Ο θάνατος του διαστημικού λεωφορείου Columbia
του Δ. Σιμόπουλου επίτιμου διευθυντή του Ευγενιδείου Πλανηταρίου
Μετά την προ ημερών τραγική επέτειο της καταστροφής του Διαστημικού Λεωφορείου “Τσάλεντζερ”, σήμερα θυμόμαστε μια άλλη επέτειο δυστυχήματος πριν από 18 χρόνια. Πρόκειται για την καταστροφή του Διαστημικού Λεωφορείου “Κολούμπια” και τον θάνατο του 7μελούς πληρώματός του την 1η Φεβρουαρίου του 2003.
Όπως είναι αλήθεια ακόμη και στα αεροπορικά ταξίδια οι δυσκολίες παρουσιάζονται κυρίως είτε στην απογείωση είτε στην προσγείωση. Γιατί και στην επιστροφή ενός Διαστημικού Λεωφορείου στη Γη, συμβαίνουν τα ίδια και χειρότερα με την εκτόξευση, αφού όλη η ενέργεια που δαπανήθηκε για να μεταφέρει το Διαστημικό Λεωφορείο σε τροχιά πρέπει αναγκαστικά να εκτονωθεί στη διάρκεια της επιστροφής. Πρώτα απ’ όλα χρειάζεται να μειωθεί η ταχύτητα των 28.000 χιλιομέτρων την ώρα που κρατάει το Διαστημικό Λεωφορείο σε τροχιά γύρω από τη Γη. Γι’ αυτό στο τέλος μιας αποστολής το όχημα φέρνει τις πυραυλικές του μηχανές προς την κατεύθυνση της κίνησής του, έτσι ώστε με την λειτουργία τους να “φρενάρει” κατά κάποιον τρόπο.
Στο τελευταίο του ταξίδι το «Κολούμπια» μπήκε στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας με ταχύτητα 24 φορές την ταχύτητα του ήχου και ήταν σαν να χτύπησε έναν “αόρατο” τοίχο. Το βάρος των αστροναυτών στη διάρκεια της καθόδου έφτασε να είναι 1,5 φορά μεγαλύτερη από το κανονικό πάνω στη Γη, κι έτσι η ταχύτητα άρχισε βαθμιαία να μειώνεται. Μισή ώρα πριν από την προσγείωση στο “Διαστημικό Κέντρο Κέννεντυ” στη Φλώριδα η ταχύτητα είχε μειωθεί μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα την ώρα ενώ το σκάφος βρίσκονταν σε ύψος 110 περίπου χιλιομέτρων. Έξη λεπτά αργότερα 5.000 χιλιόμετρα χώριζαν το Διαστημικό Λεωφορείο από τον διάδρομο προσγείωσης στο Ακρωτήριο Κανάβεραλ. Είχε ήδη κατέβει σε ύψος 75 χιλιομέτρων από την επιφάνεια ενώ η ταχύτητά του παρέμενε αρκετά υψηλή στα 26.000 χιλιόμετρα την ώρα.
Στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας, σε ύψος 65 περίπου χιλιομέτρων πάνω από το Τέξας και 15 περίπου χιλιόμετρα πάνω από την στρατόσφαιρα, το Διαστημικό Λεωφορείο έτρεχε με ταχύτητα 22.400 χιλιομέτρων την ώρα. Τα σωματίδια που υπάρχουν στο ατμοσφαιρικό αυτό στρώμα (που ονομάζεται μεσόσφαιρα) είναι ελάχιστα κι όμως η ταχύτητα του διαστημοπλοίου που ήταν ακόμη πάρα πολύ μεγάλη αύξησε την θερμοκρασία στα εξωτερικά στρώματα του σκάφους σε υπερβολικό βαθμό. Συνέβη δηλαδή το ίδιο που συμβαίνει και στα μικροσκοπικά σωματίδια σκόνης των επερχόμενων μετεώρων (που έχουν μέγεθος κόκκων άμμου) και τα οποία αναφλέγονται στο ίδιο αυτό ύψος σχηματίζοντας τις θεαματικές πολλές φορές “βροχές διαττόντων”. Απέμεναν 17 μόνο λεπτά για την προσγείωση του «Κολούμπια» όταν ακούστηκαν τα τελευταία ολοκληρωμένα λόγια του κυβερνήτη. Και μετά σιωπή.
Το σκάφος βρίσκονταν σε ύψος 63 χιλιομέτρων πάνω από την περιοχή του Ντάλας στο Τέξας κι έτρεχε με ταχύτητα 20.000 χιλιομέτρων την ώρα. Σ’ αυτό το σημείο η θερμοκρασία στις άκρες της “κοιλιάς” και των πτερυγίων του Διαστημικού Λεωφορείου είχε φτάσει τους 1.650 βαθμούς Κελσίου, ενώ από τα φιλιστρίνια του πιλοτηρίου ο ουρανός φαίνονταν βαμμένος κόκκινος. Γι’ αυτό καθένα από τα Διαστημικά Λεωφορεία προστατεύονταν από 27.000 διαφορετικά πλακίδια και ειδικές μονωτικές επιφάνειες από τα οποία καθένα είχε την δική τους δεδομένη θέση και κωδικό. Στην περίπτωση όμως του “Κολούμπια” φαίνεται ότι μερικά από τα πλακίδια αυτά καταστράφηκαν στη διάρκεια της εκτόξευσής του στις 16 Ιανουαρίου.
Εκείνο πάντως που είναι βέβαιο είναι το γεγονός ότι στα 22 χρόνια από την πρώτη πτήση του “Κολούμπια”, στις 12 Απριλίου του 1981 όταν έκανε την παρθενική του πτήση, είχαν αλλάξει πάρα πολλά. Το “Κολούμπια” δηλαδή του 2003 δεν είχε καμιά σχέση με εκείνο του 1981, αφού μετά από κάθε αποστολή άλλαζαν όλα σχεδόν τα ευαίσθητα συστήματα και εξαρτήματά του. Επί πλέον, από το 1988 το «Κολούμπια» είχε δεχθεί 1.540 αλλαγές συστημάτων ενώ είχε χάσει και 450 κιλά από την αντικατάσταση ορισμένων οργάνων και καλωδιώσεων που δεν χρειάζονταν πλέον. Μια ιδιαίτερα μεγάλη ανακατασκευή του διαστημοπλοίου έγινε το 1994, και μια άλλη πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1999, ενώ σε μια τελευταία αλλαγή το 2002 αντικαταστάθηκε ολόκληρο σχεδόν το ηλεκτρονικό σύστημα του πιλοτηρίου και επιθεωρήθηκαν λεπτομερώς 300 χιλιόμετρα καλωδιώσεών του. Κι όμως την αποφράδα εκείνη ημέρα της 1ης Φεβρουαρίου 2003 το “Κολούμπια” πήρε μαζί του στον θάνατο και το 7μελές του πλήρωμα: David Brown, Laurel Clark, Michael Anderson, Ilan Ramon, Rick Husband, Kalpana Chawla, William McCool.
Όπως είναι αλήθεια ακόμη και στα αεροπορικά ταξίδια οι δυσκολίες παρουσιάζονται κυρίως είτε στην απογείωση είτε στην προσγείωση. Γιατί και στην επιστροφή ενός Διαστημικού Λεωφορείου στη Γη, συμβαίνουν τα ίδια και χειρότερα με την εκτόξευση, αφού όλη η ενέργεια που δαπανήθηκε για να μεταφέρει το Διαστημικό Λεωφορείο σε τροχιά πρέπει αναγκαστικά να εκτονωθεί στη διάρκεια της επιστροφής. Πρώτα απ’ όλα χρειάζεται να μειωθεί η ταχύτητα των 28.000 χιλιομέτρων την ώρα που κρατάει το Διαστημικό Λεωφορείο σε τροχιά γύρω από τη Γη. Γι’ αυτό στο τέλος μιας αποστολής το όχημα φέρνει τις πυραυλικές του μηχανές προς την κατεύθυνση της κίνησής του, έτσι ώστε με την λειτουργία τους να “φρενάρει” κατά κάποιον τρόπο.
Στο τελευταίο του ταξίδι το «Κολούμπια» μπήκε στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας με ταχύτητα 24 φορές την ταχύτητα του ήχου και ήταν σαν να χτύπησε έναν “αόρατο” τοίχο. Το βάρος των αστροναυτών στη διάρκεια της καθόδου έφτασε να είναι 1,5 φορά μεγαλύτερη από το κανονικό πάνω στη Γη, κι έτσι η ταχύτητα άρχισε βαθμιαία να μειώνεται. Μισή ώρα πριν από την προσγείωση στο “Διαστημικό Κέντρο Κέννεντυ” στη Φλώριδα η ταχύτητα είχε μειωθεί μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα την ώρα ενώ το σκάφος βρίσκονταν σε ύψος 110 περίπου χιλιομέτρων. Έξη λεπτά αργότερα 5.000 χιλιόμετρα χώριζαν το Διαστημικό Λεωφορείο από τον διάδρομο προσγείωσης στο Ακρωτήριο Κανάβεραλ. Είχε ήδη κατέβει σε ύψος 75 χιλιομέτρων από την επιφάνεια ενώ η ταχύτητά του παρέμενε αρκετά υψηλή στα 26.000 χιλιόμετρα την ώρα.
Στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας, σε ύψος 65 περίπου χιλιομέτρων πάνω από το Τέξας και 15 περίπου χιλιόμετρα πάνω από την στρατόσφαιρα, το Διαστημικό Λεωφορείο έτρεχε με ταχύτητα 22.400 χιλιομέτρων την ώρα. Τα σωματίδια που υπάρχουν στο ατμοσφαιρικό αυτό στρώμα (που ονομάζεται μεσόσφαιρα) είναι ελάχιστα κι όμως η ταχύτητα του διαστημοπλοίου που ήταν ακόμη πάρα πολύ μεγάλη αύξησε την θερμοκρασία στα εξωτερικά στρώματα του σκάφους σε υπερβολικό βαθμό. Συνέβη δηλαδή το ίδιο που συμβαίνει και στα μικροσκοπικά σωματίδια σκόνης των επερχόμενων μετεώρων (που έχουν μέγεθος κόκκων άμμου) και τα οποία αναφλέγονται στο ίδιο αυτό ύψος σχηματίζοντας τις θεαματικές πολλές φορές “βροχές διαττόντων”. Απέμεναν 17 μόνο λεπτά για την προσγείωση του «Κολούμπια» όταν ακούστηκαν τα τελευταία ολοκληρωμένα λόγια του κυβερνήτη. Και μετά σιωπή.
Το σκάφος βρίσκονταν σε ύψος 63 χιλιομέτρων πάνω από την περιοχή του Ντάλας στο Τέξας κι έτρεχε με ταχύτητα 20.000 χιλιομέτρων την ώρα. Σ’ αυτό το σημείο η θερμοκρασία στις άκρες της “κοιλιάς” και των πτερυγίων του Διαστημικού Λεωφορείου είχε φτάσει τους 1.650 βαθμούς Κελσίου, ενώ από τα φιλιστρίνια του πιλοτηρίου ο ουρανός φαίνονταν βαμμένος κόκκινος. Γι’ αυτό καθένα από τα Διαστημικά Λεωφορεία προστατεύονταν από 27.000 διαφορετικά πλακίδια και ειδικές μονωτικές επιφάνειες από τα οποία καθένα είχε την δική τους δεδομένη θέση και κωδικό. Στην περίπτωση όμως του “Κολούμπια” φαίνεται ότι μερικά από τα πλακίδια αυτά καταστράφηκαν στη διάρκεια της εκτόξευσής του στις 16 Ιανουαρίου.
Εκείνο πάντως που είναι βέβαιο είναι το γεγονός ότι στα 22 χρόνια από την πρώτη πτήση του “Κολούμπια”, στις 12 Απριλίου του 1981 όταν έκανε την παρθενική του πτήση, είχαν αλλάξει πάρα πολλά. Το “Κολούμπια” δηλαδή του 2003 δεν είχε καμιά σχέση με εκείνο του 1981, αφού μετά από κάθε αποστολή άλλαζαν όλα σχεδόν τα ευαίσθητα συστήματα και εξαρτήματά του. Επί πλέον, από το 1988 το «Κολούμπια» είχε δεχθεί 1.540 αλλαγές συστημάτων ενώ είχε χάσει και 450 κιλά από την αντικατάσταση ορισμένων οργάνων και καλωδιώσεων που δεν χρειάζονταν πλέον. Μια ιδιαίτερα μεγάλη ανακατασκευή του διαστημοπλοίου έγινε το 1994, και μια άλλη πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1999, ενώ σε μια τελευταία αλλαγή το 2002 αντικαταστάθηκε ολόκληρο σχεδόν το ηλεκτρονικό σύστημα του πιλοτηρίου και επιθεωρήθηκαν λεπτομερώς 300 χιλιόμετρα καλωδιώσεών του. Κι όμως την αποφράδα εκείνη ημέρα της 1ης Φεβρουαρίου 2003 το “Κολούμπια” πήρε μαζί του στον θάνατο και το 7μελές του πλήρωμα: David Brown, Laurel Clark, Michael Anderson, Ilan Ramon, Rick Husband, Kalpana Chawla, William McCool.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου