρέψει στο υπουργείο μας να πει στην τρόικα ότι η Ελλάδα μειώνει τους δημόσιους φορείς και τις δημόσιες δαπάνες. Πρόκειται για μεγάλο αστείο».
Σε κάποιο βαθμό, τα ευρωπαϊκά κονδύλια που λαμβάνουν οι Έλληνες ερευνητές προστατεύουν το ερευνητικό έργο από τις περικοπές. Τα κονδύλια όμως αυτά δεν επιτρέπουν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό ούτε καλύπτουν λειτουργικά έξοδα και μισθούς. «Δεδομένου ότι τα [ευρωπαϊκά] κονδύλια και τα κονδύλια από τα διαρθρωτικά ταμεία δεν έχουν μειωθεί, θα περίμενε κανείς ότι, όσον αφορά τη χρηματοδότηση, η έρευνα δεν υποφέρει και πολύ. Δυστυχώς, όμως, τα πράγματα δεν έχουν έτσι» σχολιάζει ο Αχιλλέας Μητσός, πρώην γενικός διευθυντής Έρευνας στην ΕΕ και προκάτοχος του Κοκκινοπλίτη στη γραμματεία της ΓΓΕΤ.
Στην πράξη, οι Έλληνες ερευνητές έχουν υποστεί μειώσεις μισθών κατά τουλάχιστον 30%, σε πολλές περιπτώσεις περιμένουν για χρόνια το διορισμό τους που έχει ήδη εγκριθεί, και αδυνατούν να καλύψουν βασικές ανάγκες όπως οι συνδρομές στον επιστημονικό τύπο.
Και σίγουρα η έρευνα και η καινοτομία απειλούνται και από την ψυχολογία μια χώρας σε ύφεση: Όπως σχολιάζει στο Physics Today ο Λεωνίδας Ρεσβάνης, φυσικός υψηλών ενεργειών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, «για να μπορεί κανείς να παράγει, πρέπει να βρίσκεται σε μια δημιουργική ατμόσφαιρα. Στην Ελλάδα, ο κόσμος δεν ξέρει τι θα ξημερώσει αύριο. Είναι τρομοκρατημένος. Όταν καλείσαι να λάβεις μια απόφαση, τείνεις να επιλέγεις τη συντηρητική οδό, και αυτός δεν είναι ο τρόπος με τον οποίο η επιστήμη προοδεύει».
*Σε μια άλλη σχετική εξέλιξη, ο δικτυακός τόπος του Nature αναφέρεται στο Κυπριακό Ινστιτούτο, γνωστό κάποτε ως «το MIT της Μέσης Ανατολής», το οποίο δεν μπόρεσε να καταβάλει τους μισθούς του περασμένου μήνα. Πολλοί ερευνητές του είχαν ήδη αποσυρθεί και η κυπριακή κυβέρνηση αποφάσισε να παγώσει τη χρηματοδότησή του λόγω κατηγοριών για κακοδιαχείριση.
Πηγή: Newsroom ΔΟΛ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου