Erwin Schrödinger: H γέννηση της επιστήμης
Πολλοί μαθητές ή φοιτητές θα έχουν βρει σε κάποιο από τα βιβλία τους ή αλλού, μια σύντομη αναφορά στη φιλοσοφία του Θαλή, του Αναξίμανδρου κλπ.
Όταν διαβάζουν ότι ο ένας φιλόσοφος δίδασκε πως όλα είναι νερό, ο άλλος πως όλα είναι αέρας, ο τρίτος πως όλα είναι φωτιά, και όταν έρχονται σε επαφή με τόσο ιδιόμορφες αντιλήψεις όπως εκείνες των πύρινων καναλιών με τα παράθυρα (τα ουράνια σώματα), τα ανερχόμενα και κατερχόμενα ρεύματα στην ατμόσφαιρα κλπ, τότε, ίσως κάποιος μαθητής ή φοιτητής θα χασμουρηθεί και θ’ αναρωτηθεί για ποιο λόγο αξιώνουν απ’ αυτόν να ενδιαφέρεται γι’ αυτές τις αρχαίες ανοησίες, αφού όλοι γνωρίζουμε πως είναι τελείως άσχετες με την πραγματικότητα. Σε τι συνίσταται το μεγαλειώδες βήμα που συντελέστηκε στην ιστορία των ιδεών εκείνη την εποχή. Γιατί την αποκαλούμε εποχή «γέννησης της επιστήμης» και για ποιο λόγο αναφερόμαστε στον Θαλή το Μιλήσιο ως το πρώτο στον Κόσμο ερευνητή της Φύσης (Burnet);
H μεγάλη ιδέα που είχε εμπνεύσει αυτούς τους άντρες ήταν πως ο Κόσμος που τους περιέβαλε μπορούσε να κατανοηθεί, αρκεί να προσπαθούσε κανείς να τον παρατηρήσει σωστά ˙ ότι ο Κόσμος δεν είναι στίβος θεών, πνευμάτων και δαιμόνων, οι οποίοι ενεργούν περισσότερο ή λιγότερο αυθαίρετα, ανάλογα με τη διάθεση της στιγμής και οι οποίοι παρακινούμενοι από πάθη, οργή, αγάπη και εκδικητικότητα δίνουν ελεύθερη διέξοδο στο μίσος τους, αλλά ωστόσο εξευμενίζονται δια θρησκευτικών προσφορών.
Οι (Ίωνες φιλόσοφοι) δεν ήθελαν να γνωρίζουν τίποτε απ’ όλα αυτά, καθώς είχαν απελευθερωθεί από τη δεισιδαιμονία. Θεωρούσαν τον Κόσμο ως έναν αρκετά πολύπλοκο μηχανισμό, που εξελίσσεται σύμφωνα με αιώνιους, εγγενείς νόμους, τους οποίους διψούσαν να ανακαλύψουν. Αυτή είναι η θεμελιακή στάση της επιστήμης έως σήμερα, η οποία αποτελεί πλέον στοιχείο της ολοκλήρωσής μας ώστε να ξεχνάμε ότι κάποιοι την ανακάλυψαν και πορεύτηκαν βάσει αυτής. κινητήρια δύναμη είναι η περιέργεια.
Πάνω από καθετί άλλο, ο ερευνητής της Φύσης πρέπει να είναι περίεργος. Πρέπει να είναι ικανός να μπορεί να θαυμάζει, να έχει πάθος με την ανακάλυψη. Ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης και ο Επίκουρος τονίζουν πόσο σημαντικό είναι το θαυμάζειν. Και κάτι τέτοιο δεν είναι μια τετριμμένη υπόθεση όταν πρόκειται για γενικά ερωτήματα περί του Κόσμου, επειδή αυτός ο Κόσμος είναι μοναδικός, δεν διαθέτουμε ένα δεύτερο ώστε να μπορούμε να τους συγκρίνουμε.
Αυτή τη διεργασία ονομάζουμε πρώτο βήμα, που η εξαιρετική σημασία του είναι τελείως ανεξάρτητη από τα πλεονεκτήματα ή τις ελλείψεις του πραγματικού επιδιωκόμενου διαφωτισμού. Νομίζω πως δικαίως μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι το βήμα αυτό σήμαινε κάτι εντελώς νέο. Οι Βαβυλώνιοι και οι Ασσύριοι γνώριζαν βεβαίως πάρα πολλά σχετικά με τις νομοτέλειες των τροχιών των ουρανίων σωμάτων, και κυρίως σχετικά με τις εκλείψεις. Όμως, θεωρούσαν αυτή τη γνώση ως θρησκευτικά απόκρυφα και απείχαν πάρα πολύ από την αναζήτηση φυσικών εξηγήσεων – εν πάση περιπτώσει, απείχαν πολύ από τη διατύπωση μιας εξαντλητικής περιγραφής του Κόσμου μέσω αυτών των νομοτελειών.
Στα Ομηρικά έπη οι αδιάκοπες παρεμβάσεις των θεών στη φυσική εξέλιξη, και στην Ιλιάδα οι ανθρώπινες φρικαλεότητες, τεκμηριώνουν όλα όσα έχω αναφέρει σε γενικές γραμμές. Όμως, για να εκτιμήσουμε την έξοχη ανακάλυψη των Ιώνων, οι οποίοι έδωσαν προοπτική στην πρώτη γνήσια επιστημονική αντίληψη περί Κόσμου, δεν έχουμε ανάγκη της σύγκρισης με την – τυλιγμένη μέσα στους μύθους – προϊστορία του. Κι αυτό γιατί οι Ίωνες φιλόσοφοι σημείωσαν τόσο μικρή επιτυχία στην εξάλειψη της δεισιδαιμονίας, ώστε σε ολόκληρη την περίοδο που ακολούθησε και μέχρι τις ημέρες μας, να μην υπήρξε εποχή χωρίς δεισιδαιμονίες. Και, βέβαια, δεν εννοώ εδώ τις λαϊκές παραδόσεις, αλλά την επαμφοτερίζουσα στάση πραγματικά μεγάλων αντρών όπως ο Arthur Schopenhauer, Sir Oliver Lodge [(1851 – 1940) Άγγλος Φυσικός, ο οποίος ασχολήθηκε με τα λεγόμενα μεταψυχικά φαινόμενα. Θεωρείται σπουδαίος εκλαϊκευτής επιστημονικών θεμάτων], και ο Rainer Maria Rilke, για να αναφέρω μόνο μερικούς από αυτούς.
Η Ιωνική αντιμετώπιση συνεχίστηκε από τους Ατομικούς (Λεύκιππος, Δημόκριτος), Επίκουρος) και στις επιστημονικές Σχολές της Αλεξάνδρειας – αν και σε διαφορετική μορφή – επειδή δυστυχώς κατά τους τελευταίους τρεις αιώνες προ Χριστού, η φυσική φιλοσοφία διαχωρίστηκε από την έρευνα, σχεδόν όπως συμβαίνει και στην εποχή μας. Αργότερα, το ενδιαφέρον για την επιστήμη έσβησε βαθμιαία καθώς στους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες οι άνθρωποι στρέφονταν ολοένα και περισσότερο προς ηθικά προβλήματα και παράξενες ποικιλίες μεταφυσικών ερωτημάτων, ενώ την ίδια ώρα η επιστήμη τους άφηνε αδιάφορους. Μόλις τον 17ο αιώνα δέχτηκε νέα ώθηση η επιστημονική προσέγγιση των πραγμάτων.
Erwin Schrödinger «Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ, Ο Κόσμος και η Φυσική», Μετάφραση Δρ. Θεοφάνης Γραμμένος, Εκδόσεις Τραυλός
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου